Η Αθήνα ετοιµάζει µια µεγάλη κίνηση

Η Αθήνα ετοιµάζει µια µεγάλη κίνηση

Ξεκινά η αντίστροφη µέτρηση από τώρα έως τα µέσα Μαρτίου για έρευνες εκτός χωρικών υδάτων νοτίως των ∆ωδεκανήσων. Η εν λόγω κίνηση από την Αθήνα θα γίνει πριν από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Αγκυρα.

Σε ετοιµότητα το Πολεµικό Ναυτικό για πιθανή µαζική παρουσία τουρκικών πολεµικών πλοίων στην περιοχή

Μέχρι τα μέσα Μαρτίου και πριν από τη νέα συνάντηση κορυφής στην Αγκυρα, τα ιταλικά ερευνητικά προγραμματίζεται να ξεκινήσουν έρευνες για την πόντιση του ηλεκτροφόρου καλωδίου στα διεθνή ύδατα, νοτίως των Δωδεκανήσων.

Η Αθήνα ετοιµάζει µια µεγάλη κίνηση – Αντίστροφη μέτρηση με επιστροφή στην Κάσο

Της Μαρίας Μουρελάτου

Ετοιμη για το κρίσιμο βήμα στις υποθαλάσσιες έρευνες σχετικά με τη διαδρομή του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου εμφανίζεται η Αθήνα, έχοντας ανάψει πράσινο φως για την επιστροφή των ιταλικών ερευνητικών πλοίων σε διεθνή ύδατα νότια των Δωδεκανήσων. Το χρονοδιάγραμμα που έχει εγκριθεί, σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, προβλέπει ο νέος κύκλος ερευνών να ανοίξει έως τα μέσα Μαρτίου, συνεπώς πριν από την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αγκυρα και τη νέα συνάντησή του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Οι έρευνες για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου προγραμματίζεται να κινηθούν το προσεχές διάστημα νοτιότερα και ανατολικότερα της Κάσου και είναι ζητούμενο πώς αυτό θα αποτυπωθεί και στο πεδίο με πιθανές νέες «τριβές» και προκλήσεις από την πλευρά της Αγκυρας, οι οποίες έχουν ως αφετηρία τη στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας». Το σκηνικό έντασης που στήθηκε από την Τουρκία τον περασμένο Ιούλιο, όταν ξεκίνησε τις έρευνες νοτίως της Κάσου το ιταλικό ερευνητικό «Ievoli Relume», ανέδειξε νέες διεκδικήσεις της Αγκυρας και ήρθε να προστεθεί στη δύσκολη ατζέντα των ελληνοτουρκικών. Ωστόσο, παρά τις ενδεχόμενες αναταράξεις στα «ήρεμα νερά» και μια πιθανολογούμενη προκλητική αντίδραση από την πλευρά της Τουρκίας, σε Μαξίμου και υπουργείο Εξωτερικών επιλέγουν να βλέπουν τη «μεγάλη εικόνα», «αποδραματοποιώντας» προκλήσεις που καταγράφονται από τουρκικής πλευράς στον δρόμο προς τον Απρίλιο και το 6ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ), τις οποίες αποδίδουν κυρίως σε αξιώσεις εκτός Διεθνούς Δικαίου που απορρέουν από τη μη οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.

Το ζήτημα της παρενόχλησης των ερευνών που αφορούν το (συγχρηματοδοτούμενο από την ΕΕ) έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου από τουρκικά πλοία απασχόλησε και την πρόσφατη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν στην Ντόχα, καθώς την ίδια ημέρα είχε σημειωθεί το πρώτο, νέο επεισόδιο βόρεια της Κρήτης, με αφορμή το οποίο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διαβεβαίωσε πως «το έργο συνεχίζεται χωρίς καμία πιθανότητα να γίνει κάτι διαφορετικό». Επ’ αυτού, διπλωματικές πηγές επισημαίνουν πως «το Διεθνές Δίκαιο προστατεύει απόλυτα την έρευνα, άρα δεν υπάρχει καμία απολύτως παρεμπόδιση». Οπως χαρακτηριστικά τονίζουν, «καμία από τις έρευνες που διεξάγονται δεν θα σταματήσει», διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα πως η Αθήνα ελπίζει στην «κατάλληλη συνεργασία με την Τουρκία προκειμένου να μη σημειώνονται παρενοχλήσεις», οι οποίες ευθύνονται και για την αίσθηση έντασης που δημιουργείται παρά την περίοδο «ήρεμων νερών» που διάγουν Αθήνα και Αγκυρα. Οσο για το ΑΣΣ, οι ίδιες πηγές διαμηνύουν πως αυτό δεν εξαρτάται από προϋποθέσεις και επιμένουν πως «θα γίνει κανονικά».

Το υπουργείο Εξωτερικών, πάντως, φαίνεται να έχει στα χέρια του τον έλεγχο των κινήσεων ως προς τις έρευνες για τον GSI, καθώς όλα τα εμπλεκόμενα μέρη επαναλαμβάνουν πως το χρονοδιάγραμμα των ερευνών είναι συγκεκριμένο. Το σήμα από το Μαξίμου και το νεοκλασικό της Βασιλίσσης Σοφίας να μετακινηθούν στη συνέχεια οι έρευνες ακόμη πιο ανατολικά, μεταξύ Καρπάθου και Κύπρου, προεξοφλείται ότι θα έχει κεντρική θέση στη νέα συνάντηση κορυφής, αλλά και στις επαφές των ΥΠΕΞ που θα προηγηθούν. Από την πλευρά του, το ΓΕΕΘΑ δηλώνει πως είναι σε ετοιμότητα για οτιδήποτε του ζητηθεί. «Οι έρευνες συνεχίζονται κανονικά και θα συνεχιστούν και μετά τον Απρίλιο» υποστηρίζουν αρμόδιες πηγές, υπογραμμίζοντας πως «τα ερευνητικά πλοία δεν έχουν καν βγει σε διεθνή ύδατα». Και με δεδομένο ότι σε περίπτωση καθυστέρησης, «τρέχουν» οικονομικά πέναλτι από τη γαλλική κατασκευάστρια εταιρεία προς τους αρμόδιους για την εκτέλεση του έργου φορείς, η απόφαση της Αθήνας για την τήρηση του χρονοδιαγράμματος, ει δυνατόν απρόσκοπτα, δείχνει μονόδρομος.

Η Αθήνα ετοιµάζει µια µεγάλη κίνηση

Σε ετοιμότητα το Πολεμικό Ναυτικό για προστασία της έρευνας

Του Μαρίνου Γκασιάμη

Με την τουρκική κορβέτα κλάσης Burak να έχει βρεθεί στα 20 ναυτικά μίλια από το ερευνητικό σκάφος «NG Worker» που διενεργεί εργασίες για την πόντιση του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης με την Κύπρο, η Αθήνα προετοιμάζεται τόσο από πλευράς στρατιωτικής όσο και ψυχολογίας για τη στιγμή που το συγκεκριμένο σκάφος και το κυρίως ερευνητικό του project, το «Ievoli Relume», να πλεύσουν ανατολικότερα της Κάσου και να βγουν στα διεθνή ύδατα σε περιοχές της ΑΟΖ που έχει οριοθετηθεί με την Αίγυπτο και στη δυνητική ελληνική που απομένει μέχρι τα όρια με την κυπριακή.

Στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, βλέποντας πως η Τουρκία θέλει να παγιώσει την αποστολή πολεμικών πλοίων της κάθε φορά που η Ελλάδα θα επιχειρεί κάτι πέραν των 6 ναυτικών μιλίων, εκτιμούν πως όταν ξεκινήσουν οι εργασίες στην περιοχή μεταξύ Κάσου και Κύπρου, η Αγκυρα θα σπεύσει να εμποδίσει την όλη διαδικασία.

Αν και πηγές στην Αθήνα τονίζουν πως το τι θα κάνει σε περιοχές κυριαρχίας της ή κυριαρχικών της δικαιωμάτων δεν θα πρέπει να αφορούν την Τουρκία ούτε να επηρεάζουν το κλίμα ενόψει της επόμενης συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν, βλέπουν πως με την εξόχως αναθεωρητική στάση της Τουρκίας θα υπάρξει πιθανότατα και πάλι μια μεγάλη αριθμητικά αποστολή πλοίων του τουρκικού στόλου.

Συνοδεία

Από στρατιωτικής πλευράς επισημαίνουν πως ήδη από το προηγούμενο θερμό σκηνικό νοτίως της Κάσου, το Πολεμικό Ναυτικό έχει προετοιμαστεί για κάθε πιθανή νέα πρόκληση. Με αυτά τα δεδομένα, μόλις δοθεί το σήμα για την πλεύση του «Ievoli Relume», θα υπάρξει εξαρχής συνοδεία του από ελληνικής πλευράς.

Η συνοδεία που θα παρασχεθεί, όπως επισημαίνεται, θα είναι τέτοια που να μην ανέβει η ένταση αχρείαστα. Βέβαια οι ίδιες πηγές τονίζουν πως αν διαπιστωθεί αποστολή μεγαλύτερου αριθμού πλοίων από την πλευρά της Τουρκίας, η Ελλάδα θα κινηθεί ανάλογα. Στην προκειμένη περίπτωση δε, επισημάνθηκε στα «ΝΕΑ», που προβεί σε αυτές τις ενέργειες η Τουρκία, θα υπάρξει αμέσως ενημέρωση και συμμαχικών χωρών, όπως η Γαλλία, και ενδιαφερόμενων για το έργο, όπως το Ισραήλ.

Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα δεν είναι διατεθειμένη να μείνει μόνη όπως την εποχή της εξόδου του «Oruç Reis». Ούτε να σημειωθούν νέες καθυστερήσεις που θα αυξήσουν αντίστοιχα και το κόστος του έργου, το οποίο ήδη παρουσιάζει καθυστερήσεις, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την υλοποίησή του, παρότι το έργο θέλουν για οικονομικούς και γεωστρατηγικούς λόγους τόσο η Αθήνα όσο και το Τελ Αβίβ.

Μια σύνδεση 1.208 χιλιομέτρων που θα καταλήγει στο Ισραήλ

Της Δήμητρας Σκούφου

Τεράστιας γεωπολιτικής σημασίας είναι η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου μέσω του Great Sea Interconnector. Το εμβληματικό αυτό έργο θα δημιουργήσει μια νέα «ηλεκτρική λεωφόρο» στην Ανατολική Μεσόγειο και όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης, η υλοποίησή του δημιουργεί σημαντικά οφέλη τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο σε οικονομικά και θέματα ενεργειακής ασφάλειας.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Σκυλακάκης είχε συνάντηση στην Αθήνα με τον υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργο Παπαναστασίου, στον οποίο παρέδωσε την απάντηση του ΑΔΜΗΕ και της ελληνικής πλευράς σε μια σειρά από διαδικαστικά και προαπαιτούμενα ζητήματα, σε σχέση με τον Great Sea Interconnector, και τα οποία είχαν τεθεί από την κυπριακή πλευρά με επιστολή στις 3 Δεκεμβρίου 2024.

Παράλληλα και οι δύο πλευρές τόνισαν τη σημασία και την αναγκαιότητά του. Το έργο του GSI είναι στρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια της Κύπρου και του Ισραήλ, καθώς και για την Ελλάδα, η οποία εξελίσσεται πλέον σε ενεργειακό κόμβο. Το σκέλος του έργου που αφορά την κατασκευή της διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου έχει ξεκινήσει από τα τέλη του 2023 με στόχο την ενσωμάτωση της Κύπρου – του τελευταίου μη διασυνδεδεμένου κράτους – μέλους της ΕΕ – στο ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην επόμενη φάση του έργου και το Ισραήλ, το οποίο επίσης αυτή τη στιγμή δεν συνδέεται ηλεκτρικά με τους γείτονές του, θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού του, αποκτώντας τη δυνατότητα να αυξήσει, περαιτέρω και ταχύτερα, τη συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό του ισοζύγιο. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό ο Great Sea Interconnector θα έχει μεταφορική ισχύ 1.000 MW, ενώ το συνολικό υπεράκτιο μήκος του θα είναι 1.208 χλμ.

Η τάση του αγωγού θα είναι 500 KV, με μέγιστο βάθος πόντισης 3.000 μέτρα. Ο εκτιμώμενος προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται σε 1,9 δισ. ευρώ. Η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα υποθαλάσσια έργα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο. Το έργο θα επιτρέψει την καλύτερη αξιοποίηση της ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ και στις τρεις χώρες, οδηγώντας σε δραστική μείωση των εκπομπών CO2, και θα αποτελέσει μια νέα εναλλακτική πηγή ενεργειακής τροφοδοσίας για την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Το υπό κατασκευή τμήμα του έργου μεταξύ Κύπρου – Ελλάδας (Κρήτη) είναι συνολικού μήκους 898 χλμ. και έχει λάβει χρηματοδότηση 657 εκατ. ευρώ από τον μηχανισμό Connecting Europe Facility. Το καλωδιακό τμήμα της διασύνδεσης έχει συμβασιοποιηθεί με ανάδοχο εταιρεία τη Nexans (Γαλλία), ενώ η Siemens (Γερμανία) έχει αναδειχθεί ως προτιμητέος ανάδοχος για την κατασκευή των Σταθμών Μετατροπής.

Εσωτερικές διαφωνίες και στάση αναμονής από τη Λευκωσία

Ανταπόκριση στη Λευκωσία: Κωστής Κωνσταντίνου

Η λέξη «έντονο» σίγουρα δεν αποδίδει τις διαστάσεις του παρασκηνίου το οποίο εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες σε σχέση με το πολύπαθο πρότζεκτ Great Sea Interconnector (GSI) για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου. Οι διαβουλεύσεις με την Αθήνα για τις εκκρεμότητες που απομένουν δείχνουν να προχωρούν.

Σε αυτό βοήθησαν πολύ οι απαντήσεις που ο ΑΔΜΗΕ επέδωσε γραπτώς στη Λευκωσία επί των βασικών ερωτημάτων που είχαν εγείρει αμερικανοί εμπειρογνώμονες τους οποίους μετακάλεσε η Κυπριακή Δημοκρατία ώστε να τη συμβουλεύσουν για την οικονομική βιωσιμότητα του GSI.

Παρά ταύτα, ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός διατηρεί μεγάλες επιφυλάξεις ως προς το ζήτημα αυτό. Τις προάλλες απέδωσε τις ανησυχίες του στο ζήτημα των απειλών που έχει διατυπώσει η Αγκυρα και των επιπλοκών που αυτό μπορεί να έχει στην υλοποίηση του έργου, ωστόσο κυρίαρχη είναι η εκτίμηση ότι πέρα από αυτό υπάρχουν κυρίως ανησυχίες στο οικονομικό.

Το παρασκήνιο

Η άποψη αυτή δεν αντικατοπτρίζει το σύνολο της κυβέρνησης. Ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου και η υφυπουργός παρά τω προέδρω Ειρήνη Πική, η οποία είναι η εξ απορρήτων του προέδρου Χριστοδουλίδη, ευνοούν την κατάληξη σε συμφωνία και λόγω αυτού το ζήτημα θα κριθεί όταν καταλήξει στο Υπουργικό Συμβούλιο για ψήφιση. Τα πράγματα όμως δεν είναι απλά, καθώς ο Νίκος Χριστοδουλίδης εμπιστεύεται και χρειάζεται τον υπουργό Οικονομικών, επί των ημερών του οποίου η οικονομία της Κύπρου γνώρισε πρωτόγνωρη ανάπτυξη και κατέγραψε σε διάστημα ενάμιση χρόνου οκτώ αναβαθμίσεις από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Αυτή η διαφωνία είναι που προκάλεσε κι άλλες καθυστερήσεις στο παρελθόν, με τις ενστάσεις βέβαια να είναι εύλογες αλλά με τις πλείστες να θεωρούνται λήξασες από τη μία πλευρά.

Το ζήτημα της Τουρκίας επίσης δεν είναι κάτι που μπορεί να αγνοηθεί. Απλά ειπωμένο, η Κύπρος ειδικά μετά και τις επισημάνσεις των εμπειρογνωμόνων για «παγίδες» οι οποίες υπάρχουν για τη Λευκωσία, φοβάται να εμπλακεί σε ένα πρότζεκτ με πολύ μεγάλο κόστος, το οποίο ίσως να μην προχωρήσει. Κληθείσες από «ΤΑ ΝΕΑ» να σχολιάσουν πληροφορίες περί έναρξης ερευνών από το ιταλικό πλοίο στον βυθό νοτίως της Κάσου και ανατολικώς της Κρήτης, και δύο κυβερνητικές πηγές δήλωσαν πλήρη άγνοια. Είναι φανερό ότι η Λευκωσία κρατά κάποια απόσταση από τις εξελίξεις, πρώτον λόγω της διάστασης απόψεων εντός της κυβέρνησης για το οικονομικό και, δεύτερον, ένεκα του γεγονότος ότι η Κύπρος θεωρεί πολύ σοβαρές τις τουρκικές απειλές, οι οποίες διατυπώνονται κυρίως στη βάση του λεγόμενου τουρκολιβυκού μνημονίου.

Οι τουρκικές απειλές

Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονεί κανείς ότι η έξοδος του ιταλικού πλοίου έχει πολλάκις αναβληθεί λόγω ακριβώς των ενστάσεων της Αγκυρας. Μέχρι τις αρχές του μήνα οι ελπίδες είχαν εναποτεθεί στη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, η οποία θα πραγματοποιείτο τον Φεβρουάριο, η αναβολή της όμως για τον Απρίλιο έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, με τη Λευκωσία να εκμεταλλεύεται τον χρόνο έτσι που, αφενός μεν η κυβερνητική διαφωνία να επιλυθεί, αφετέρου δε να βεβαιωθεί η Κύπρος ότι το πρότζεκτ όντως θα προχωρήσει προκειμένου να επενδύσει ένα αξιοσέβαστο ποσό στο GSI. Μέχρι τότε μάλλον θα υπάρξει αναμονή.