
Σήμερα στη χώρα μας πραγματοποιείται κάτι παραπάνω από ένας γάμος την ημέρα μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών. Από την ημέρα της ψήφισης του Νόμου 5089/2024 για την ισότητα στον πολιτικό γάμο μέχρι σήμερα έχουν τελεστεί 405 πολιτικοί γάμοι. Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Εσωτερικών, οι 257 από αυτούς αφορούν ζευγάρια ανδρών και οι υπόλοιποι 148 ζευγάρια γυναικών.
Ποιο το χνάρι που τελικά άφησε η ψήφιση αυτού του ιστορικού νόμου έναν χρόνο μετά για τα ομόφυλα ζευγάρια και για την ελληνική κοινωνία; Υπάρχουν ακόμη ζητήματα που δεν έχουν διευθετηθεί επαρκώς τόσο για τα ίδια τα ομόφυλα ζευγάρια όσο και για τις οικογένειες που αυτά έχουν δημιουργήσει; Και τέλος, πόσο απειλητική είναι για τα ανθρώπινα δικαιώματα η ανάδυση μιας διεθνούς συντηρητικής ατζέντας που δείχνει να κερδίζει έδαφος;
Η πρώτη αναγγελία στα «ΝΕΑ»
«Την ψήφιση του νόμου την υποδεχτήκαμε με χαρά και με ανακούφιση. Στη δική μας περίπτωση επειδή έχουμε τρία παιδιά δεν ήταν μόνο η χαρά τού ότι θα επισφραγίζαμε τη σχέση μας. Αλλά και το γεγονός της διασφάλισης των δικαιωμάτων των παιδιών μας, κάτι που το σύμφωνο συμβίωσης δεν εξασφάλιζε», λέει στα «ΝΕΑ» ο Σταύρος Γαβριλιάδης, ο οποίος με τον σύντροφό του ήταν το πρώτο ζευγάρι που παντρεύτηκε με πολιτικό γάμο στην Ελλάδα, στο Δημαρχείο Νέας Σμύρνης. Ο ίδιος μάλιστα αποφάσισε να δημοσιεύσει την αναγγελία του γάμου του στα «ΝΕΑ».
Αναφερόμενος στη συνομιλία που είχε με την εφημερίδα λίγο μετά την ψήφιση του νόμου, θυμάται πως «με πήραν τηλέφωνο, με συνεχάρησαν από “ΤΑ ΝΕΑ” και με ρώτησαν αν πράγματι επιθυμούσα να δημοσιευτεί η αναγγελία του γάμου μας επειδή είχα γράψει πως εγώ πληρώνω την αναγγελία αλλά σε περίπτωση που δεν ψηφιστεί το νομοσχέδιο δεν θα ήθελα να δημοσιευτεί, όμως αν ψηφιστεί θέλω να είναι η πρώτη!», διευκρινίζοντας πως πέρα από το πρακτικό σκέλος της επισφράγισης της σχέσης η ενέργειά του αυτή αποτελούσε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού προς την κατεύθυνση της καθολικής κατοχύρωσης αυτονόητων οικουμενικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
«Για τους ανθρώπους αυτούς προφανέστατα ήταν κάτι το πολύ σημαντικό και συγκινητικό γιατί κατάφεραν να επισημοποιήσουν μια σχέση που κρατούσε χρόνια. Οι άνθρωποι αυτοί πλέον απολαμβάνουν τα ίδια συνταγματικά δικαιώματα όπως όλοι οι υπόλοιποι. Ετσι έκλεισε ένα “κενό” το οποίο έπρεπε να καλυφθεί», τονίζει εμφατικά ο Κώστας Αναγνωστόπουλος, αντιδήμαρχος Πρασίνου και Νεολαίας του Δήμου Νέας Σμύρνης, αρμόδιος για τους πολιτικούς γάμους, ο οποίος τέλεσε τον πολιτικό γάμο του ζευγαριού.
Από τη μεριά του ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος υπογραμμίζει πως «τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι ούτε για τους λίγους ούτε για τους πολλούς. Είναι για καθέναν χωριστά. Οταν καθιερώνεται ένα νέο δικαίωμα, ακόμη και με καθυστέρηση, δικαιώνεται κάθε άνθρωπος χωριστά, είτε ασκήσει το δικαίωμα είτε όχι».
«Τα παιδιά μας δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί»
Πέρα από τον συμβολισμό της γαμήλιας τελετής, ο θεσμός του γάμου επρόκειτο να εξασφαλίσει δικαιώματα όχι μόνο για τα ομόφυλα ζευγάρια αλλά και για τα τέκνα τους. Κατέστη, όμως, κάτι τέτοιο εφικτό;
«Εναν χρόνο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου και έναν χρόνο μετά την τέλεση του γάμου μας που ήταν ο πρώτος γάμος στην Ελλάδα, τα παιδιά μας δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί. Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει το τεκμήριο της γονεϊκότητας στον γάμο, έπρεπε να τεκνοθετήσουμε τα παιδιά μας», εξηγεί ο Σταύρος Γαβριλιάδης, με τον Βασίλη Σωτηρόπουλο να συμπληρώνει πως «ο γάμος σήμερα είναι ο μόνος θεσμός που επιτρέπει την από κοινού τεκνοθεσία, επομένως είναι η κύρια νομική μέθοδος της αναγνώρισης της γονεϊκότητας για ένα ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρι με παιδιά».
Ο Σταύρος Γαβριλιάδης υπογραμμίζει στα «ΝΕΑ» πως μέχρι την τελική ολοκλήρωση της πράξης της τεκνοθεσίας υπάρχει ένα «κενό». «Για την ώρα, τα δύο βιολογικά παιδιά του συζύγου μου δεν μου είναι τίποτα και το δικό μου βιολογικό παιδί δεν είναι τίποτα για τον σύζυγό μου. Κι όμως, όλοι εμείς ζούμε σε ένα σπίτι όπου όλοι είμαστε οικογένεια. Ο σύζυγος δεν μπορεί να πάρει τους βαθμούς του γιου μου από το σχολείο, άσχετα αν τον διαβάζει κάθε μέρα, δεν μπορεί να του κληροδοτήσει την κληρονομιά του, δεν νομιμοποιείται να τον συνοδέψει στο νοσοκομείο αν εγώ απουσιάσω. Αν συμβεί κάτι σε μένα, το παιδί μου δεν θα μείνει με τον σύζυγό μου. Ετσι το παιδί δεν χάνει μόνο εμένα που είμαι ο βιολογικός του πατέρας, αλλά και τον δεύτερο πατέρα του που τον μεγαλώνει από την πρώτη στιγμή, τα αδέρφια του και το σπίτι του», τονίζοντας πως η ολοκλήρωση της πράξης της τεκνοθεσίας «σκοντάφτει» πάνω σε ένα δαιδαλώδες νομικό σύστημα που χαρακτηρίζεται από μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις.
Τα ΛΟΑΤΚΙ+ έγγαμα ζευγάρια
Επιπλέον, όπως τονίζει ο Βασίλης Σωτηρόπουλος, τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ έγγαμων ζευγαριών δεν είναι καθολικά και η ισότητα στον γάμο δεν είναι δεδομένη: «Σε αντίθεση με τα ετερόφυλα έγγαμα ζευγάρια, τα ΛΟΑΤΚΙ+ έγγαμα ζευγάρια δεν έχουν το δικαίωμα με βάση το ελληνικό δίκαιο να προσφύγουν σε μέθοδο ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στην Ελλάδα. Το δικαίωμα αυτό αναγνωρίζεται σε μεμονωμένες γυναίκες ή σε γυναίκες έγγαμες με άνδρες. Επομένως, όχι, δεν υπάρχει “ισότητα στον γάμο”. Επίσης, δεν έχουν ακόμη εκδοθεί τα δημόσια έγγραφα που είναι απαραίτητα για τα παιδιά των έγγαμων ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, δηλαδή αυτή τη στιγμή οι αστυνομικές ταυτότητες των παιδιών γράφουν “μητέρα” και “πατέρας” ακόμη».
Είναι πράγματι έτοιμη η ελληνική κοινωνία να υποδεχτεί εγκάρδια τα ΛΟΑΤΚΙ+ έγγαμα ζευγάρια; «Ο γάμος μας δεν έγινε με χαρά αλλά με άγχος. Ηταν διεκπεραίωση», υποστηρίζει ο Σταύρος Γαβριλιάδης. Αυτό οφειλόταν στα υβριστικά και απειλητικά μηνύματα που λάμβαναν με τον σύζυγό του στα κοινωνικά δίκτυα όταν ανακοινώθηκε επίσημα ο πολιτικός γάμος τους. «Στραφήκαμε στο τμήμα αντιρατσιστικής βίας της Αστυνομίας κι έτσι ο γάμος μας έγινε παρουσία ένοπλων αστυνομικών κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας. Η Αστυνομία έκρινε ότι μπορεί να υπάρξει κίνδυνος για τη σωματική μας ακεραιότητα και ήθελε να μας προστατέψει».
Τέλος, για την τάση που καλλιεργείται και η οποία στο όνομα της «κριτικής στη woke ατζέντα» στρέφεται ενάντια στην καθολική πρόσβαση στα ανθρώπινα δικαιώματα και προωθεί τελικά τη ρητορική μίσους, ο Βασίλης Σωτηρόπουλος σημειώνει ότι «η “μόδα” που καλλιεργεί ο Τραμπ ήδη έχει γνωρίσει ανόητους μιμητές και στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ενας πολιτικός όμως πρέπει να καθοδηγεί και όχι να καθοδηγείται. Οι μόδες περνούν και όταν βλέπουμε τον εαυτό μας σε παλιές φωτογραφίες με γελοία ρούχα, απλά γελάμε».