Η πιο απλή κι εύκολη λύση

Με την ολοκλήρωση της μεταγραφικής περιόδου του Ιανουαρίου είχαμε και τις πιο θεαματικές ειδήσεις με πρωταγωνιστές έλληνες ποδοσφαιριστές. Η πώληση του νεαρού Στέφανου Τζίμα, παίκτη του ΠΑΟΚ που αγωνίζεται δανεικός στη Νυρεμβέργη, στην αγγλική Μπράιτον και η μεταγραφή του διεθνούς Τάσου Δουβίκα από την ισπανική Θέλτα στην ιταλική Κόμο συζητήθηκαν πολύ, κυρίως για τα χρήματα που δαπανήθηκαν για τους ποδοσφαιριστές. Ο ΠΑΟΚ θα πάρει για τον Τζίμα, μέσω Νυρεμβέργης, πάνω από 20 εκατ. ευρώ – η γερμανική ομάδα στην οποία ο νεαρός θα συνεχίσει να αγωνίζεται μέχρι το καλοκαίρι, θα βάλει στο ταμείο της τουλάχιστον 4. Η Θέλτα που αγόρασε τον Δουβίκα το περασμένο καλοκαίρι από την ολλανδική Ουτρέχτη για 12 εκατ. τον πούλησε στους Ιταλούς 13 και ας μην ήταν καν βασικός. Πολλοί στην Ελλάδα απορούν πώς έγιναν αυτά. Κακώς απορούν.

Μπράιτον

H αγγλική Μπράιτον που αγόρασε τον Τζίμα είναι ομάδα που ξέρει και να πουλάει, αλλά και να αγοράζει. Τα χρήματα που ξόδεψε για τον Τζίμα ακούγονται πολλά αλλά δεν είναι για μια ομάδα της Πρέμιερ Λιγκ με πολύ στρωμένα τα οικονομικά της. Είναι τα χρήματα που η Μπράιτον δίνει συνήθως. Πριν αποκτήσει τον Τζίμα, στις τελευταίες μεταγραφικές περιόδους, η αγγλική ομάδα έχει δώσει 35 εκατ. για τον Γιανκούμπα Μιντέ που τον απέκτησε από τη Νιούκαστλ, 32 εκατ. για τον Μπράιαν Γκρούντα που τον πήρε από την Μάιντς, 22 εκατ. για τον Ιμπραχίμ Οσμάν που τον ανακάλυψε στην Νόρτζελαντ, 17 εκατ. για τον Ντιέγκο Γκόμεζ που πριν πάει στο νησί αγωνιζόταν στο Μαϊάμι. Ολοι αυτοί οι παίκτες έχουν ένα κοινό: κανείς δεν είναι πιο μεγάλος από 21 ετών. Η Μπράιτον έχει πληρώσει ακόμα περισσότερα χρήματα για λίγο μεγαλύτερους σε ηλικία παίκτες – για τον γνωστό μας Τούρκο Φερντί Καντιόγλου πλήρωσε στη Φενέρ 30 εκατ. ευρώ. Αλλά δεν αγοράζει παίκτες πιο μεγάλους από 25-26 ετών. Αποκτά όσους ελπίζει πως μπορεί να τους πουλήσει και να πάρει πίσω τα χρήματα που ξόδεψε. Το περασμένο καλοκαίρι πούλησε τον Τουρκογερμανό Ντενίζ Ουντάφ στη Στουτγάρδη 32 εκατ. – πρόκειται για ένα καλό ποδοσφαιριστή, αλλά μάλλον άγνωστο στο ελληνικό κοινό. Η ωραία δουλειά ωστόσο που κάνει η Μπράιτον είναι άλλη: η αγγλική ομάδα ξέρει να δανείζει. Αυτή τη στιγμή έχει πάνω από είκοσι δανεικούς δεξιά και αριστερά – και στην Αγγλία, αλλά και στην Ολλανδία και στο Βέλγιο και στη Γερμανία. Είναι σαν να τους παραχωρεί με ένα είδος leasing: όλοι αυτοί ωριμάζουν και παράλληλα φέρνουν και χρήματα στον κουμπαρά. Ισως το ίδιο συμβεί το καλοκαίρι και με τον Τζίμα: κάπου θα τον δώσουν δανεικό (εισπράττοντας για το ενοίκιό του γύρω στα 3-4 εκατομμύρια) ώστε να ξεκινήσει η απόσβεση. Εκτός αν ο μικρός τους τρελάνει όλους στην καλοκαιρινή προετοιμασία: αν κρίνω από το πόσο εύκολα προσαρμόστηκε στη Νυρεμβέργη δεν αποκλείεται να τα καταφέρει.

Κόμο

Η ιταλική Κόμο που απέκτησε τον Δουβίκα είναι λιγότερο περίπλοκη ομάδα. Προσπαθεί να κρατηθεί στη Serie A και χρειαζόταν έναν καλό επιθετικό. Ο Δουβίκας εξαργύρωσε τις πολύ καλές χρονιές που έκανε στην Ολλανδία: δείχνει αξιόπιστη λύση. Είναι η δεύτερη ακριβότερη μεταγραφή που κάνει η ιταλική ομάδα στην ιστορία της. Ο Δουβίκας επιλέχτηκε και γιατί αρκετοί έλληνες παίκτες στο Καμπιονάτο έχουν κάνει τα τελευταία χρόνια καλές σεζόν. Ο Μανωλάς, που λατρεύτηκε στη Ρώμη, ο Μανδάς που είναι βασικός τερματοφύλακας της Λάτσιο στα ευρωπαϊκά της ματς, οι σοβαροί επαγγελματίες Κυριακόπουλος και Λυκογιάννης, που αγωνίστηκαν σε περισσότερες από μια ομάδες στο Καμπιονάτο, κάνουν τους Ιταλούς να μην είναι πλέον διστακτικοί με τους έλληνες παίκτες. Οπως δεν είναι και οι Γερμανοί. Θυμίζω ότι στην Μπουντεσλίγκα έχει βγει πρώτος σκόρερ ο Φάνης Γκέκας και έγραψε ιστορία ο Γιάννης Αμανατίδης, ενώ πριν απ’ τον Τζίμα την καριέρα του απογείωσε εκεί και ο Χρήστος Τζόλης.

Στόχοι

Οι καλοί έλληνες παίκτες γίνονται στόχοι ομάδων από μεγάλα πρωταθλήματα: το βλέπεις και στις περιπτώσεις του Κουλιεράκη, του Παυλίδη, του Βλαχοδήμου, του Γιαννούλη – φυσικά του Κώστα Τσιμίκα. Δεν υπάρχει τίποτα το παράξενο σε αυτό κι όσο για τις τιμές αυτές καθορίζονται από την αγορά και τη στιγμή. Το μόνο παράδοξο είναι ότι οι ελληνικές ομάδες δεν φροντίζουν να βγάλουν ποδοσφαιριστές προς πώληση. Μάλιστα είναι εντυπωσιακό ότι στην Ελλάδα αξιοποιούνται οι χαρισματικοί πιτσιρικάδες πιο πολύ από τις μεγάλες ομάδες που κυνηγάνε τίτλους παρά από τις μικρότερες που θα έπρεπε για να μεγαλώσουν να ψάχνουν τρόπους να μεγαλώσουν τα έσοδά τους: η παραγωγή ποδοσφαιριστών είναι ο ασφαλέστερος, αλλά είναι εντυπωσιακό πως δεν το καταλαβαίνουν.

Αγορά

Υπάρχουν περιθώρια να το κάνουν; Η ίδια η αγορά λέει πως υπάρχουν πάρα πολλά, αρκεί να γίνεται μια κάποια μεθοδική δουλειά: αυτό είναι που λείπει. Ο Δουβίκας πήγε στην Ουτρέχτη ενώ αγωνιζόταν στον Βόλο που τον απέκτησε από τον Αστέρα. Προηγουμένως ο ΠΑΣ Γιάννινα είχε πουλήσει τον Μαυροπάνο. Ο Μανδάς πριν πάει στη Λάτσιο αγωνίστηκε στον Ατρόμητο και στον ΟΦΗ. Ο Φορτούνης πήρε την ευκαιρία του να αγωνιστεί στη Γερμανία γιατί έδειξε το ταλέντο του στον Αστέρα Τρίπολης. Στον καιρό του παγκοσμιοποιημένου σκάουτινγκ τα ραντάρ όλων λειτουργούν: οι καλοί παίκτες εντοπίζονται – φτάνει να τους βάζεις να παίζουν στο πρωτάθλημα. Αν δεν αγωνίζονται με τους μεγάλους δεν τους βλέπει κανείς.

Ταμεία

Οι πωλήσεις των ελλήνων παικτών είναι αυτές που φέρνουν χρήματα στα ταμεία των ομάδων. Και οι ξένοι πωλούνται αλλά συνήθως πριν τους πουλήσεις πρέπει να τους αγοράσεις, κι αν αγοράσεις πολλούς χρήματα δεν βγάζεις. Οι παίκτες που βγαίνουν από τα φυτώρια δεν κοστίζουν παρά μόνο τα χρήματα που μια ομάδα ξοδεύει για τη συντήρηση των Ακαδημιών της: είναι να απορείς γιατί οι ομάδες μας φοβούνται να δώσουν σε παιδιά ευκαιρίες όταν μόνο βγάζοντας ποδοσφαιριστές μπορούν να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα που λέει πως τα κόστη όλο και πιο πολύ ανεβαίνουν. Βλέπω ομάδες που ούτε κινδυνεύουν, ούτε υπάρχει πιθανότητα να κερδίσουν το πρωτάθλημα να παίζουν χωρίς έναν έστω εικοσάχρονο πιτσιρικά στη σύνθεσή τους ενώ αγοράζουν κάθε χρόνο τις υπηρεσίες δεκάδων ξένων. Το καλοκαίρι αυτές οι ομάδες θα λιώνουν από την αγωνία για ένα τηλεοπτικό συμβόλαιο. Που θα φέρει στα ταμεία τους στην καλύτερη των περιπτώσεων κάτι λιγότερο από το 10% των χρημάτων που πήρε η Θέλτα πουλώντας τον Δουβίκα…