Μήπως η μόνη αλλαγήήταν στην… ηγεσία;

Πριν από μία εβδομάδα και εν αναμονή του «σαρωτικού» και «ριζικού» όπως είχε διαφημιστεί ανασχηματισμού, στο κείμενο με τίτλο «Δεν θεραπεύει καμία νόσο» σημειωνόταν εδώ ότι η κυβέρνηση «όπως προαναγγέλλεται σε θριαμβικούς τόνους, ετοιμάζεται να καταφύγει για μία ακόμα φορά πού; Στην παλιά δοκιμασμένη – και απολύτως ατελέσφορη και αποτυχημένη επί της ουσίας – συνταγή: τον ανασχηματισμό. Ασφαλώς και δεν θα είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Θα είναι μία εκ νέου εσωτερική μετακίνηση όπως στο παιχνίδι με τις μουσικές καρέκλες, με την προσθήκη πιθανότατα και νέων προσώπων σε χαμηλότερα επίπεδα, που, κατά πάσα πιθανότητα, το μόνο το οποίο θα καταφέρουν θα είναι να συγκροτήσουν μία ακόμα μεγαλύτερη κυβέρνηση, με τη σκέψη όχι στο κυβερνητικό έργο, αλλά στη βέλτιστη επερχόμενη εκλογική γεωγραφία για τη ΝΔ. Και, βέβαια, στο βραχυπρόθεσμο πολιτικό κουτσομπολιό». Αραγε υπάρχει κανείς σήμερα, με τον ανασχηματισμό να έχει πλέον γίνει, που μπορεί να διαφωνεί πραγματικά με αυτό; Το ερώτημα είναι ασφαλώς ρητορικό: η απάντηση είναι προφανώς αρνητική. Πλην όμως με έναν (πολύ) μεγάλο αστερίσκο.

Η εξουσία Μητσοτάκη είχε ξεκινήσει με το αρχικά «λαμπερό» πλην εν συνεχεία διαβόητο «επιτελικό κράτος». Τόσο διαβόητο, που το να αναφέρεται είναι πλέον από καιρό απαγορευμένο: ουδείς κυβερνητικός τολμά να το ξεστομίσει πια. Τώρα λοιπόν, έρχεται, υποτίθεται μια «νέα πνοή», μια «νέα αρχή». Ομως τι υπάρχει που να υποστηρίζει πραγματικά μια τέτοια εκτίμηση; Τίποτα: μιλάμε για την πολλοστή ανακύκλωση με σκοπούς, όπως προαναφέρθηκε, την εκλογική γεωγραφία, τις εσωτερικές ισορροπίες, το προπέτασμα καπνού μιας υποτιθέμενης «ανανέωσης» στα χαμηλά κλιμάκια. Δηλαδή σε γενικές γραμμές, άνευ ουσίας.

Εδώ όμως έρχεται ο… αστερίσκος. Και αυτός δεν είναι άλλος από την πασιφανή πλέον ανάγκη του Πρωθυπουργού να στηριχθεί κάπου σαν να μη νιώθει ο ίδιος άλλο σε θέση να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Και αυτό το «κάπου» έχει όνομα και επώνυμο: Κωστής Χατζηδάκης. Αυτή η μεταβολή έχει περιεχόμενο: ότι ο Πρωθυπουργός δείχνει να ακουμπάει πλέον την κυβέρνησή του πάνω σε έναν πολύ πιστό και εξίσου δοκιμασμένο άνθρωπο, που προσέρχεται δε και με τον άρτι αποκτηθέντα «αέρα» της επενδυτικής βαθμίδας.

Ο Χατζηδάκης δεν έγινε αντιπρόεδρος με αποστρατευτική «κλωτσιά προς τα πάνω» όπως συνήθως συμβαίνει με αυτή τη θέση. Αντίθετα, πηγαίνει εκεί με ξεκάθαρη, απολύτως ορατή αποστολή: να σώσει ό,τι σώζεται προκειμένου να ετοιμάσει την κυβέρνηση για την επόμενη εκλογική μάχη, σε μία ανασύνταξη που ο ίδιος ο Μητσοτάκης ουσιαστικά κατά δική του πλέον de facto ομολογία απέτυχε να αποδώσει. Είναι συνεπώς δόκιμο το ερώτημα αν τελικά το μόνο που άλλαξε με τη νέα κυβέρνηση είναι η… ηγεσία της.

Αυτό βεβαίως δεν πρέπει να παρεξηγηθεί: δεν σημαίνει ότι ο Μητσοτάκης «εγκατέλειψε» – ούτε κατά διάνοια. Ούτε ότι η μεταβίβαση στην ευθύνη και στην ουσιαστική κυβερνητική λειτουργία σημαίνει τυφλή εκχώρηση. Αλλωστε, με τον Χατζηδάκη αυτό είναι ένα μεγάλο ατού για τον Πρωθυπουργό: ότι δεν χρειάζεται να έχει τέτοιου είδους ανησυχίες. Μπορεί δηλαδή να διαθέτει την πολυτέλεια δύο κατ’ αρχήν αντιφατικών και συγκρουσιακών μεταξύ τους ροπών που όμως, εν προκειμένω, δεν λειτουργούν έτσι: και μπορεί να του εκχωρήσει περίπου καθολικό ρόλο, αλλά ταυτόχρονα και δεν έχει την ανάγκη να κοιτάει όλη την ώρα πίσω από την πλάτη του γι’ αυτό που έκανε, ή, βεβαίως, να χρειάζεται να… ακούει ανοήτως τηλέφωνα ο ίδιος ή όποιος δικός του…

Και αυτό είναι ένα σπάνιο προνόμιο που λίγοι ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου έχουν απολαύσει μέχρι σήμερα.Τώρα όμως άλλα ερωτήματα εγείρονται, όπως, μεταξύ άλλων, αν η βαριά δεξιά στροφή που επιχειρείται με άλλες κινήσεις του ίδιου ανασχηματισμού θα επιτρέψει στον Χατζηδάκη, παραδοσιακά κεντροδεξιό, να ελέγξει αυτή την κατάσταση. Ο αναπροσανατολισμός που «καίει» τον Μητσοτάκη όσο ποτέ δεν είναι μόνον ιδεολογικός – και εκεί θα τα βρει πολύ σκούρα, αλλά και σε πολλά ακόμα επίπεδα, όπως πολλαπλά στην καθημερινότητα και επίσης στα ελληνοτουρκικά. Και αυτό δεν θα τον απαλλάξει από την τελική ευθύνη: εκεί θα είναι, θέλοντας και μη, μόνος του. Και εκεί δεν υπάρχουν διαφυγές.