Μιανμάρ: Γιατί οι ειδικοί φοβούνται για «φαινόμενο- ντόμινο»

Ο Ευθύμιος Λέκκας συνόψισε τα δεδομένα για τον καταστροφικό σεισμό της Μιανμάρ αναλύοντας το γιατί ακριβώς οι ειδικοί ανησυχούν για «φαινόμενο- ντόμινο»

Η βιβλική καταστροφή που προκάλεσε ο σεισμός των 7,7 Ρίχτερ στη Μιανμάρ αφήνει, σε πρώτη φάση, ένα σαφές κενό τόσο ως προς τη συνειδητοποίηση του μεγέθους της όσο και ως προς τι θα φέρει η «επόμενη ημέρα».

Μιλώντας στον ΣΚΑΪ ο καθηγητής γεωλογίας και φυσικών καταστροφών Ευθύμιος Λέκκας, συνοψίζει τα μέχρι τώρα δεδομένα, υπογραμμίζοντας πως πολλά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν μαζί με τον σεισμό συνετέλεσαν στο ολέθριο αυτό αποτέλεσμα.

«Λόγω της γνώσης μας στην περιοχή μπορούμε να υποθέσουμε ότι εκτός από τη μεγάλη σεισμική δόνηση η οποία ήταν τεράστια, 7,7, και το μικρό εστιακό βάθος, στην περιοχή θα εκδηλωθούν φαινόμενα ρευστοποιήσεων μέσα στα μεγάλα ποτάμια», είπε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων εξηγώντας πως με τον όρο ρευστοποίηση εξηγούμε το φαινόμενο ενός σταθερού πετρώματος που εξαιτίας ενός σεισμού μετατρέπεται σε υγρό κι έτσι «καταπίνει» όλες τις κατασκευές που είναι θεμελιωμένες πάνω του.

«Αυτό είναι το πρώτο φαινόμενο το οποίο σίγουρα έχει εκδηλωθεί στην περιοχή», συνόψισε.

«Το δεύτερο φαινόμενο είναι οι μεγάλες κατολισθήσεις που τις βλέπουμε αλλά δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε το μέγεθός τους. Φανταζόμαστε ότι λόγω της μορφολογίας θα είναι εκτεταμένες», πρόσθεσε.

Το τρίτο και σημαντικότερο, κατά τον κύριο Λέκκα, είναι ότι το μήκος του ρήγματος, που περνάει από μεγάλες πόλεις, πόλεις της τάξεως των 500.000 και 1.000.000 πολιτών, είναι πολύ μεγάλο και υπολογίζεται στα 120 χλμ.

Οπως εξήγησε παρουσιάζοντας έναν σχετικό χάρτη της περιοχής στον οποίο και έχει αποτυπωθεί η έντονη σεισμικότητα, μια ενδο-ορεινή κοιλάδα, όπου και βρίσκονται οι μεγάλες πόλεις, διατρέχει το ρήγμα που ενεργοποιήθηκε και υπολογίζεται στα 130 χλμ.

«Στη συνέχεια, μέσα στην κοιλάδα αυτή, αναπτύσσονται φαινόμενα, ουσιαστικά εγκλωβισμού σεισμικών κυμάτων», τόνισε αναφέροντας πως οι εκατέρωθεν,του ρήγματος, περιοχές είναι ορεινές και αραιοκατοικημένες για τις οποίες μάλιστα δεν υπάρχει ακριβής εικόνα για το τι έχει συμβεί.

Ως εκ τούτου, ο αριθμός των 1.644 νεκρών που δίνεται μέχρι στιγμής επισήμως είναι τελείως πλασματικός και αναμφίβολα μικρός αφού, σύμφωνα με τον κύριο Λέκκα, έχουμε μια περιοχή που στα πρώτα 100 χλμ από το επίκεντρο κατοικούν 5 με 6 εκατομμύρια ανθρώπους τουλάχιστον.

«Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι οι επιπτώσεις θα είναι τεράστιες», τόνισε αναφέροντας πως πέρα από το συνοδά γεωδυναμικά φαινόμενα θα πρέπει να υπολογίσουμε και τη σημαντική παράμετρο της τρωτότητας των κατασκευών αφού τα κτίρια εκεί είναι σε άθλια κατάσταση, γεγονός που καταμαρτυράται εξάλλου και από το ότι οι καταρρεύσεις που βλέπουμε, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, εντός εισαγωγικών, θεαματικές.

Παράλληλα έκανε λόγο για μια τελείως διαφορετική κατάσταση στην Ταϊλάνδη αφού εκεί βλέπουμε φαινόμενα εγγύς πεδίου.

Σε κάθε περίπτωση, το συμπέρασμα της επιστημονικής κοινότητας είναι πως οι επιπτώσεις του φονικού σεισμού θα είναι μεγάλες αφού σε αντίστοιχες περιπτώσεις οι νεκροί ξεπέρασαν τους 50.000.

Ο κος Λέκκας, εκτός των άλλων, παρατήρησε πως ο σεισμός των 6,4 Ρίχτερ που σημειώθηκε αμέσως μετά αυτού των 7, 7 Ρίχτερ δεν μπορεί να θεωρηθεί μεγάλος μετασεισμός αφού για να λέγαμε κάτι τέτοιο θα έπρεπε να είχε συντελεστεί η σεισμική δόνηση της τάξης των 7,3 ή 71,1 βαθμών.

Αναμφισβήτητα ένας τέτοιος σεισμός θα έχει επιπτώσεις στα ήδη τρωτά κτίρια.

Εκείνο όμως που φοβάται περισσότερο η επιστημονική κοινότητα είναι το εξής:

Καθώς δεν πρόκειται για ρήγμα οριζόντια ολίσθησης, δηλαδή δεν είναι ένα κατακόρυφο ρήγμα, κανονικό ή ανάστροφο, όπως λέγεται συνήθως, αλλά εκτείνεται σε μεγάλη περιοχή, πιθανότατα οι τάσεις που απελευθερώθηκαν από τον μεγάλο σεισμό να μετακινηθούν κυρίως προς τον Νότο δίνοντας έναν ακόμη μεγάλο σεισμό και πλήττοντας ακόμη περισσότερο την πρωτεύουσα της χώρας.

Πρόκειται για το γνωστό «φαινόμενο ντόμινο».