
Σπαρακτικές μορφές σύγχρονου δράματος. Σταυροφόροι με λάβαρα τις εικόνες των δολοφονημένων παιδιών τους ή τις ζακέτες που ξέμειναν στα χέρια τους.
«Αυτές οι μάνες με το κάρβουνο στα μάτια τους», που έγραψε ο Μάνος Ελευθερίου.
Παλεύουν μέσα στην οδύνη με όλη τους τη δύναμη σκάβοντας με τα νύχια για να βρουν δικαιοσύνη ως ελάχιστη δικαίωση. Η Μάγδα Φύσσα, η μητέρα του Ζακ Κωστόπουλου, η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη, οι γονείς του Νίκου Σαμπάνη, ο πατέρας του Βασίλη Μάγγου, του Βαγγέλη Γιακουμάκη και εσχάτως οι γονείς της τραγωδίας των Τεμπών.
Η Μαρία Καρυστιανού, ο Παύλος Ασλανίδης…
Οι φωτογραφίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας με τους γονείς του Βαγγέλη Γιακουμάκη να αγκαλιάζουν τους γονείς που έχασαν τα παιδιά τους στα Τέμπη, η Μάγδα Φύσσα να αγκαλιάζει τη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη και πολλές άλλες τέτοιες συναντήσεις έξω από τα δικαστήρια ή σε μαζικές συγκεντρώσεις είναι μαχαιριά στην καρδιά. Είναι μια σιωπηλή κραυγή που δεν αξίζει σε κανέναν γονιό να «ακούσει».
Μαμάδες και μπαμπάδες που ποτίζουν την άνυδρη αξιοπρέπεια αυτού του τόπου με τα δάκρυά τους. Που παλεύουν με τη σαπρότητα και τους δαίμονές τους. Τις αναμνήσεις και τη γραφειοκρατία, τις μεθοδεύσεις και τον λαϊκισμό.
Που στέκονται σαν θεόρατα μαύρα αγάλματα στην Ακρόπολη των ευθυνών κοιτώντας τις καρυάτιδες στα μάτια.
Ξέρουν ότι δεν θα φέρουν πίσω τα παιδιά τους, αλλά αγωνίζονται για να δικαιωθούν. Για να μην χαθούν άλλα παιδιά με τους τρόπους του χάθηκαν τα δικά τους.
Για να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Βιώνουν την απώλεια ξανά και ξανά, για να νιώσουν, ίσως, ότι μπόρεσαν να τα συναντήσουν μία τελευταία φορά, αφού δεν πρόλαβαν καν να τα αποχαιρετήσουν.
Πάει τώρα μια δεκαετία όπου βλέπουμε γονείς να αναζητούν μέσω δικηγόρων πεισματικά δικαιοσύνη για τον χαμό παιδιών.
Βλέπουμε την προσπάθεια να ενισχύσουν τον αγώνα τους και όταν ασφυκτιούν από το αίσθημα της αδικίας ή τις προσπάθειες συγκάλυψης, να απευθύνονται και στην κοινωνία. Ετσι, μετατρέπονται σε πρόσωπα που πυροδοτούν τον δημόσιο διάλογο, που καλούν σε συγκεντρώσεις, που ζητούν συμπαράσταση στην ενίοτε εχθρική απέναντί τους πολιτεία.
Γονείς που βρίσκουν το θάρρος και τη δύναμη μέσα στο βαθύ τους πένθος να έρθουν αντιμέτωποι με τους υπαίτιους του θανάτου των παιδιών τους. Να τους αντιμετωπίσουν στις δικαστικές αίθουσες, να αντιπαρατεθούν με τους υποστηρικτές τους, να ακούσουν ξανά και ξανά συνταρακτικές περιγραφές, να δουν εικόνες… Ισως αυτή η δύναμη να τους καθιστά τελικά κοινωνικά σύμβολα. Να τους κάνει συνώνυμο του αγώνα για δικαιοσύνη, που υπερβαίνει τα όρια μιας ατομικής υπόθεσης και μπαίνει στη σφαίρα και του κοινωνικού αιτήματος.
Υπάρχουν κάποια βασικά χαρακτηριστικά που ενώνουν όλες αυτές τις δραματικές ανθρώπινες κουκίδες. Το πένθος που μετατρέπεται σε πείσμα, η βουβή υπόσχεση ότι θα σταθούν κοντά στα παιδιά τους για πάντα, η αδικία… Κυρίως όμως η αξιοπρέπεια. Παρότι θα ήταν δικαιολογημένη η απουσία της για έναν γονιό που πενθεί το παιδί του.
Η μάνα που έγινε σύμβολο του αντιναζιστικού αγώνα
Από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα κι έπειτα είδαμε τη μητέρα του, την κυρία Μάγδα Φύσσα, να ορκίζεται σε τιμωρία των δολοφόνων. Αυτός ο όρκος όμως δεν ήταν απλώς μια εν θερμώ δήλωση μέσα στη δίνη της απώλειας. Ηταν πια το αίτημα που θα της έδινε το κίνητρο να αγωνιστεί με τον τρόπο που παρακολουθήσαμε όλα αυτά τα χρόνια, μέχρι την τελική της νίκη. Μέχρι τη δικαίωση.
Η μάνα ενός δολοφονημένου – από νεοναζί – νέου, έγινε η μητέρα του αγώνα κατά της καταδικασμένης πλέον εγκληματικής οργάνωσης. Τελικά, όχι μόνο κατάφερε να δικαιώσει τη μνήμη του παιδιού της, αλλά προσέφερε και στην κοινωνία ένα πιάτο ζεστό σπιτικό φαγητό τη στιγμή που ήταν για καιρό πεινασμένη.
Ηταν η μάνα μας, από το Κερατσίνι, χωρίς τις άκρες των ελίτ, χωρίς οικονομική δύναμη, χωρίς πολιτική επιρροή. Εγινε το πρότυπο του αγώνα κατά του οργανωμένου σκοταδιού.
Ολοι αυτοί οι γονείς, άλλες φορές είδαν τους δολοφόνους των παιδιών τους να μπαίνουν φυλακή, άλλες όχι. Αλλες να επιβάλλονται αυστηρές ποινές, άλλες όχι. Τις περισσότερες φορές όμως, δυστυχώς, αυτό που μας δίδαξε η πρόσφατη ιστορία, είναι πως αν οι γονείς είχαν αφήσει τις υποθέσεις, εκείνες θα είχαν κλείσει νωρίτερα και πιθανό χωρίς καμία τιμωρία για τους ενόχους!
Το αίσθημα της αδικίας και η αναζήτηση της αλήθειας
Ηταν η μητέρα του Ζακ Κωστόπουλου (Zackie Oh) κυρία Ελένη Κωστοπούλου, που δήλωνε «σας εκλιπαρώ να αποδώσετε δικαιοσύνη» και μιλώντας εκ μέρους όσων έχουν χάσει άδικα αγαπημένα τους πρόσωπα, μερικά χρόνια μετά, είπε πως «αυτό που έχουν πραγματικά ανάγκη τα παιδιά δεν είναι τα παιχνίδια, αλλά αγάπη, φροντίδα και μια δίκαιη κοινωνία».
Ηταν η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη που έχει δηλώσει:
«Το παιδί μου είχε πάει με τις φίλες της στο αστυνομικό τμήμα και ούτε καν το άκουσαν. Ούτε κατέγραψαν το συμβάν και το έδιωξαν σαν σκουπίδι. Αυτοί είναι τα σκουπίδια, τα ανεπαρκή και τα άχρηστα της Αστυνομίας. Και δεν τους τσουβαλιάζω, δεν είναι όλοι έτσι. Υπάρχουν όμως και αυτοί οι απάνθρωποι. Επρεπε να μας ειδοποιήσουν την ίδια στιγμή και εγώ θα έφτανα στη Ρόδο. Αλλά τι έκαναν; Εδιωξαν το παιδί αυτοί οι ανεπαρκείς και τον επόμενο χρόνο, όταν δολοφονήθηκε, πήγαν αυτοβούλως στην εισαγγελέα να καταθέσουν.
Ηταν ο πατέρας του δολοφονημένου από νταήδες Βαγγέλη Γιακουμάκη που δήλωνε: «Η δικαίωση για μένα είναι από τον κόσμο. Τα δικαστήρια, έγιναν για να “φανεί” ποιος ήταν ο Βαγγέλης και ποιοι ήταν αυτοί. Για μένα κατηγορούμενη είναι όλη η σχολή. Οσοι γνώριζαν. Ακόμα δεν είμαι σε θέση να διαχειριστώ την κατάσταση, προσπαθώ. Ο χρόνος σε μαθαίνει να ζεις με την απώλεια, δεν γιατρεύει. Οταν σκέφτομαι τον Βαγγέλη, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό, είναι η ημερομηνία 6 Φεβρουαρίου… Είχα τρία παιδιά κι έχω ακόμα τρία παιδιά».
Ηταν ο Γιάννης Μάγγος που έκανε λόγο από την αρχή για συγκάλυψη και έλεγε ότι ξυλοκόπησαν άγρια το παιδί του χωρίς να υπάρχει λόγος και δεν άφησε την υπόθεση του γιου του να ξεχαστεί, κατεβαίνοντας ακόμη και μόνος του σε πορείες κρατώντας χαρτόνια με μηνύματα. Πέρασαν σχεδόν πέντε χρόνια από τότε. Πριν από λίγες μέρες οι τρεις εμπλεκόμενοι αστυνομικοί καταδικάστηκαν για τον άγριο ξυλοδαρμό του Βασίλη Μάγγου το καλοκαίρι του 2020, έξω από τα δικαστήρια του Βόλου. Κρίθηκαν ένοχοι για επικίνδυνη σωματική βλάβη από κοινού. Ο Γιάννης Μάγγος μετά την απόφαση δήλωσε: «Η απόφαση του δικαστηρίου άνοιξε μια ρωγμή στη δικαστική προστασία της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας. Κατάφερε κάτι που φάνταζε χλωμό: να καταδικαστούν αστυνομικοί για ξυλοδαρμό πολίτη […] Από την αρχή συγκαλύφθηκε, στραγγαλίστηκε, υποβαθμίστηκε δικαστικά και στάλθηκε στο Μονομελές, γεγονός που αμέσως καταγγέλθηκε από εμένα, από τον Συντονισμό Συλλογικοτήτων και πολλούς άλλους στον Βόλο και παντού. Εκατοντάδες εκδηλώσεις οργανώθηκαν σε όλη την Ελλάδα. Και η έκταση που πήρε το θέμα, απέφερε αποτελέσματα. Η υπόθεση ανατράπηκε και οι κατηγορίες αναβαθμίστηκαν».
Ολες αυτές οι υποθέσεις με την κοινωνία να παρακολουθεί τις δραματικές φιγούρες γονέων να αναζητούν δικαιοσύνη για τα παιδιά τους συσσωρεύονται στην πρόσφατη τραγωδία των Τεμπών. Εδώ πια, δεκάδες γονείς αναζητούν την αλήθεια και την απόδοση ευθυνών προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη και ζητώντας τη στήριξη της κοινωνίας στον – όπως αποδεικνύεται μετ’ εμποδίων – αγώνα τους. Σύμβολο αυτού του αγώνα και αυτήν τη φορά είναι μία μάνα. Η κυρία Μαρία Καρυστιανού. Φυσικά και ο Παύλος Ασλανίδης και άλλοι γονείς δίνουν τον δικό τους αγώνα. Αναρωτιέμαι πραγματικά πού θα ήταν η υπόθεση σήμερα, αν μέσα στον πόνο τους δεν είχαν κινητοποιηθεί με τέτοιο δυναμικό αλλά και ψυχοφθόρο για αυτούς τρόπο.
Πέρα από τη δικαιοσύνη και τη γραφειοκρατία
Και δεν είναι μόνο η γραφειοκρατία, το οικονομικό κόστος, η οδύνη, η μνήμη και οι αντίδικοι που έχουν να αντιμετωπίσουν αυτοί οι γονείς. Πολιτικάντηδες, κάθε πτέρυγας, επιχειρούν να τους χρησιμοποιήσουν για πολιτικούς τακτικισμούς.
Οχι μόνο τώρα στην υπόθεση των Τεμπών, αλλά και παλιότερα.
Σπεύδουν να φωτογραφηθούν μαζί τους, να τους προτείνουν πολιτικά αξιώματα. Θυμάμαι να προτείνεται η Μάγδα Φύσσα για Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τον Γιάνη Βαρουφάκη και να απορρίπτει την πρόταση δηλώνοντας ότι δεν ήταν καν ενήμερη για αυτό… «Εχω αφιερώσει όλες μου τις δυνάμεις στην ολοκλήρωση της δίκης της ναζιστικής οργάνωσης, η οποία έχει ιδιαίτερη σημασία για μένα προσωπικά, αλλά και για τη δημοκρατία στον τόπο μας […] έχω ξεκαθαρίσει και στο παρελθόν ότι δεν ασχολούμαι με την πολιτική», θα δηλώσει.
Εκτός από τους θρηνοκάπηλους και τους τυμβωρύχους, όμως, υπάρχουν και οι άλλοι. Οι ίδιες μάνες δέχτηκαν ύβρεις και προσβολές από χυδαιολόγους κάθε είδους. Είδαμε υψηλόβαθμα πολιτικά στελέχη αλλά και δημοσιογράφους να τις διαβάλλουν και να τις συκοφαντούν. Ακούσαμε να λένε πως παλεύουν για τις αποζημιώσεις και την πολιτική καριέρα! Δεν ντράπηκαν να πουν πως πατάνε πάνω στον χαμό των παιδιών τους για να αποκτήσουν δημοφιλία ή να καπαρώσουν κάποια κομματική αργομισθία.
Οσο θλιβερό κι αν ακούγεται, αυτοί οι αξιοπρεπείς και άξιοι θαυμασμού άνθρωποι, δέχονται επιθέσεις από πρόσωπα που «πουλάνε» τα παιδιά τους για να μαζέψουν like σε οικογενειακές φωτογραφίες και τα φυτεύουν αναξιοκρατικά σε θεσούλες.
Το ότι αυτοί οι γονείς έχασαν τα παιδιά τους, δεν σημαίνει ότι έχασαν και την αξιοπρέπειά τους μαζί. Εκείνο που τους στρέφει στην κοινωνία δεν είναι κάποιου είδους ιδιοτέλεια, αλλά το αίσθημα του αδικαίωτου. Για αυτό ζητούν τη συμπαράσταση και των άλλων γονιών που θα μπορούσαν να είναι στη θέση τους και των παιδιών που θα μπορούσαν να είναι στη θέση των παιδιών τους.