Το μοντέλο που πλέον δεν λειτουργεί

Η ήττα του ΠΑΟΚ από την ΑΕΚ στην Τούμπα άφησε τον πρωταθλητή δέκα ολόκληρους βαθμούς πίσω από τον πρωτοπόρο Ολυμπιακό και έξι πίσω από τον ΠΑΟ και την ΑΕΚ που μοιράζονται τη δεύτερη θέση η οποία είναι κι αυτή ένας σημαντικός στόχος καθώς φέτος δίνει ένα εισιτήριο για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Πολλοί αναρωτιούνται τι έπαθε ο ΠΑΟΚ. Ας θυμηθούμε πως έφτασε ως εδώ.

Αμυνα

Ο ΠΑΟΚ δεν έπαθε τίποτα το παράξενο: απλά, εξαιτίας κάποιων λανθασμένων επιλογών που ξεκίνησαν πέρυσι το καλοκαίρι, χάλασε άθελά του όλες τις γραμμές της περσινής ομάδας του. Πρώτα από όλα χάλασε την άμυνά του με την πώληση του Κουλιεράκη και τη φυγή του Μεϊτέ, που επέστρεψε τώρα, αλλά θα χρειαστεί καιρό να βρει τη φόρμα του: η χρησιμοποίησή του στο ματς με την ΑΕΚ ως αλλαγή ήταν ένας λόγος της ήττας του ΠΑΟΚ στο κυριακάτικο ντέρμπι. Ο ΠΑΟΚ δεν κέρδισε πέρυσι το πρωτάθλημα χάρη στην άμυνά του, όμως είχε μάθει να ζει με τα λάθη της. Επίσης ο Κουλιεράκης του έδινε πολλά επιθετικά και ως σκόρερ αλλά και στη γενικότερη οργάνωση του παιχνιδιού. Ο ΠΑΟΚ απέκτησε δυο παίκτες για να τον αντικαταστήσουν: τον Κόλεϊ, που ήταν ένα στοίχημα, και τον Λόβρεν με προϋπηρεσία στη Λίβερπουλ. Τώρα ήρθε κι ένας τρίτος: ο Πολωνός Ματέους Βιετέσκα. Ολοι αυτοί απλά μεγάλωσαν τη νοσταλγία για τον έλληνα άσο.

Μεσαία γραμμή

Η φυγή του Μεϊτέ πέρυσι το καλοκαίρι είχε δυσάρεστες επιπτώσεις και στη λειτουργία της μεσαίας γραμμής. Κάποιος θα πει ότι ο παίκτης που τον αντικατέστησε, δηλαδή ο Μαντί Καμαρά, είναι ένας από τους καλύτερους σε προσφορά φέτος. Ισχύει. Ομως ο καλός Μαντί δεν είναι αμυντικός χαφ: πήρε τη θέση του Μεϊτέ στην ενδεκάδα αλλά δεν καλύπτει τον ρόλο του. Είναι ένας δημιουργικός ποδοσφαιριστής, ένας χρήσιμος χαμάλης πολυτελείας που όμως δεν τα καταφέρνει παρά το τρέξιμό του ούτε στην κάλυψη της άμυνας, ούτε στην οργάνωση του παιχνιδιού από τα μετόπισθεν. Ο ΠΑΟΚ για αυτή τη δουλειά πήρε το καλοκαίρι τον Μπακαγιόκο. Που όχι μόνο δεν πρόσφερε το παραμικρό, αλλά αρνείται τώρα και να λύσει το συμβόλαιό του.

Επίθεση

Αυτό ωστόσο που φέτος είναι ολότελα διαφορετικό από πέρυσι είναι η λειτουργία της επίθεσης. Πέρυσι ο ΠΑΟΚ στις διοργανώσεις που πήρε μέρος πέτυχε πάνω από 100 γκολ, νούμερο εξωπραγματικό για ελληνική ομάδα. Το έκανε χωρίς να σκοράρουν τα σέντερ φορ του, αλλά παίρνοντας γκολ από όλους τους υπόλοιπους κυνηγούς του. Πέρυσι μόνο στο πρωτάθλημα ο Ντεσπότοφ πέτυχε 11 γκολ, ο Ζίφκοβιτς 10, ο Κωνσταντέλιας 9, ο Μουργκ 8, ο Τάισον 5. Υπήρχε ένας επιθετικός μηχανισμός που δούλευε εξαιρετικά αλλά υπήρχε γκρίνια για τα σέντερ φορ που σκόραραν λίγο: ο Τόμας είχε μόλις 8 γκολ και ο Σαμάτα 2. Κανείς δεν έβλεπε ότι οι δυο σέντερ φορ έκαναν πολλές, χρήσιμες και κυρίως διαφορετικές δουλειές παίζοντας πολύ για τους περιφερειακούς συμπαίκτες τους: ο Τόμας ήταν χρήσιμος όπου υπήρχε ανάγκη για πρέσινγκ και αντεπιθέσεις, ο Σαμάτα όπου υπήρχε ανάγκη από ένα φορ περιοχής γιατί ο αντίπαλος έπαιζε κλειστά. Οι δυο κρίθηκαν κομμάτι ανεπαρκείς, κανείς τους δεν έφυγε αλλά αποκτήθηκαν άλλοι δύο: ο Τσάλοφ και ο Τισουντάλι – ο δεύτερος ήδη μας αποχαιρέτησε. Οι δυο αυτοί, πέρα από εμφανέστατα προβλήματα προσαρμογής, είχαν ανάγκη να παίζουν για αυτούς οι συμπαίκτες τους: κάπως έτσι ο περσινός μηχανισμός καταστράφηκε κι όταν χτύπησε και ο Ζίφκοβιτς η επιθετική δυσκολία έγινε τεράστια. Πρώτοι σκόρερ του ΠΑΟΚ είναι φέτος ο Καμαρά και ο αριστερός μπακ Μπάμπα. Και οι δυο κάνουν πολύ καλό πρωτάθλημα. Αλλά το γεγονός ότι σκοράρουν μόνο αυτοί σημαίνει πως κάτι γίνεται λάθος.

Επιλογές

Ολη αυτή η μικρή περίληψη προηγουμένων δείχνει πως ο ΠΑΟΚ έκανε κυρίως λάθος στις επιλογές ποδοσφαιριστών που ήρθαν το περασμένο καλοκαίρι: Κόλεϊ, Λόβρεν, Μπακαγιόκο, Τσάλοφ, Τισουντάλι έχουν δώσει μέχρι τώρα ελάχιστα – ο Σορετίρε είναι μικρός για να υπάρχουν απαιτήσεις. Γιατί ήταν τόσες πολλές οι αστοχίες; Γιατί ο ΠΑΟΚ δουλεύει καιρό τώρα χωρίς έναν τεχνικό διευθυντή: ως τέτοιος στο οργανόγραμμα εμφανίζεται ο Χρήστος Καρυπίδης, που όμως είναι ο τελευταίος που φταίει για όσα συνέβησαν. Δεν έχει την ευθύνη του σχεδιασμού και των επιλογών: όλα αυτά απασχολούν άλλους. Με τα μεταγραφικά του ΠΑΟΚ ασχολούνται ως σκάουτερ οι παλιοί ποδοσφαιριστές και γνώστες Κώστας Μαλιούφας και  Γιώργος Κωστίκος, έχει λόγο ο υιός Σαββίδης, ο Γιώργος, αλλά και ο Ιωάννης Σαββίδης ο ανιψιός του Ιβάν που έχει και τη γενική ευθύνη του ΠΑΟΚ Β’. Πάντα υπάρχουν κάποιοι που συμβουλεύουν τον μεγαλομέτοχο – γνώστες του πρωταθλήματος της Ρωσίας, της Πολωνίας, της Ουκρανίας κ.λπ. Αλλά από πέρυσι οι τελικές αποφάσεις βαραίνουν σχεδόν αποκλειστικά τον κόουτς Ραζβάν Λουτσέσκου.

Εξουσίες

Βλέποντας την εξέλιξη των πραγμάτων έχω την εντύπωση πως συνέβη το εξής απλό. Ο Ιβάν Σαββίδης εντυπωσιασμένος σίγουρα από την περσινή επιτυχία της ομάδας συμφώνησε εξ αποστάσεως με αυτό που όλοι έλεγαν στο τέλος του περσινού πρωταθλήματος ότι δηλαδή το περσινό πρωτάθλημα ήταν αποκλειστικά έργο Λουτσέσκου. Το αποτέλεσμα ήταν να παραχωρηθούν απόλυτες εξουσίες στον Ρουμάνο που όντως λειτουργεί ως ένα είδος μάνατζερ αγγλικής ομάδας της δεκαετίας του ’80. Αλλά αν οι ίδιοι οι Αγγλοι άφησαν κατά μέρους αυτό το μοντέλο ποντάροντας σε τεχνικούς διευθυντές που έχουν τη δυνατότητα να φτιάχνουν ομάδες ξοδεύοντας αλλά και επιλέγοντας προσεκτικά παίκτες κάποιος λόγος θα υπάρχει.

Μοναδικό

Θυμάμαι ότι όταν έφυγε ο Ζοζέ Μπότο, ο Πορτογάλος που είναι ο τελευταίος που δούλεψε ως τεχνικός διευθυντής, διάφοροι παλαίμαχοι της ομάδας τον κατηγορούσαν για κακές επιλογές, φέρνοντας ως παράδειγμα τις αγορές παικτών όπως ο Νίκολας Κουαλιάτα και ο Σουάρεθ που κανείς δεν θυμάται. Ισως ο Μπότο να ήταν κακός στη δουλειά του: ο ίδιος φεύγοντας είπε πως ένιωθε κάπως παράταιρος στον κόσμο του ελληνικού ποδοσφαίρου και πως πριν γίνει δεκτή η τελευταία του παραίτηση είχε παραιτηθεί δυο φορές ακόμα. Ομως το βέβαιο είναι πως δεν αντικαταστάθηκε ποτέ. Κι ότι το μοντέλο που προέκυψε στη συνέχεια, με τον Λουτσέσκου να λειτουργεί ως απόλυτο αφεντικό, δεν δημιούργησε φέτος μια καλή ομάδα. Ο ΠΑΟΚ έχει πετύχει φέτος κάτι μοναδικό. Να έχουν χρησιμοποιηθεί στην ομάδα του τέσσερα φορ που δεν του έδωσαν σχεδόν τίποτα (Τσάλοφ, Τισουντάλι, Τόμας και Σαμάτα) κι ένας που δόθηκε δανεικός, ο νεαρός Τζίμας, να πουλήθηκε πάνω από 20 εκατ. ευρώ…