
Αν ένα πράγμα μπορώ να το πω με βεβαιότητα για τον ανασχηματισμό είναι ότι το αποτέλεσμα ήταν αντάξιο της αναμονής. Οχι ως προς την ουσία του ζητήματος, δηλαδή τη βελτίωση της κυβέρνησης και της απόδοσής της, αλλά στο επίπεδο των εντυπώσεων, επικοινωνιακά. Η αναμονή είχε τραβήξει πολύ και, όταν συμβαίνει αυτό, αυξάνονται και οι προσδοκίες εκείνων που περιμένουν. Εννοώ βέβαια τους επαγγελματίες του ευρύτερου χώρου· ειδάλλως, αν μιλάμε για τους κανονικούς ανθρώπους, η πλειονότητά τους αδιαφορούσε για τον ανασχηματισμό. Και πολύ καλά έκανε, εδώ που τα λέμε, να αδιαφορεί για τις τεχνικές και τις άλλες δυσκολίες του εγχειρήματος, διότι η λειτουργία των σύγχρονων μαζικών δημοκρατιών ακολουθεί τη λογική του εστιατορίου: ορισμένες κατηγορίες επαγγελματιών απασχολούνται στην κουζίνα και το σέρβις – είναι οι πολιτικοί, οι πολιτευόμενοι, οι επιστημονικοί σύμβουλοι, οι δημοσιογράφοι κ.ά. Οι πελάτες που κάθονται στα τραπέζια και περιμένουν την παραγγελία τους είναι οι ψηφοφόροι και αυτούς δεν τους νοιάζει τι και πώς γίνεται μέσα στην κουζίνα. Τους ενδιαφέρουν μόνο η ποιότητα του φαγητού, η ποιότητα του σέρβις και οι τιμές. Αυτά, λοιπόν, θα κριθούν στο μέλλον. Οταν θα φτάσουν στο τραπέζι τα πιάτα και τα γευτούν οι πελάτες…
Μέχρι τότε, θα σταθώ σε δύο από τις αλλαγές που έκανε στην κουζίνα ο Πρωθυπουργός. Κατ’ αρχάς, η αντικατάσταση του Κωστή Χατζηδάκη από τον Κυριάκο Πιερρακάκη. Πολλοί (μεταξύ αυτών και ο ίδιος, καθόσον γνωρίζω) είχαν διαγνώσει στη μετάθεσή του στο υπουργείο Παιδείας από το Ψηφιακής Διακυβέρνησης, στο οποίο είχε διαπρέψει, την πρόθεση του Πρωθυπουργού να τον κάψει. Οχι τελείως, αλλά να τον τσουρουφλίσει σε ένα δύσκολο υπουργείο, για να μην αναπτυχθεί απότομα. Ο κ. Πιερρακάκης όμως τα κατάφερε να βγει κι από πάνω. Γιατί, όχι μόνο απέφυγε τα ναρκοπέδια, αλλά άφησε πίσω του και δύο έργα αξιομνημόνευτα, τα Ωνάσεια Σχολεία, που προστίθενται στα ήδη υπάρχοντα πρότυπα και πειραματικά, καθώς και τη δυνατότητα λειτουργίας μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα. Συνεπώς, αφού είχε περάσει με επιτυχία τις δοκιμασίες, μπορούσε να διαδεχθεί στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών τον καλύτερο υπουργό των κυβερνήσεων Μητσοτάκη, τον κ. Χατζηδάκη, ο οποίος αναλαμβάνει αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κ. Πιερρακάκης συνεχίζει από εκεί όπου άφησε το τιμόνι ο κ. Χατζηδάκης, στην ίδια πάντα πορεία. Το εγγυάται η πολιτική και πνευματική συγκρότησή του (αδυνατώ να τον φανταστώ ως σύγχρονη εκδοχή του Τσοβόλα…), αλλά και το ότι θα βρίσκεται υπό την επίβλεψη του αντιπροέδρου της κυβέρνησης. Η συνέχιση της ίδιας οικονομικής πολιτικής είναι το θετικότερο από τα μηνύματα του ανασχηματισμού, για τον απλό λόγο ότι, στις σύγχρονες μαζικές δημοκρατίες, η βασική προϋπόθεση για την καλή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι η καλή οικονομία. Οσον αφορά την πολιτική σημασία της προαγωγής του κ. Πιερρακάκη, αυτή προκύπτει μέσα από το πλαίσιο των εσωτερικών ισορροπιών ισχύος της κυβέρνησης. Δεν είναι μόνο ότι τον βάζει σε θέση δυνάμει δελφίνου, είναι ότι συγχρόνως προάγει σε αντιπρόεδρο τον προκάτοχό του. Με τον τρόπο αυτόν, ο Πρωθυπουργός δεν φτιάχνει απλώς έναν νέο δελφίνο απέναντι στον Νίκο Δένδια, δημιουργεί έναν άξονα απέναντι στον κ. Δένδια, δεδομένου ότι, από την περασμένη Παρασκευή, τα συμφέροντα του αντιπροέδρου και του υπουργού Οικονομίας σε μεγάλο βαθμό πλέον συμπίπτουν.
Το δεύτερο σημείο που εκτιμώ ως αξιοσημείωτο είναι η ανάθεση του κρίσιμου υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών στους Χρίστο Δήμα και Κωνσταντίνο Κυρανάκη. Για τους δύο αυτούς, η ευθύνη που ανέλαβαν είναι της κατηγορίας «make or break», που λένε οι αγγλόφωνοι. Ή θα κάνουν τη διαφορά και με τον τρόπο αυτόν κερδίζουν μία θέση στο μέλλον του κόμματος ή προστίθενται και αυτοί στη στρατιά των μετρίων που απλώς επιβιώνουν. Ο κ. Μητσοτάκης διάλεξε δύο πολιτικούς ικανούς (μέχρι τώρα τουλάχιστον…), μαχητικούς, φιλόδοξους και προπαντός νέους. Μακάρι να εκτιμήσουν την ευκαιρία που τους δίνεται και όχι μόνο για τον εαυτό τους…