Στον απόηχο της επιστροφής της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα και από τον τελευταίο μεγάλο οίκο αξιολόγησης, τη Moοdy’s, ξεκινά η νέα χρηματιστηριακή εβδομάδα, με τον γενικό δείκτη της αγοράς να βρίσκεται από την περασμένη Παρασκευή σε νέα υψηλά 14 ετών.
Oπως επισημαίνουν χρηματιστηριακά γραφεία, οι εισροές κεφαλαίων από ξένα χαρτοφυλάκια έχουν καταλυτική επίδραση στην ανοδική κίνηση που καταγράφεται στο ΧΑ από τις αρχές του έτους. Στο επίκεντρο του αγοραστικού ενδιαφέροντος βρίσκονται οι τραπεζικές μετοχές, οι οποίες έχουν υπεραποδώσει σε σχέση με τους υπόλοιπους τίτλους της υψηλής κεφαλαιοποίησης.
Κατά το προηγούμενο πενθήμερο, που αποδείχθηκε το δεύτερο συνεχόμενο ανοδικό, ο γενικός δείκτης ενισχύθηκε κατά 4,07% και ο τραπεζικός κατά 8,38%. Ως αποτέλεσμα από την αρχή του χρόνου τα κέρδη τους διαμορφώνονται σε 15,24% και 29,84% αντίστοιχα. Αναφορικά με τη συνέχεια, αναλυτές σημειώνουν ότι τα πάντα θα εξαρτηθούν από τις διαθέσεις των ξένων funds να αυξήσουν τις θέσεις τους στην εγχώρια αγορά.
Θετικά προς αυτή την κατεύθυνση μπορεί να λειτουργήσει το γεγονός ότι πλέον το σύνολο των αναγνωρισμένων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) οίκων αξιολόγησης κατατάσσουν την ελληνική οικονομία στην επενδυτική βαθμίδα. Στην έκθεση της Moody’s επισημαίνονται, μεταξύ άλλων, η ταχεία μείωση του χρέους, η αύξηση των εσόδων με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, χωρίς αύξηση των φόρων και με ταυτόχρονη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού, αλλά και η μείωση των κόκκινων δανείων. Μόνο τυχαία με αυτές τις εξελίξεις δεν είναι η ανταπόκριση των επενδυτών στις τελευταίες εκδόσεις ομολόγων που πραγματοποίησε τους τελευταίους μήνες ο ΟΔΔΗΧ. Η Ελλάδα ζήτησε την προηγούμενη εβδομάδα από τις αγορές 3 δισ. ευρώ και, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα, συγκέντρωσε προσφορές άνω των 56,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που έχει καταγραφεί για οποιαδήποτε κοινοπρακτική έκδοση από τη χώρα μας. Με τις εκδόσεις της περασμένης Πέμπτης και εκείνες που προηγήθηκαν από την αρχή του χρόνου καλύφθηκαν κατά το μεγαλύτερο μέρος οι δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για το 2025.
Οσον αφορά τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές για την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ, σε έκθεση της Εθνικής Τράπεζας αναφέρεται πως πρόσφατα στοιχεία για ορισμένους πρόδρομους δείκτες δραστηριότητας και οικονομικής συγκυρίας που έχουν δημοσιευθεί για το 1ο τρίμηνο του 2025 παραπέμπουν σε μια περαιτέρω επιτάχυνση της αύξησης του ΑΕΠ στο 2,7% κατά το τρέχον τρίμηνο. «Η εν λόγω τάση αντανακλά τόσο την πορεία του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής, των εσόδων από ΦΠΑ (εκτός καυσίμων) και των αεροπορικών αφίξεων από το εξωτερικό τον Ιανουάριο, όσο και τα στοιχεία του δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης και βασικών κλάδων που τον απαρτίζουν, καθώς και του δείκτη υπευθύνων προμηθειών στη μεταποίηση (PMI) για το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου» τονίζουν οι οικονομολόγοι του συστημικού ομίλου. Σημειώνουν δε πως «η αρνητική επίδραση στην ελληνική οικονομία από την αβεβαιότητα που σχετίζεται με την επιβολή δασμών στην ευρωζώνη φαίνεται, σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, να αντισταθμίζεται από τη θετική “αναπτυξιακή ώθηση” (carryover effect) που απορρέει από τις ισχυρές επιδόσεις του 2024, και ιδίως από αυτήν του 4ου τριμήνου. Η εν λόγω θετική επίδραση εκτιμάται στις 1,2 ποσοστιαίες μονάδες για το ΑΕΠ του 2025 και αναμένεται να συνδυαστεί με μια περισσότερο υποστηρικτική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, καθώς και με χαμηλότερες τιμές πετρελαίου.