Γολγοθάς οι εξετάσεις για απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας

Ηρθαν στην Ελλάδα πριν από πολλά χρόνια, έμαθαν τη γλώσσα, εργάστηκαν, απέκτησαν οικογένεια, ενσωματώθηκαν στην ελληνική κοινωνία, μυήθηκαν στην κουλτούρα της και τελικά ένιωσαν τη χώρα μας σαν δεύτερο τόπο τους. Αγωνίστηκαν για χρόνια και τώρα επιδιώκουν αυτό που θα τους κάνει και τυπικά τμήμα αυτής της χώρας και του λαού της: την ελληνική ιθαγένεια.

«Συμβολικά δεν υπάρχει κάτι ακριβότερο από το να γίνεσαι πολίτης ενός κράτους. Γίνεσαι λαός του και αποκτάς το κομμάτι της λαϊκής κυριαρχίας που σου αναλογεί. Πέραν όμως της συμβολικής διάστασης, υπάρχουν και μεγάλα πρακτικά θέματα που η κτήση ιθαγένειας λύνει για τους αλλοδαπούς σε μια χώρα. Το βασικό είναι ότι δεν χρειάζεται να ασχολούνται με την τακτοποίηση της διαμονής τους», τονίζει ο καθηγητής Πολιτειολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Δημήτρης Χριστόπουλος.

Ομως, όπως μας εξηγεί ο ίδιος, η πολιτογράφηση στη χώρα μας παραμένει μια δαιδαλώδης και χρονοβόρα διοικητική διαδικασία. Το αποτέλεσμα είναι ότι «δυστυχώς στην Ελλάδα, με ευθύνη του ελληνικού κράτους, υπάρχουν άνθρωποι που καλούνται να διευθετήσουν τη διαμονή τους στη χώρα κάθε λίγο και λιγάκι, κι ας είναι εδώ 30 χρόνια».

Η απόκτηση της πολυπόθητης ελληνικής ιθαγένειας για τους πρώτης γενιάς μετανάστες προϋποθέτει να κριθεί πως ο αιτών έχει ενταχθεί κοινωνικά και οικονομικά στη χώρα. Η κοινωνική ένταξη διασφαλίζεται, εκτός των άλλων, μέσα από γραπτές εξετάσεις, ενώ η οικονομική λαμβάνοντας υπόψη εισοδηματικά κριτήρια. Πόσο εύκολη υπόθεση είναι, λοιπόν, να γίνει έλληνας πολίτης κάποιος σήμερα;

Πιστοποιητικό Επάρκειας

Απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της διαδικασίας πολιτογράφησης είναι η απόκτηση του Πιστοποιητικού Επάρκειας Γνώσεων για την Πολιτογράφηση, που εξασφαλίζεται μέσα από την επιτυχία σε γραπτές εξετάσεις οι οποίες διενεργούνται δύο φορές τον χρόνο. Οι υποψήφιοι οφείλουν να ανταποκριθούν επιτυχώς στα γνωστικά πεδία εξέτασης της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας, της γεωγραφίας, του πολιτισμού και των θεσμών του πολιτεύματος της χώρας. Τα θέματα και οι απαντήσεις τους είναι αναρτημένα σε ειδική Τράπεζα Θεμάτων.

Οπως μας ενημερώνει το υπουργείο Εσωτερικών διά στόματος της γενικής διευθύντριας Ιθαγένειας, Κατερίνας Ουλή, τα στατιστικά δεδομένα δείχνουν μια αύξηση των σχετικών αιτήσεων: «Το 2022 κατατέθηκαν 1.179, το 2023 δεχθήκαμε 2.290, ενώ το 2024 υπήρξαν 2.933 αιτήσεις πολιτογράφησης (…) Ως προς τις χώρες προέλευσης, το 56,82% των αιτήσεων προέρχεται από πολίτες Αλβανίας, το 7,13% από Ρωσία, το 6,59% από Ουκρανία και ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά αιτήσεις από χώρες όπως Ρουμανία, Μολδαβία, Βουλγαρία, Γεωργία κ.λπ. Συνολικά έχουμε αιτήσεις από περίπου 110 χώρες».

Τράπεζα Θεμάτων

Μη μου πείτε ότι εσείς γνωρίζετε «ένα σημαντικό ίδρυμα του Ελληνισμού της Τραπεζούντας τον 19ο αιώνα», αναρωτιέται ο Δημήτρης Χριστόπουλος, σχολιάζοντας τον βαθμό δυσκολίας των θεμάτων για τους υποψήφιους. Ο ίδιος υπογραμμίζει πως «ενώ, πριν, η πολιτογράφηση γινόταν με προφορική εξέταση, στο όνομα της αντικειμενικής και αδιάβλητης διαδικασίας εισήχθη το τεστ. Αυτό γίνεται σε πολλά κράτη. Το θέμα είναι τι τεστ βάζεις στους ανθρώπους. Αλλο είναι η Γερμανία να ρωτάει το όνομα ενός γερμανού ποιητή και να περιμένει ως απάντηση τον Γκαίτε κι άλλο να ρωτάει τους ανθρώπους πότε γεννήθηκε και πού έζησε ο Γκαίτε. Δυστυχώς, το περιεχόμενο των ερωτήσεων που τίθενται στο ελληνικό τεστ κινείται στη δεύτερη κατεύθυνση».

Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και η ομάδα του Generation 2.0 for Rights, Equality & Diversity, του μη κερδοσκοπικού οργανισμού ανθρώπων διαφορετικής καταγωγής που συνεργάζονται για να προωθήσουν την ισότιμη συμμετοχή σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, μέσω της ενδυνάμωσης των κοινοτήτων. Οπως υποστηρίζουν, «πολλές από τις ερωτήσεις αποτελούν λεπτομέρειες γνωστικών αντικειμένων, παρά σημαντικές γνώσεις για τον μέσο πολίτη της Ελλάδας. Πόσο αντικατοπτρίζει τον βαθμό ένταξης ενός ανθρώπου στην ελληνική κοινωνία το να γνωρίζει εάν “το κάστρο της Μονεμβασιάς είναι της κλασικής περιόδου” ή αν “όλοι όσοι μονάζουν στο Αγιον Ορος αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια μόλις προσληφθούν ως μοναχοί”;». Η συγκεκριμένη ομάδα τονίζει, επίσης, πως οι ερωτήσεις που περιέχονται στην Τράπεζα Θεμάτων είναι αποκομμένες από «τις δεξιότητες των υποψηφίων, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα άμεσα βιώματα και τους ιδιαίτερους δεσμούς που έχουν διαμορφώσει με τη νέα τους πατρίδα».

Η επίσημη απάντηση

Από μεριάς της, η γενική διευθύντρια Ιθαγένειας υπογραμμίζει πως «αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, γι’ αυτό και εργαζόμαστε συστηματικά ώστε τα θέματα των εξετάσεων να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένα, αντικειμενικά και προσαρμοσμένα στις ανάγκες των υποψηφίων πολιτογράφησης». Η ίδια αναφέρεται στην επταμελή επιστημονική επιτροπή που επιφορτίζεται με τη συγκρότηση και διαχείριση της Τράπεζας Θεμάτων, την ανανέωση και επιλογή των εξεταστικών ερωτήσεων, καθώς και την εποπτεία της διαδικασίας των εξετάσεων, συμπεριλαμβανομένων των προφορικών εξετάσεων για τις ειδικές κατηγορίες υποψηφίων, η οποία ανασυστάθηκε το 2024 μετά τη λήξη της θητείας της προηγούμενης.

«Εχει ήδη προχωρήσει σε αναδιαμόρφωση και επικαιροποίηση των θεματικών ενοτήτων με την απλοποίηση του περιεχομένου της εξεταστέας ύλης, χωρίς να υποβαθμίζονται η επιστημονική εγκυρότητα και το κύρος των εξετάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν ολοκληρωθεί η αντικατάσταση και η λεκτική αναδιατύπωση ερωτήσεων, καθώς και η επικαιροποίηση του συνόλου της ύλης». Από την άλλη, για την Generation 2.0 for Rights, Equality & Diversity, η φύση των ερωτήσεων δεν λαμβάνει υπόψη τα επιμέρους χαρακτηριστικά των διαγωνιζομένων, καθώς «ένας άνθρωπος μπορεί να είναι 55 ετών, να ζει στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια και να δουλεύει σε κάποια χειρωνακτική εργασία. Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι εξοικειωμένος με αυτόν τον τρόπο εξέτασης: διαβάζω, αποστηθίζω και εξετάζομαι γραπτά». Η Κατερίνα Ουλή επισημαίνει πως «η αναρτημένη Τράπεζα Θεμάτων, που είναι διαθέσιμη για την προετοιμασία των εξεταζομένων, περιλαμβάνει συγκεκριμένο αριθμό ερωτήσεων μαζί με τις απαντήσεις τους. Ετσι, ένας υποψήφιος που ζει, εργάζεται και συμμετέχει ενεργά στην ελληνική κοινωνία δεν δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των εξετάσεων. Το ποσοστό επιτυχίας 59,45% στην τελευταία εξεταστική διαδικασία επιβεβαιώνει αυτό το γεγονός».

Ωστόσο, όπως τονίζει ο Δ. Χριστόπουλος, «η κυβέρνηση της Ελλάδας στο πλαίσιο ενός συνολικού αντιμεταναστευτικού αφηγήματος το οποίο έχει υιοθετήσει, έχει ρητά στοχεύσει στη μείωση των πολιτογραφήσεων και για τον λόγο αυτό εισήγαγε αναδρομικά κιόλας ανάλγητα εισοδηματικά κριτήρια στους αιτούντες. Δηλαδή, περνάς στο τεστ και μετά σου λένε “κόβεσαι διότι το εισόδημά σου δεν φτάνει”. Αυτό είναι πραγματικά απαράδεκτο και το ότι εφαρμόστηκε για αιτήσεις που εκκρεμούσαν είναι και αντισυνταγματικό».