Η Κοζάνη έχει αναφορά στη Θεσσαλονίκη, η Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, η Αθήνα στο Παρίσι, το Παρίσι στη Νέα Υόρκη και πάει λέγοντας. (Και το Τόκιο, το Βουκουρέστι, το Νέο Δελχί, ή το Ρότερνταμ, πού τα βάζεις;) Ποιος απ’ όλους θεωρείται ότι είναι «περιθώριο»; Είναι το Πεκίνο, είναι το Κιλκίς, είναι ένας αγρότης στον νομό Τρικάλων, που ζει και παράγει στον τόπο του κι έχει δικά του όλα τα βουνά και τις πεδιάδες, ή κάποιος που ζει στην Τσιμισκή, ή στην Πανεπιστημίου μέσα σε τέσσερις τοίχους και δεν επικοινωνεί με κανέναν; Κάποιος που ζει στη Φλώρινα ή στην Πρέβεζα και είναι μέσα σε όλα διά του Ιντερνετ, των εφημερίδων ή των ταξιδιών, είναι πιο περιθώριο από κάποιον τρωγλοδύτη των Εξαρχείων ή καταληψία, σε παλιό σπίτι της Λεωφόρου Στρατού, χαμένο στις ιδεολογικές αυταπάτες του, κόντρα στον κόσμο;
Οι πλούσιες λούμπεν κυρίες των μεγαλοαστικών κέντρων και οι πάστα φλώρες που δεν ανοίγουν ποτέ ένα βιβλίο ή μια εφημερίδα είναι in και είναι «περιθώριο» μια φουρνάρισσα στον Εβρο; Από πού προκύπτει αυτή η ματαιόδοξη αυτο-αντίληψη περί του ότι εμείς είμαστε στο (όποιο) κέντρο και όλοι όσοι ζούνε στα χωριά και στις κωμοπόλεις είναι περιθωριακοί – θυμάμαι τώρα έναν ωραίο στίχο του Γιώργου Χρονά που λέει:
Καλύτερα γριά στα Σούρμενα, παρά κυρία στη Βασιλίσσης Σοφίας. Αλλά και πάλι δεν όλες ίδιες οι γριές στα Σούρμενα, ούτε όλες ίδιες οι κυρίες στη Βασιλίσσης Σοφίας, όπου υπάρχουν και εξαιρετικές αστές και μεγαλοαστές, μορφωμένες, ευγενείς, δραστικές, μέσα στα πράγματα και στην κοινωνία – αλλιώς πάμε πάλι σε ταμπέλες, αφαιρέσεις και προκαταλήψεις σύμφωνα με τις οποίες όλοι ορίζονται μαζικά με βάση το πού μένουν και πού κατοικούν, λες και βγήκανε πανομοιότυποι, από βιοτεχνία. Υπάρχει αυτόματη αναπαραγωγή ανθρωπότυπων λόγω συνοικίας, πλούτου, ή περιοχής και γεωγραφίας, στην εποχή του Ιντερνετ; Οχι, πια. Διότι μπορεί ένας γιάπις που ζει στη Νέα Υόρκη, down town, να είναι ανενημέρωτος, απολύτως άσχετος με το τι συμβαίνει στον κόσμο, πάντως λιγότερο ενημερωμένος από έναν νεαρό αγρότη που μεγαλώνει στο Κακοσάλεσι, διαβάζει τα πάντα και συνομιλεί μέσω Viber καθημερινώς με τον αδελφό του που σπουδάζει στο Κέμπριτζ, ή στην Ξάνθη. Το είδαμε στο μεγαλοπρεπές κιτς που κυριάρχησε στην ορκωμοσία Τραμπ, ο οποίος δήλωσε επίσης ότι η Τουρκία είναι εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια στη Συρία – περιοχή όπου τους περισσότερους προηγούμενους αιώνες κυριάρχησε ο ελληνισμός. (Ελληνιστική εποχή, ελληνορωμαϊκή, Βυζάντιο). Ούτε ο πλούτος, ούτε ο τόπος (Νέα Υόρκη, Ουάσιγκτον) εγγυάται πως κάποιος πλούσιος και μορφωμένος (δηλαδή, απλώς, κάτοχος αριθμού πτυχίων) που ζει εκεί δεν είναι άλλη μια περίπτωση μονοδιάστατου λούμπεν μεγαλοαστού, αποκομμένος από τη γεωγραφία, την Ιστορία και την αισθητική. Πέραν της άλλης θηριώδους αντίφασης, οι φτωχοί και οι φορτηγατζήδες στο Αμέρικα να ψηφίζουν Τραμπ κάτι για το οποίο υπάρχει κάποια εξήγηση, όπως και το ότι πολλές μπεκάτσες ψηφίζουν το κόμμα των κυνηγών.
Ποιος είναι περιθώριο και πού; Ποιος είναι πλέον ο «βλάχος»; Πρέπει να βρούμε έναν νέο ορισμό – πάντως δεν είναι πια η εποχή που ο Κώστας Χατζηχρήστος, φορούσε φουστανέλα και σατίριζε στις ταινίες ως βλαχαδερά τους όποιους αγρότες ή γελαδάρηδες της χώρας, ενώ οι Αμερικανοί πρόβαλαν τις ΗΠΑ δείχνοντας έναν καουμπόι (αγελαδάρη) να καπνίζει Marlboro και καμάρωναν γι’ αυτό. Και γιατί οι αμερικανοί γελαδάρηδες (και λόγω των ταινιών γουέστερν) ήταν in, ενώ οι κτηνοτρόφοι της Αρτας ήταν βλάχοι; Δώσε, μεγάλε, μιαν εξήγηση. Γιατί ο αγράμματος (και φονιάς) Τζάνγκο ήταν ήρωας και ο Μήτσος ήταν παιδί ενός κατώτερου Θεού; Και ποιος απ’ τους δυο ήταν περιθώριο; (Τώρα, στη σειρά «Yellowstown του Νέτφλιξ βλέπεις πάμπλουτους αμερικανούς καουμπόις να σαλαγούν μοσχάρια καβάλα σε ελικόπτερα, με κινητά, μέσα από τζιπάρες, αλλά και με άλογα, σπιρουνάτοι, ένοπλοι και καμαρωτοί, ως ανθός του έθνους).
Δηλαδή, αυτά τα κλισέ έχουν πλέον τόση αξία, όση και ένα λαχείο που κληρώθηκε πρόπερσι. Τέρμα τα φιλολογικά σαλόνια της μαντάμ Ζιλιέτ Ρεκαμιέ, οι Γκαλιμάρ των Παρισίων του ’30, τέρμα ο Προυστ και η μαντάμ ντε Γκερμάντ, οι Μπενάκηδες και οι φιλότεχνοι εφοπλιστές Εμπειρίκοι. Ολοι γίναμε πολίτες ενός παγκόσμιου χωριού, όλοι φοράμε μπλουτζίν, έχουμε κινητό και λάπτοπ, ο υπερτουρισμός στραγγαλίζει τις πόλεις κι ένα παιδάκι ακόμα και εφτά ετών έχει μέσω της οθόνης πρόσβαση στα πάντα, σε κάθε γνώση – ενώ με 25 ευρώ ταξιδεύεις στη Ρώμη και ξεστραβώνεσαι. (Μερικοί βρίσκουν τέτοια εισιτήρια).
Γιατί, λοιπόν, ορισμένοι θεωρούν περιθώριο έναν πτυχιούχο νέο αγρότη που ζει σε χωριό της Λάρισας, έχει θηριώδες τζιπ και πάει δυο φορές τον χρόνο στο Μιλάνο να ακούσει όπερα; Πώς θα ορίσουμε πλέον τον περιθωριακό στις νέες συνθήκες εύκολης, φτηνής και ταχείας κινητικότητας, στην εποχή του Ιντερνετ που έχεις όλες τις ξένες εφημερίδες στο κομπιούτερ σου, από την Ισπανία, την Ιταλία και τη Γαλλία ως του διαβόλου τη μάνα; Απλά: περιθωριακός είναι εκείνος που αρνείται την κοινωνία και έχει ιδεολογικοποιήσει τις εμμονές και το καβούκι του. (Κάποιοι, ωστόσο, τα περνούνε μια χαρά – αν η εντός του κόσμου απομόνωση είναι συνειδητή επιλογή τους).