Καθημερινά πλέον, κυβερνητικοί και φίλοι τους διακηρύττουν στους δημοκρατικούς πολίτες ότι το να θέλουν να διαδηλώσουν υπέρ της απόδοσης δικαιοσύνης για τον θάνατο 57 συνανθρώπων τους τούς καθιστά είτε ύποπτους είτε χρήσιμους ηλίθιους.
Η κυβέρνηση, άλλωστε, επιμένει να κραδαίνει την απειλή της σταθερότητας της χώρας. Η οποία, φυσικά, ταυτίζεται με τη ΝΔ και τον Μητσοτάκη προσωπικά, παρουσιάζοντας την πατρίδα ως περίπου ανίκανη να επιβιώσει αλλιώς.
Εξού και αναδεικνύει την κάθε ακρότητα στο μέγιστο. Στο όνομα μιας δήθεν σπουδής για την ανάσχεση της συνωμοσιολογίας, οι συμφέρουσες υπερβολές και χυδαιότητες (π.χ. ότι τους λένε «φονιάδες») παρουσιάζονται σε μια τελετουργική επίδειξη «ανθρώπινης οργής», με πολύ μεγαλύτερη προβολή από όση τους αναλογεί. Η «ανθρώπινη οργή» θα ήταν, βεβαίως, κατανοητή, αν επεδείκνυαν την ίδια κατανόηση προς όσους ανθρωπίνως οργίζονται για τους 57 νεκρούς των Τεμπών.
Θα ήταν, επίσης, πιο πειστική αν δεν προερχόταν από όσους συστηματικά χειροκροτούν επιθέσεις στους θεσμούς. Οταν, π.χ., μέλη της κυβέρνησης λένε ατάκες του τύπου «η Ευρωπαία Εισαγγελέας να πάει στο μαγαζί της, τη Ρουμανία του Τσαουσέσκου», «ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ κινείται στα όρια της προδοσίας», όταν δεν εφαρμόζουν δικαστικές αποφάσεις ή όταν αλλάζουν τη σύνθεση του ΕΣΡ με μεταμεσονύχτιο ΦΕΚ και τις ψήφους του Βελόπουλου και βγάζουν αποφάσεις που τιμωρούν δημοσιογράφους επειδή ανέφεραν τον Γρήγορη Δημητριάδη σε ρεπορτάζ για τις υποκλοπές.
Με ποια αξιοπιστία απαιτούν «σιωπητήριο» για τη δικαιοσύνη, λοιπόν, αυτοί που, επί προηγούμενων κυβερνήσεων, δεν είχαν κανένα πρόβλημα να ασκούν κριτική στην τότε ηγεσία της;
Για να τελειώνουμε, ο σεβασμός στους θεσμούς δεν είναι σαν την πίστη στο θείο. Δεν είναι μεταφυσική, δεν προσωποποιείται, ούτε υπόκειται σε κανόνες του τύπου «πίστευε και μη ερεύνα».
Οι πολίτες, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την υπόθεση των Τεμπών, δείχνουν πολύ μικρή εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και στη Δικαιοσύνη κι αυτό πρέπει να τους απασχολήσει πολύ σοβαρά γιατί αυτοί υπηρετούν τον λαό, όχι το αντίστροφο. Γι’ αυτό και η διάκριση των εξουσιών αφορά τις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ οι πολίτες δικαιούνται και να ελέγχουν και να κρίνουν. Οσο για την επίμονη προσπάθεια ταύτισης κάθε ανήσυχου πολίτη με τα άκρα, εκτός από χυδαία και προσβλητική, ας μην εκπλαγούμε αν καταλήξει να ωφελεί τον «μπαμπούλα» που δήθεν αποστρέφεται.