Η στιγμή που περνά μα δεν χάνεται…

Στη διάρκεια των 100 ετών είναι αμέτρητα τα γκολ που σημάδεψαν την ιστορία του Θρύλου. Ωστόσο αυτό που θα μνημονεύεται ως ΤΟ ΓΚΟΛ, έμελλε να σημειωθεί μόλις μερικούς μήνες πριν. Ο Σαντιάγκο Εσε ζύγισε τη σέντρα και ο Αγιούμπ Ελ Κααμπί τινάχθηκε σαν ελατήριο προς την εστία της Φιορεντίνα. Και εκεί για μια στιγμή, σαν να σταμάτησε ο χρόνος. Υπερβολικά. Και ατελείωτα.

Μια φάση σαν προσομοίωση μάχης σώμα σώμα, τρεις με τρεις, 28 δευτερόλεπτα όλα κι όλα. Η πρώτη προσπάθεια αποτυγχάνει. «Μη σταματάτε, παίζετε». Σχεδόν δεν αναπνέουμε. Με τα μάτια καρφωμένα, διαισθανόμενοι ότι ήρθε η ώρα της λύτρωσης. Η μπάλα στα πόδια του Σαντιάγκο Εσε που τη στέλνει απευθείας στο κεφάλι του Αγιούμπ Ελ Κααμπί, σε μια κίνηση τόσο άψογα χορογραφημένη που μαντεύεις ότι την έχουν σκαρώσει πολλές φορές οι δυο τους χωρίς να τη δούμε εμείς. Κι αυτός τη στέλνει στα δίχτυα, με το σώμα του να πετάει σε πλάγια θέση. Σας έχει τύχει ποτέ μια ανάμνηση να παίζει στο κεφάλι σας σε slow motion;

Καμιά μέθεξη στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν πρέπει εκ των πραγμάτων να θεωρείται ισόρροπη και ορθολογική. Τουλάχιστον όχι κάποια από εκείνες που έμειναν στην ιστορία ως λυτρωτικές, καθώς το συναίσθημα πρέπει να ορίζει την πορεία του νου. Το συναίσθημα πρέπει ν’ αποφασίζει για τον τρόπο της συμμετοχής στην επικοινωνία. Στη δράση από κοινού με κύριο μέλημα την επίτευξη του στόχου.

Με μια κάψα που φαντάζει ή μάλλον είναι συνθετική και συνάμα αστείρευτη. Για να βρουν χώρους ν’ απλωθούν τα πάθη, οι αγάπες, οι έρωτες και τα συναισθήματα της δικαίωσης. Ναι, αυτή τη δικαίωση που μπορεί να ψάχνει κάποιος στα πιο απίθανα «χρονοντούλαπα» και να τη βρει σε μια στιγμή έκστασης.  Και υπήρξε δικαίωση «βγαλμένη» θαρρείς από τους στίχους των ποιητών. Και υπήρξε δικαίωση στο χορτάρι ενός γηπέδου από μια κεφαλιά.

Ενα γκολ, ένα θαύμα

Ο φαινομενικός χαρακτήρας των έργων τέχνης είναι ταυτόχρονα η μέθεξή τους, και στον καμβά της 29ης Μαΐου του 2024 υπάρχει αποτυπωμένη η απόλυτη ευτυχία.  Πόσες θάλασσες μπορούσε να ξεσηκώσει το γκολ του Αγιούμπ Ελ Κααμπί στον τελικό του Conference League απέναντι στη Φιορεντίνα; Με ποια χρώματα να «ντύσει» άραγε κάποιος το θαύμα;

Κοιτάξτε προσεκτικά το σκηνικό πίσω απ’ τη «χρυσή» εστία, τη στιγμή που η μπάλα κουνάει τα δίχτυα. Η στιγμή όλων των στιγμών, σε κόκκινο φόντο. Μια και μόνο ματιά είναι αρκετή για να δώσει την απάντηση. Ολες τις θάλασσες του κόσμου ξεσήκωσε ο Μαροκινός και πάνω απ’ όλα τη λαοθάλασσα του κόσμου του Ολυμπιακού.

Μια κεφαλιά που έμελλε να δώσει στους Ερυθρόλευκους έναν ευρωπαϊκό τίτλο, μια κεφαλιά που αποδείχθηκε έργο τέχνης για εκατομμύρια οπαδούς της ομάδας του λιμανιού και θα μνημονεύεται για πάντα. Στο παντού και για πάντα.

Η στιγμή ήταν μοναδική και ανεπανάληπτη και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως και συγκλονιστική. Αυτά δεν γίνονται κάθε μέρα, αδερφέ μου, και είναι σίγουρο (σχεδόν διαπιστωμένο) πως η κεφαλιά δεν «ανήκε» μόνο στον Ελ Κααμπί, η σέντρα δεν έγινε μόνο από τον Εσε.

Εκατομμύρια οπαδοί του Ολυμπιακού σέντραραν στο 116’ για να κάνει του… κεφαλιού του ο Μαροκινός και εκατομμύρια οπαδοί του Θρύλου πήραν την κεφαλιά για να στείλουν την μπάλα στα δίχτυα.  Η λαοθάλασσα ξεχύθηκε από τις εξέδρες συμμετέχοντας με ανεπανάληπτο τρόπο στη μέθεξη του προλόγου.

Ολοι μαζί για μια κεφαλιά, για να βρει ο Θρύλος τη δικαίωση. Και τη βρήκε λίγο πριν το ρολόι σημάνει 100 χρόνια ζωής. Η μέθεξη ολοκληρώθηκε και ήταν πλήρης συναισθημάτων. Ενα έργο τέχνης ήταν η κεφαλιά του Ελ Κααμπί.

H νύχτα γίνεται… μέρα μπροστά στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ύστερα από ΕΚΕΙΝΟ το γκολ, εκεί που λίγες ώρες αργότερα αποθεώθηκαν οι κυπελλούχοι Ευρώπης

Η αόρατη κλωστή

Ο άγγλος φιλόσοφος και φανατικός ποδοσφαιρόφιλος Σάιμον Κρίτσλι, στο έργο του «Τι σκεφτόμαστε όταν σκεφτόμαστε το ποδόσφαιρο» εξηγεί με έναν πολύ απλό αλλά ουσιώδη τρόπο τι σημαίνει το να είσαι οπαδός. Είναι να ζεις για μια ιστορία αποτελούμενη από στιγμές, λέει. «Το να είσαι οπαδός» σημαίνει, δηλαδή, «να δημιουργείς και να κατέχεις μια τέτοια ιστορία, ή, ακόμη καλύτερα, να τη συνδημιουργείς και να μπορείς να τη μοιραστείς και να την αφηγηθείς μαζί με άλλους» με την προσδοκία και τη δυνατότητα ότι με τον χρόνο θα εμπλουτίζεται με τη δημιουργία νέων τέτοιων στιγμών.

Είναι αυτό το μοίρασμα στιγμών που όλες μαζί, σαν σύνολο, είναι η δική μας αλήθεια που μαθαίνεται, διαδίδεται και κληρονομείται, σαν μαρτυρία πίστης. Λίγα δευτερόλεπτα η καθεμιά, όσα χρειάζεται για να βάλεις, να χάσεις ή να δεχτείς ένα γκολ, να τρομάξεις με ένα πόδι που γυρίζει κι ένα σώμα πεσμένο στο γρασίδι. Οσο χρειάζεται για να δεις μια κεφαλιά να εκτελείται σαν φιγούρα κι ένα φτωχόπαιδο από την Καζαμπλάνκα να μετατρέπεται μπροστά στα μάτια σου σε κάτι σαν τον Μπαρίσνικοφ αν του έδινες μια μπάλα.

Είναι αυτή η κοινή μας ιστορία, η αόρατη κλωστή που δένει στη συνύπαρξη τους οπαδούς μιας ομάδας, όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, φυλετικά, πολιτισμικά, ταξικά. Είναι αυτά τα δευτερόλεπτα της κοινής ζωής μας, του συντονισμού μας σε μια ίδια ψυχική κατάσταση, που μας ενώνουν σε μια συλλογικότητα, μια κοινότητα που ενώνεται σε μια πίστη. Και αυτά που διαχωρίζουν το ποδόσφαιρο από ένα οποιοδήποτε άλλο θέαμα, καθώς στο πρώτο εμείς, το κοινό, δεν είμαστε απλοί θεατές μιας παράστασης αλλά είμαστε δρώντα υποκείμενα, επιτελούμε ένα ρόλο, μοιραζόμενοι χαρές, λύπες, αντιπαλότητες, απελευθερωμένα ένστικτα και μια μορφή επικοινωνίας άσχετη από τους λοιπούς γλωσσικούς κώδικες του καθενός μας.

Η τελετουργία της μνήμης

Η απόδειξη ότι το ποδόσφαιρο για τους οπαδούς του διέπεται από αυτή την ιστορικότητα είναι το γεγονός ότι τα τεχνικά στοιχεία του μπαίνουν, τελικά, σε δεύτερη μοίρα. Στο βάθος του χρόνου τα περισσότερα παιχνίδια και οι τεχνικές λεπτομέρειές τους δεν μένουν στην κοινή μας υπόθεση, σε αυτό που ορίζουμε ως κληρονομιά μας. Αυτό που απομένει κι εντάσσεται στην ιστορία των στιγμών μας είναι αυτός ο μαγικός συντονισμός της κερκίδας με τον αγωνιστικό χώρο, ένα πάθος που τροφοδοτεί ολόκληρο το γήπεδο και τροφοδοτείται μεταξύ ημών και των παικτών, που φτάνει σαν σε υπερφυσικά κύματα μέσα από τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα όσων είναι μακριά.

Εκείνη την ώρα που όλοι εμείς μαζί, όπου κι αν βρισκόμαστε, έχουμε απολύτως κι αυτοβούλως και με ευτυχία παραδοθεί στο άγχος της προσμονής εκείνης της στιγμής που θα αφηγούμαστε για το υπόλοιπο της ζωής μας. Ολα τα υπόλοιπα, όσα προηγήθηκαν, πάσες και σέντρες, εικόνες και μυρωδιές, γκρίνιες και μικρές ικανοποιήσεις, κάποτε θα μπουν στο ράφι της μνήμης καθώς θα αντικαθίστανται από νεότερες.

Είναι αυτή η κοινή μας ιστορία, η αόρατη κλωστή που δένει στη συνύπαρξη τους οπαδούς μιας ομάδας, όσο διαφορετικοί κι αν είμαστε, φυλετικά, πολιτισμικά, ταξικά

Και με τον τρόπο αυτό, για εμάς, τους ανθρώπους και οπαδούς του Ολυμπιακού, εκείνα τα δευτερόλεπτα της κεφαλιάς του Αγιούμπ Ελ Κααμπί θα ζουν για πάντα στη δική μας αλήθεια.

Δεν ήταν, άλλωστε, απλώς ένα γκολ. Ηταν η στιγμή που ο χρόνος σταμάτησε, οι παλμοί άλλαξαν ρυθμό, που 116’ παιχνιδιού σχεδόν έσβησαν μπροστά στην πραγμάτωση εκείνης της προσμονής μας.

Σπείρα από το DNA της ερυθρόλευκης οικογένειας

Ισως κάποτε να μη θυμόμαστε τι φωνάξαμε, τι φορούσαμε, τι είχαμε φάει, τι μας ταλαιπωρούσε και με ποιον τα είχαμε τότε. Ισως κάποτε οι αναμνήσεις των δυσκολιών που μας έφτασαν ως εκεί, μαζί με όλες τις αποφάσεις που τις υπερέβησαν, να αποτελούν μια υποσημείωση στην ιστορία ενός ευρωπαϊκού κυπέλλου.

Μόνο ό,τι έχει σημασία θα απομείνει ως μια σπείρα από το DNA της ερυθρόλευκης οικογένειας, από το γήπεδο μέχρι τα σπίτια και από τις πλατείες έως τα καφενεία, από τους παππούδες και τους πατεράδες μας που μας πήγαν πρώτη φορά στο γήπεδο ως τα πιτσιρίκια που μάλλον δεν καταλάβαιναν ότι κάποτε θα λένε «ήμουν κι εγώ εκεί».

Ο χρόνος επανήλθε όταν γίναμε και πάλι ένα. Το πλήθος στις κερκίδες, οι φωνές από τα σπίτια που ακούγονταν στις γειτονιές, τα κορναρίσματα από αμάξια στους δρόμους, οι δρόμοι από τον Πειραιά ως την Κρήτη, από το Διδυμότειχο ως κάθε ελληνικό σπίτι στο εξωτερικό. Ο χρόνος επανήλθε και γίναμε ένα με το «9» που έτρεχε πανηγυρίζοντας τη χρυσή κεφαλιά του κι ενώθηκε με τους συμπαίκτες του σε μια μεγάλη αγκαλιά. Ο χρόνος επανήλθε όταν η στιγμή χαράχτηκε και έγινε τελετουργία.