Δείτε όσα καταγράφει ο διεθνής τύπος
Το ουκρανικό ζήτημα, το μέλλον της εκεχειρίας στη Γάζα, το νέο αιματοκύλισμα στη Συρία και οι εξελίξεις που αφορούν την Κίνα ήταν τα ζητήματα που κυριάρχησαν στο προσκήνιο των διεθνών συγκρούσεων την περασμένη εβδομάδα. Στην ουκρανική κρίση, το Κίεβο συμφώνησε σε 30ήμερη κατάπαυση του πυρός με αντάλλαγμα αμερικανική υποστήριξη πληροφοριών, ενώ η Μόσχα εμφανίζεται επιφυλακτική, αμφισβητώντας την αποτελεσματικότητα της πρότασης.
Στη Μέση Ανατολή, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται στην Ντόχα για επέκταση της εκεχειρίας στη Γάζα, με πρόταση για 60 ημέρες εκεχειρία με αντάλλαγμα για την απελευθέρωση ομήρων.
Ανησυχητική κλιμάκωση βίας καταγράφηκε στη Συρία, με την κοινότητα των Αλαουιτών και Χριστιανών να υφίσταται σεχταριστικές επιθέσεις και τον ΟΗΕ να αναφέρει 111 επιβεβαιωμένους θανάτους αμάχων.
Στην Ασία, η Ταϊβάν ενέκρινε αμυντικό προϋπολογισμό-ρεκόρ εν μέσω κινεζικών απειλών, ενώ οι εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας διαταράχθηκαν περαιτέρω με τους νέους δασμούς και την κρίση φεντανύλης να επιβαρύνοντας τις διμερείς σχέσεις.
Ο δυτικός Τύπος
Σε κύριο άρθρο της Wall Street Journal στις 11 Μαρτίου, με τίτλο «Η Ουκρανία υποκλίνεται στην κατάπαυση του πυρός του Τραμπ», αναφέρεται ότι η Ουκρανία υποχώρησε στις πιέσεις των ΗΠΑ και συμφώνησε στους όρους κατάπαυσης του πυρός με τη Ρωσία όπως απαιτούσε ο Πρόεδρος Ντόναλτ Τραμπ. Ως αντάλλαγμα, οι ΗΠΑ δηλώνουν ότι αποκατέστησαν την υποστήριξη πληροφοριών προς την Ουκρανία, ενώ η Ρωσία συνεχίζει να επιτίθεται. Η Ουκρανία συμφώνησε σε 30ήμερη κατάπαυση του πυρός, υπό την προϋπόθεση ότι θα δεχτεί και η Ρωσία, μια προσφορά που το Κίεβο δεν μπορούσε να αρνηθεί. Η απόσυρση της στρατιωτικής βοήθειας και το κλείσιμο της στρόφιγγας των πληροφοριών από τον Τραμπ στοίχιζε ζωές στον ουκρανικό στρατό, με τη Ρωσία να κερδίζει έδαφος, ιδιαίτερα στην περιοχή του Κουρσκ. Η αποδεσμευμένη αμερικανική βοήθεια περιλαμβάνει εξοπλισμό αξίας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων που είχε εγκριθεί από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα παρουσιάσουν την προσφορά κατάπαυσης του πυρός στη Μόσχα. Αν η Ρωσία αποδεχθεί την προσφορά, αυτό δεν θα φέρει απαραίτητα μια διαρκή ειρήνη. Στο παρελθόν, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έχει δώσει πολλές υποσχέσεις κατάπαυσης του πυρός, μόνο και μόνο για να δώσει εντολή στα στρατεύματά του να καταλάβουν εδάφη. Σημαντική δοκιμασία θα είναι το αν σταματήσουν οι μάχες στην περιοχή του Κουρσκ ή όχι. Το μεγαλύτερο ερώτημα είναι πώς ο Τραμπ θα πείσει τον Πούτιν να συμφωνήσει σε ειρηνευτικούς όρους αποδεκτούς από την Ουκρανία, καθώς ο Πούτιν δεν έχει κάνει καμία παραχώρηση μέχρι στιγμής.
Σε άρθρο του Economist, με ημερομηνία 11 Μαρτίου και τίτλο «Ευρώπη: Αποφεύγοντας τις διπλωματικές σφαίρες», αναφέρεται ότι η Ουκρανία ελπίζει πως η προσφορά της για κατάπαυση του πυρός θα ανατρέψει την κατάσταση με τη Ρωσία, καθώς με τη συμφωνία για ανακωχή επανακτά μέρος της αμερικανικής υποστήριξης και ασκεί πίεση στο Κρεμλίνο. Η Ουκρανία συμφώνησε καταρχήν σε αμερικανική πρόταση για «άμεση» 30ήμερη κατάπαυση του πυρός, η οποία ήταν αρκετή για να ξεμπλοκάρει τη ροή αμερικανικών όπλων και πληροφοριών. Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε ότι η «μπάλα είναι τώρα στο γήπεδο» της Ρωσίας. Η συμφωνία επετεύχθη μετά από εντατικές προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένης μιας επιστολής του Βολίντιμιρ Ζελένσκι προς τον Τραμπ, υποσχόμενος ειρήνη και προτείνοντας μερική κατάπαυση του πυρός. Οι συνομιλίες στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, με Σαουδάραβες διαμεσολαβητές, οδήγησαν στην αμερικανική πρόταση για πλήρη κατάπαυση του πυρός για 30 ημέρες, με τη δυνατότητα ανανέωσης εφόσον συμφωνήσουν και οι δύο πλευρές. Συζητήθηκε επίσης η αποκατάσταση της στρατιωτικής βοήθειας και της ανταλλαγής πληροφοριών. Επιπλέον, οι πλευρές μίλησαν περί ανθρωπιστικής βοήθειας, αλλά και περί συμφωνίας για την ανάπτυξη των κρίσιμων ορυκτών πόρων της Ουκρανίας. Ο Μακρόν από την μεριά του, φιλοξένησε στρατιωτικούς ηγέτες για να καθορίσουν «αξιόπιστες εγγυήσεις ασφαλείας» για την Ουκρανία. Η Ουκρανία φαίνεται να έχει ανακτήσει κάποια πρωτοβουλία, αποδεικνύοντας ότι επιθυμεί ειρήνη. Η επιτυχία αυτής της διαδικασίας μπορεί να μην εγγυάται τη νίκη, αλλά αυτό που φαίνεται είναι ότι η Ουκρανία απέφυγε την ήττα.
Σε άρθρο της Elsa Conesa, ανταποκρίτριας του Le Monde στο Βερολίνο, που δημοσιεύτηκε στις 12 Μαρτίου με τίτλο «Φρίντριχ Μερτς, Γερμανός Καγκελάριος πριν την ώρα του», αναφέρεται ότι ο επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), Φρίντριχ Μερτς, έχει ήδη ξεκινήσει σημαντικά έργα στη Γερμανία και στο εξωτερικό, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν ξεκινήσει οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού. Παρότι δεν είναι ακόμη καγκελάριος, ο Μερτς έχει επισκιάσει τον Όλαφ Σολτς. Συναντήθηκε με Ευρωπαίους ηγέτες και αξιωματούχους, στέλνοντας τα σωστά μηνύματα. Στο Παρίσι, χαιρετίστηκε ως «μελλοντικός Γερμανός Καγκελάριος» από τον Μακρόν, παραβλέποντας το διπλωματικό πρωτόκολλο. Ο Μερτς έχει ξεκινήσει φιλόδοξα σχέδια, όπως η αναθεώρηση του Συντάγματος για τη χρηματοδότηση της άμυνας, η προσαρμογή του «φρένου χρέους», η δημιουργία επενδυτικού ταμείου 500 δισ. ευρώ και η επέκταση της γαλλικής πυρηνικής ομπρέλας στη Γερμανία. Πολλοί πίστευαν ότι ο Μερτς δεν θα μπορούσε να μπορούσε να εφαρμόσει μια κεντρώα κυβερνητική πολιτική λόγω της πολιτικής του κόμματός του για την μετανάστευση, αλλά αυτή η άποψη φαίνεται να έχει διαψευσθεί. Για να πετύχει το κυβερνητικό σχήμα ο Μερτς κατέληξε σε συμφωνία «κατ’ αρχήν» με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), υπερβαίνοντας τις διαφορές τους, ιδίως στην μεταναστευτική πολιτική. Τώρα το κύριο εμπόδιο είναι η έγκριση της συνταγματικής αναθεώρησης από την Bundestag (γερμανική βουλή), που απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων. Χρειάζεται επιπλέον και η υποστήριξη των Πρασίνων.
Σε άρθρο του Álvaro Sánchez, που δημοσιεύτηκε στο El País στις 12 Μαρτίου, με τίτλο «Η Wall Street χάνει την υπομονή της με τον Τραμπ», αναφέρεται ότι οι επενδυτές, που κάποτε καλωσόρισαν τη νίκη του Τραμπ, τώρα εγκαταλείπουν τις αμερικανικές αγορές και πιέζουν τον πρόεδρο να ανατρέψει τις πιο αμφιλεγόμενες πολιτικές του. Οι αμερικανικές αγορές βρίσκονται σε φάση ανακαθορισμού μετά τα υψηλά ρεκόρ της 19ης Φεβρουαρίου. Η Wall Street αναρωτιέται αν η θητεία Τραμπ θα είναι όπως την περίμενε. Αντί για φορολογικές ελαφρύνσεις, απορρυθμίσεις και οικονομική άνθηση, η θητεία του χαρακτηρίζεται από αστάθεια. Ένας ακανόνιστος εμπορικός πόλεμος, μαζικές απολύσεις στην κυβέρνηση και η διαμάχη με τον Ζελένσκι έχουν προκαλέσει αναταραχή. Υπάρχει η αίσθηση ότι η αμερικανική οικονομία χάνει τη δυναμική της, ενώ η UBS προειδοποιεί για την πιθανότητα στασιμοπληθωρισμού. Ο Τραμπ μίλησε για μια «περίοδο μετάβασης» και δεν απέκλεισε την ύφεση. Η πολιτική αβεβαιότητα οδηγεί τους καταναλωτές να ανησυχούν και τις επιχειρήσεις να αναβάλλουν τις επενδύσεις. Το χρήμα φεύγει από τις ΗΠΑ. Ο S&P 500 και ο Nasdaq βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα εγώ και 6 μήνες. Επενδυτές μεταπηδούν σε άλλες αγορές, όπως η Κίνα και η Ευρώπη. Αμυντικοί τομείς, όπως εταιρείες καταναλωτικών αγαθών και φαρμακευτικές εταιρείες, εμφανίζουν μικρότερη μεταβλητότητα. Η απώλεια της υπομονής της Wall Street με τον Τραμπ, θα μπορούσε να τον πιέσει να υποχωρήσει στον εμπορικό πόλεμο. Η ταχύτητα με την οποία εξανεμίζονται οι προσδοκίες της αγοράς για τον Τραμπ είναι εντυπωσιακή.
Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής
Σε δημοσίευμα (δημοσιεύτηκε στις 12 Μαρτίου), από το δίκτυο Sky News Arabia, με τίτλο «Η πρόταση των 60 Ημερών: Λεπτομέρειες της επερχόμενης συνάντησης στην Ντόχα για τη Γάζα», αναφέρεται ότι ο Αμερικανός απεσταλμένος στην Μέση Ανατολή, Στηβ Γουίτκοφ, έφτασε στο Κατάρ για συνομιλίες με στόχο την επέκταση της εύθραυστης κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας. Ο Γουίτκοφ αναμένεται να συναντηθεί με τον Πρωθυπουργό του Κατάρ, Μοχάμεντ μπιν Αμπντουλραχμάν Αλ Θανί. Το Ισραήλ ελπίζει ότι οι ΗΠΑ θα προτείνουν παράταση της κατάπαυσης του πυρός για περίπου δύο μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων η Χαμάς θα απελευθερώσει περίπου τους μισούς ζωντανούς αιχμαλώτους. Η προτεινόμενη συμφωνία θα προβλέπει την απελευθέρωση 10 ζωντανών ομήρων, συμπεριλαμβανομένου του Αμερικανο-Ισραηλινού Ιντάν Αλεξάντερ, με αντάλλαγμα επιπλέον 60 ημέρες κατάπαυσης του πυρός. Η Χαμάς μέχρι στιγμής απορρίπτει την πρόταση, επιμένοντας σε συμφωνία που επιτεύχθηκε τον Ιανουάριο. Πηγές αναφέρουν ότι η Χαμάς είναι πρόθυμη να συμφωνήσει σε μια μακρά παράταση της κατάπαυσης του πυρός, χωρίς μετάβαση στη δεύτερη φάση της συμφωνίας. Ωστόσο, πιθανότατα θα απαιτήσει την απελευθέρωση κρατουμένων ηγετών της Χαμάς. Σε γενικές γραμμές, υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των αμερικανικών και ισραηλινών προσδοκιών από τις συνομιλίες.
Σε κύριο άρθρο της συντακτικής ομάδας της Jerusalem Post, που δημοσιεύτηκε στις 12 Μαρτίου, με τίτλο «Η σιωπή λέει πολλά: Η κάλυψη από τα ΜΜΕ των σφαγών των Αλαουιτών στη Συρία πρέπει να κριθεί», υπογραμμίζεται η ελλιπής κάλυψη από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης των βίαιων συγκρούσεων και των σφαγών της κοινότητας των Αλαουιτών στη δυτική ακτή της Συρίας. Ο Εκπρόσωπος του Γραφείου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, Θαμέν Αλ-Κιτάν, ανέφερε ότι έχουν καταγραφεί 111 θάνατοι αμάχων, ενώ ο πραγματικός αριθμός αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερος. Ο ΟΗΕ ανέφερε ότι ολόκληρες οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, σκοτώθηκαν σε μια σειρά σεχταριστικών δολοφονιών από τον στρατό ο οποίος κινήθηκε εναντίον μιας ανταρσίας των υποστηρικτών του Μπασάρ αλ Άσαντ. Το γεγονός ότι η εν λόγω βία δεν έλαβε την προσοχή που της άξιζε είναι προβληματικό, καθώς η προσοχή της κοινής γνώμης πρέπει να κατανέμεται εξίσου σε όλες τις βίαιες επιθέσεις που σημειώνονται. Οι επιθέσεις φέρεται να πραγματοποιήθηκαν από τις δυνάμεις της μεταβατικής κυβέρνησης εναντίον της μειονοτικής κοινότητας των Αλαουιτών, της ίδιας κοινότητας στην οποία ανήκει ο Άσαντ. Από την μεριά του, ο Υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ Γκίντεον Σαάρ δήλωσε ότι η συζήτηση για τη μετάβαση των κυβερνήσεων στη Συρία είναι τεχνητή, καθώς δεν πρόκειται για ένα δημοκρατικά εκλεγμένο καθεστώς.
Ο Τύπος της Ασίας
Σε άρθρο του Howard Shen, που δημοσιεύτηκε στις 11 Μαρτίου, στην Taipei Times, με τίτλο «Το Εθνικιστικό Κόμμα Κίνας (ΕΚΚ) δεσμεύεται σε ισχυρή άμυνα», αναφέρεται ότι η πτώση της Ταϊβάν θα ήταν «καταστροφή για τα αμερικανικά συμφέροντα», όπως δήλωσε ο Elbridge Colby, υποψήφιος του Ντόναλτ Τραμπ για Υφυπουργός Άμυνας για θέματα Πολιτικής. Ο Colby έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη «δραματική επιδείνωση της στρατιωτικής ισορροπίας» στον δυτικό Ειρηνικό. Η Δημοκρατία της Κίνας, όπως αποκαλεί το άρθρο την Ταϊβάν, αντιμετωπίζει μια μοναδική και οξεία απειλή από τον στρατιωτικό τυχοδιωκτισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Kίνας (KKK). Τον Ιανουάριο, η νομοθετική εξουσία, υπό την ηγεσία της αντιπολίτευσης, ενέκρινε έναν αμυντικό προϋπολογισμό ρεκόρ, αυξημένο κατά 5,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Το ΕΚΚ απέρριψε μόνο το 1,01% του προτεινόμενου αμυντικού προϋπολογισμού, το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και έξι χρόνια, δείχνοντας έτσι τη δέσμευσή του για την άμυνα της χώρας. Κάποιοι παρατηρητές αναφέρουν ότι η νομοθετική εξουσία πάγωσε περίπου το 14% του προτεινόμενου αμυντικού προϋπολογισμού, αλλά οι αναστολές είναι προσωρινές και συνήθως αποδεσμεύονται εντός δύο έως τριών μηνών. Το ΕΚΚ έχει τονίσει την υποστήριξή του σε μια ισχυρή άμυνα, ωστόσο αναμένει ένα αποτελεσματικό σχέδιο δαπανών από την κυβέρνηση. Εάν η κυβέρνηση θέσει ξεκάθαρα την πρότασή της για τις αμυντικές δαπάνες στη νομοθετική εξουσία, τότε το ΕΚΚ αναμένεται να προσφέρει την αμέριστη υποστήριξή του.
Σε άρθρο της Alice Wu, που δημοσιεύτηκε στην China Daily με τον τίτλο «Οι δασμοί δεν είναι η θεραπεία για την κρίση φεντανύλης στις ΗΠΑ» στις 12 Μαρτίου, αναφέρεται ότι οι πρόσθετοι αμερικανικοί δασμοί στην Κίνα, που τέθηκαν σε ισχύ στις 4 Μαρτίου με πρόσχημα τη φεντανύλη, δεν αποτελούν λύση για την κρίση στις ΗΠΑ, αλλά επιβαρύνουν τους Αμερικανούς καταναλωτές. Η κατάχρηση φεντανύλης έχει εξελιχθεί σε μια σοβαρή κρίση στις ΗΠΑ, με τη χώρα να καταναλώνει πάνω από το 80% της παγκόσμιας προσφοράς οπιοειδών. Η εύκολη πρόσβαση, λόγω υπερβολικής συνταγογράφησης, χαλαρής ρύθμισης και ανεπαρκών εκστρατειών ενημέρωσης, είναι βασικός παράγοντας. Αντί να αντιμετωπίσουν τις βαθύτερες αιτίες, οι Αμερικανοί πολιτικοί κατηγορούν την Κίνα, υποστηρίζοντας ότι φέρει ευθύνη για την κρίση. Ωστόσο, η Κίνα έχει αυστηρές πολιτικές κατά των ναρκωτικών και το 2019 έγινε η πρώτη χώρα που κατέταξε όλες τις ουσίες που σχετίζονται με τη φεντανύλη στη λίστα των ελεγχόμενων ναρκωτικών. Η Κίνα έχει συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για την καταπολέμηση της φεντανύλης, ωστόσο οι ΗΠΑ όχι μόνο συνεχίζουν να παραβλέπουν τις συνεισφορές της Κίνας αλλά την ίδια στιγμή προχώρησαν και σε αύξηση των δασμών. Η επίρριψη ευθυνών δεν λύνει το πρόβλημα. Εάν οι ΗΠΑ θέλουν πραγματικά να τερματίσουν την κρίση φεντανύλης, πρέπει να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές τους αποτυχίες.
Ο Τύπος της Ρωσίας και της Ουκρανίας
Σύμφωνα με το άρθρο του Peter Akopov που δημοσιεύτηκε από το RIA Novosti στις 13 Μαρτίου, με τίτλο «Ο Ζελένσκι βοήθησε τον Πούτιν με την απάντηση στην πρόταση του Τραμπ», αναφέρεται ότι ο Ουκρανός Πρόεδρος, με τις δηλώσεις του σχετικά με την πρόταση εκεχειρίας 30 ημερών που υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ, επιβεβαίωσε τη θέση του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η ηγεσία του Κιέβου δεν είναι έτοιμη για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι ο Ζελένσκι, φοβούμενος κατηγορίες για προδοσία, απέρριψε ουσιαστικά την αμερικανική πρόταση, επιμένοντας σε εγγυήσεις ασφαλείας από τη Δύση και μη αναγνωρίζοντας τις περιοχές που κατέχει η Ρωσία. Κατά τον συγγραφέα του άρθρου, ο Ζελένσκι επιδιώκει να ασκηθεί πίεση στη Ρωσία για να αποχωρήσει από την Ουκρανία, χωρίς όμως να συζητά ουσιαστικούς όρους, όπως η ουδετερότητα ή η αποστρατικοποίηση, αλλά θέλοντας να πετύχει εγγυήσεις ασφαλείας τύπου ΝΑΤΟ. Ο Akopov καταλήγει ότι η Ρωσία δεν θα δεχτεί μια τέτοια προσωρινή συμφωνία η οποία δεν θα αναγνωρίζει τα σύνορά της και θα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αντεκδίκησης από την πλευρά της Ουκρανίας. Ο αρθρογράφος θεωρεί ότι πρόκειται για ένα παιχνίδι του Ζελένσκι, ο οποίος προσπαθεί να αποφύγει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Στο δημοσίευμα της Leo Chiu με τίτλο «Συμφώνησε ο Πούτιν με την 30ήμερη κατάπαυση του πυρός του Τραμπ; Κάπως. Ίσως. Όχι πραγματικά.», που δημοσιεύθηκε στις 13 Μαρτίου στην ιστοσελίδα Kyiv Post, η συγγραφέας αναλύει τις δηλώσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν σχετικά με την πρόταση για κατάπαυση του πυρός 30 ημερών που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης τύπου με τον Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο Πούτιν εξέφρασε μια επιφυλακτική στάση, δηλώνοντας ότι είναι ανοιχτός σε προτάσεις εκεχειρίας γενικά, αλλά αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πρότασης. Ο Πούτιν ανέφερε ότι χρειάζεται να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στο πεδίο της μάχης, ιδίως οι ρωσικές προελάσεις στην περιοχή του Κουρσκ. Επίσης, επανέλαβε τον ισχυρισμό του Κρεμλίνου ότι μια κατάπαυση του πυρός θα επέτρεπε στην Ουκρανία να ανασυνταχθεί και να επανεξοπλιστεί. Παράλληλα, ο Λουκασένκο υπονόησε πιθανή ρωσική άρνηση στην πρόταση, υποστηρίζοντας ότι η Μόσχα έχει ισχυρά «χαρτιά» για τις διαπραγματεύσεις και θα πρέπει να τα χρησιμοποιήσει τη σωστή στιγμή. Επιπλέον, ο Λουκασένκο δήλωσε ότι το Μινσκ και η Μόσχα συμφώνησαν να δημιουργήσουν μονάδες παραγωγής drone στη Λευκορωσία, κάτι που θα απειλούσε την ασφάλεια της Ουκρανίας. Όπως αναφέρει η Chiu κλείνοντας το άρθρο της, οι δύο ηγέτες κατά τη συνάντησή τους οριστικοποίησαν επίσης ένα αμυντικό σύμφωνο που προβλέπει αμοιβαίες εγγυήσεις ασφαλείας σε περίπτωση επίθεσης.]]
Πηγή: ΚΥΠΕ