
Από την ιερά εξέταση, μέχρι τον παραλίγο αφορισμό του Νίκου Καζαντζάκη και την πρόσφατη επίθεση βουλευτή της Νίκης Νικόλαου Παπαδόπουλου, σε έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη, φαίνεται πως η θρησκεία και η τέχνη δεν τα πάνε πάντα τόσο καλά.
Η τέχνη βρέθηκε αρκετές φορές στο στόχαστρο θρησκευτικών οργανώσεων, κλήρου και λαού που ζητούσαν επιτακτικά από την δικαστική εξουσία να λάβει μέτρα για την προστασία τους, με την αιτιολογία ότι το θρησκευτικό τους συναίσθημα θίγεται και περιορίζεται από ένα βλάσφημο έργο τέχνης.
Κάποια παραδείγματα από την πιο πρόσφατη ιστορία έχουν καταδείξει πως το πρόβλημα της σύγκρουσης των δύο δικαιωμάτων είναι ένα διαρκές φαινόμενο σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, όπου ο διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας αποτελεί μία δύσκολη εξίσωση.
Δεν είναι η πρώτη φορά
- Η ταινία «Jesus Christ Superstar» (1973) προκάλεσε αντιδράσεις στην Ελλάδα λόγω της σύγχρονης παρουσίασης του Ιησού με μουσική ροκ και χορό, κάτι που θεωρήθηκε βλάσφημο από την Εκκλησία.
Η Εκκλησία την καταδίκασε για την ασέβεια προς το πρόσωπο του Ιησού και την ανατρεπτική προσέγγιση της ιστορίας του, με αποτέλεσμα καθυστερημένη προβολή και οργανωμένες διαμαρτυρίες.
- Η ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε «Ο τελευταίος Πειρασμός», βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη, προβλήθηκε στην Ελλάδα το 1988 και προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της απεικόνισης του Χριστού ως ανθρώπου που αντιμετωπίζει πειρασμούς και έχει ανθρώπινα συναισθήματα.
Η παρουσίαση του Ιησού με αμφιβολίες και επιθυμίες θεωρήθηκε προσβλητική και βλάσφημη.
Η Εκκλησία και θρησκευτικοί οργανισμοί αντιτάχθηκαν σφοδρά, ενώ υπήρξαν οργανωμένες διαμαρτυρίες και καταγγελίες.
Η ταινία αντιμετώπισε λογοκρισία και προβλήματα με την προβολή της, καθώς πολλές κινηματογραφικές αίθουσες την απέφυγαν λόγω των πιέσεων.
- Το 2003, στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, το έργο του Βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ με τίτλο «Πότισέ με», το οποίο απεικόνιζε ένα ανδρικό γεννητικό όργανο και έναν σταυρό, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από την Εκκλησία και πολιτικούς, όπως ο Γιώργος Καρατζαφέρης, οι οποίοι το χαρακτήρισαν βλάσφημο και μάλιστα επιτέθηκαν νομικά στον επιμελητή της έκθεσης.

Το έργο του Βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ με τίτλο «Πότισέ με»
Σε απάντηση οι διοργανωτές απέσυραν το έργο για να αποφευχθούν περαιτέρω βανδαλισμοί και νομικές ενέργειες.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στα δικαστήρια όπου ο επιμελητής αθωώθηκε.
Η απόσυρση του έργου, ωστόσο, αποδοκιμάστηκε έντονα, καθώς θεωρήθηκε αναχρονιστική μορφή λογοκρισίας.
Τι λέει το Σύνταγμα για την ελευθερία της Τέχνης;
Σύμφωνα με το άρθρο 16. Παρ. 1 του Συντάγματος: «H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους»
Η ελευθερία της τέχνης στην Ελλάδα, όπως κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, είναι ανεπιφύλακτη και δεν υπόκειται σε περιορισμούς από τυπικούς νόμους του κράτους.
Από την άλλη, το άρθρο 12 του Συντάγματος προβλέπει: «1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός».
Η σύγκρουση των δυο δικαιωμάτων της τέχνης και της θρησκείας και η αναζήτηση του τρόπου με τον οποίον αυτή θα επιλυθεί προϋποθέτουν την εξέταση του ζητήματος των περιορισμών.
Ωστόσο, αξίσει να σημειωθεί ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν στοιχειοθετείται καμία σύγκρουση καθώς από την εν λόγω έκθεση δεν θίγεται ούτε η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης ούτε εκείνη της θρησκευτικής λατρείας .
Η τέχνη ως δικαίωμα δημιουργού και κοινού
Η τέχνη προστατεύεται ως δημιουργική έκφραση της ανθρώπινης φαντασίας, και το κράτος έχει την υποχρέωση να την προάγει και να την αναπτύσσει.
Η συνταγματική προστασία της τέχνης συνεπάγεται ότι η καλλιτεχνική δημιουργία δεν μπορεί να περιοριστεί χωρίς σοβαρούς λόγους.
Ωστόσο, η ελευθερία της τέχνης δεν πρέπει να θεωρηθεί μόνο από την άποψη του καλλιτέχνη – δημιουργού, αλλά και από την άποψη του κοινού.
Περιλαμβάνει και την ελευθερία πρόσβασης του κοινού στα έργα της τέχνης καθώς η λογοκρισία και απαγόρευση παρουσίασης δεν προσβάλλει μόνο δικαιώματα του δημιουργού, αλλά και δικαιώματα του κοινού.
Η αναμετάδοση από την Τύπο
Από την άλλη, στον Τύπο, η τέχνη που διαδίδεται μέσω του τύπου, π.χ., σε βιβλία ή αφίσες, μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς λόγω των συνταγματικών κανόνων για την ελευθερία του Τύπου (άρθρο 14 Συντ.), αν και το Σύνταγμα παρέχει και σε αυτή την περίπτωση προστασία στην καλλιτεχνική έκφραση με βάση την ειδικότητα του δικαιώματος της τέχνης.
Ο Ποινικός Κώδικας
Η βλασφημία υπήρχε στον ελληνικό ποινικό κώδικα από τα πρώτα χρόνια ως αδίκημα, αλλά οι νομικοί αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της προστασίας του Θεού ως έννομου αγαθού.
Ως βλασφημία θεωρείται οποιαδήποτε λέξη, φράση, η γενικότερα μορφή εκφράσεως, η οποία αναφέρεται με ασέβεια ή και υβρίζει ό,τι θεωρείται θείο από μια ορισμένη ομάδα.
Η έννομη προστασία της, αν και επιβίωσε από τον Μεσαίωνα, όταν αποτελούσε σοβαρό έγκλημα κατά της Καθολικής Εκκλησίας, συνέχισε να υπάρχει και στη σύγχρονη Δύση, παρά την ελευθερία της έκφρασης.
Ωστόσο οι χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης έχουν καταργήσει σταδιακά τις διατάξεις περί βλασφημίας, τιμωρώντας μόνο την προσβολή θρησκευτικών λατρειών.
Όσον αφορά το ελληνικό Ποινικό Δίκαιο, το άρθρο 199 του Ποινικού Κώδικα του 1951, που προέβλεπε φυλάκιση μέχρι και δύο χρόνια για «κακόβουλη βλασφημία» αποσύρθηκε το 2019.
Η κατοχύρωση της ΕΕΔΑ
Όπως προαναφέρθηκε, στο Σύνταγμα της Ελλάδας, η ελευθερία της τέχνης προστατεύεται με σαφή και απόλυτο τρόπο στο άρθρο 16.
Μόνο η προστασία άλλων συνταγματικά διασφαλισμένων δικαιωμάτων μπορεί να θέσει όρια στην ελευθερία της τέχνης.
Ωστόσο, η προσβολή κάποιου ατόμου δεν συνιστά έγκυρο λόγο περιορισμού της τέχνης, λαμβάνοντας υπόψη και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία προστατεύει ακόμα και «ιδέες» που ενδέχεται να προσβάλλουν, να σοκάρουν ή να ενοχλούν το κράτος ή οποιοδήποτε τμήμα του πληθυσμού.
Σύμφωνα με τις σταθερές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η ελευθερία της τέχνης απαιτεί πλουραλισμό, ανεκτικότητα και ευρύτητα πνεύματος, αξίες που είναι αναγκαίες για την ύπαρξη μιας «δημοκρατικής κοινωνίας».
Οι καλλιτέχνες που δημιουργούν, παρουσιάζουν, διανέμουν ή εκθέτουν έργα τέχνης συμβάλλουν στην ανταλλαγή ιδεών και απόψεων, κάτι που είναι θεμελιώδες για μια δημοκρατία.