Το ΠΑΣΟΚ, η Πλεύση Ελευθερίας και το… ελατήριο

Η θεωρία του ελατηρίου δεν είναι πραγματική – δεν βασίζεται σε καμία πολιτική ανάλυση, σε καμία επιστημονική παρατήρηση, επί της ουσίας δεν έχει βιβλιογραφία. Στην Ελλάδα του 2025, ωστόσο, υπάρχει ένα βιωματικό παράδειγμα που επικαλούνται συχνά τα κόμματα που βλέπουν τα ποσοστά τους να «κολλάνε» σε χαμηλές πτήσεις, ενώ έχουν περιθώριο ανέλιξης: η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ του 2009, που έλαβε μόλις 4,6% και τρία χρόνια μετά, το 2012, ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, παραμένει ο μύχιος πόθος όλων των δυνάμεων που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, διεκδικούν τον ρόλο του βασικού αντιπάλου της σημερινής κυβέρνησης στο νέο πολιτικό τοπίο. Τότε, η χρονική στιγμή ήταν κομβική, καθώς η οικονομική κρίση αποτέλεσε τον καθοριστικό παράγοντα για τις αλλαγές. Δεν έριξαν μόνο το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ – η κοινωνική αντίδραση της εποχής δεν βρήκε καταφύγιο στην πιο μετριοπαθή ΔΗΜΑΡ, όπως έδειχναν οι πρώτες δημοσκοπήσεις μετά τη διάσπαση του Συνασπισμού που τη μετρούσαν στο διψήφιο, αλλά στην εναπομείνασα ριζοσπαστική συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ που σε εκείνη τη φάση ακροβατούσε μεταξύ συστήματος και περιθωρίου.

Στη σημερινή κατάσταση, το ελατήριο θα μπορούσε να έχει τρεις αφετηρίες. Η πρώτη είναι το ΠΑΣΟΚ, καθώς σ’ αυτό ελπίζουν σχεδόν ανοιχτά πια τα στελέχη του – στη λογική μιας ρεαλιστικής εναλλακτικής, που θα έφερνε επαναφορά της δικομματικής κανονικότητας σε έναν κόσμο που μοιάζει, σε διεθνές επίπεδο, όλο και πιο αβέβαιος. Πού βασίζουν τις εκτιμήσεις της δικής τους ανοδικής πορείας στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Πως δεν είναι μόνο οι λεγόμενοι «αντισυστημικοί» ψηφοφόροι που αυτή τη στιγμή εκφράζονται εναντίον της κυβέρνησης, αλλά και πιο μετριοπαθείς, οι οποίοι σχεδόν αναπόφευκτα θα στραφούν, έστω και πάνω από την κάλπη, στο κόμμα που τους φαίνεται πιο οικείο, πιο έτοιμο και πιο σοβαρό να αναλάβει τα χρέη της διακυβέρνησης.

Η δεύτερη, η οποία αυτή τη στιγμή μοιάζει από άποψη δυναμικής πιο αμφίβολη, είναι η δημιουργία ενός Λαϊκού Μετώπου, με τον τρόπο που το περιγράφουν ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω της διεύρυνσής του και η Νέα Αριστερά. Στο πρότυπο της γαλλικής Αριστεράς και Κεντροαριστεράς, που δημιούργησε ένα μετωπικό σχήμα λίγο πριν από τις κάλπες ως απάντηση σε μια κυβέρνηση που δεν ικανοποιεί και μια Ακροδεξιά που κερδίζει έδαφος – αυτή τη στιγμή, ωστόσο, πέρα από τη θεωρία, μια τέτοια σύγκλιση μοιάζει ακόμα μακρινή και, κυρίως, χωρίς ένα πρόσωπο που θα μπορούσε να λειτουργήσει συγκολλητικά.

Η τρίτη αφετηρία, ωστόσο, είναι αυτή που σ’ αυτή τη συγκυρία κάνει την έκπληξη, αλλάζοντας τη γραμμική πορεία της αντιπολίτευσης μετά τις συνεχείς διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο χρόνο: οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου συσπειρώνει τους ψηφοφόρους που είναι θυμωμένοι με τη διαχείριση της υπόθεσης των Τεμπών ή έχουν συσσωρεύσει δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση. Το ενδιαφέρον είναι πως δεν πρόκειται για μια πολιτική δύναμη με βαθιά κομματική δομή ή ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα – οι (όλοι κι όλοι) έξι βουλευτές της Πλεύσης είναι νέοι βουλευτές, άσχετοι μέχρι πρότινος με την πολιτική. Πριν από λίγους μήνες δεν ήταν καν βέβαιο πως το κόμμα θα διατηρήσει την ΚΟ του, μετά τις αποχωρήσεις δύο βουλευτών του.

Το βασικό δυναμικό στοιχείο για την Πλεύση είναι η πρόεδρός του («Εγώ κάνω για 100 βουλευτές», είχε πει μετά τις εκλογές), η οποία επικοινωνιακά έκανε μια συστηματική προσπάθεια να επανεφεύρει τον εαυτό της μοιράζοντας «καρδούλες» – πιστώνεται, από όσους σήμερα λένε πως «είναι η μόνη που αντιδρά», πως επανέφερε την υπόθεση των Τεμπών μέσα στη Βουλή προτού ξαναμπεί στην επικαιρότητα και πως είναι διαρκώς παρούσα και παρεμβατική, σπάζοντας τα νεύρα των πιο προβεβλημένων υπουργών της ΝΔ. Σε δύο προτάσεις δυσπιστίας η Κωνσταντοπούλου έγινε συνομιλήτρια δύο πρώην κυβερνητικών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ΠΑΣΟΚ, με το οποίο στην κρίση βρέθηκε απέναντι. Από την άλλη, η Κωνσταντοπούλου είναι μια γνώριμη φιγούρα από τα χρόνια της κρίσης, με μια αμφιλεγόμενη θητεία ως πρόεδρος της Βουλής για έξι μήνες το 2015, και πολιτικούς αντιπάλους που την κατηγορούν για αυταρχικότητα σε μια σειρά θεμάτων – από τον τρόπο που εκτοξεύει επιθέσεις έως τον τρόπο που διαλέγει τους βουλευτές της, στους οποίους περιλαμβάνονται κυρίως φιλικά της πρόσωπα. Για όσους την παρατηρούν, ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημά της είναι πως «παίζει» μονοθεματικά, πράγμα που δεδομένα την περιορίζει στη δεξαμενή των ψηφοφόρων που επιλέγουν έναν πιο γενικόλογο καταγγελτικό λόγο.

Οι ομοιότητες

Οσοι βιάζονται να συγκρίνουν περιόδους, λένε πως οι πρώτες δημοσκοπήσεις στις οποίες η Πλεύση Ελευθερίας βρίσκεται στη δεύτερη θέση θυμίζουν τις πρώτες δημοσκοπήσεις, στο τέλος του 2011, που οι μαζικές διαδηλώσεις των Αγανακτισμένων είχαν ως αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ να περάσει το ΠΑΣΟΚ, για πρώτη φορά στα χρονικά, διεκδικώντας τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης που κέρδισε στην κάλπη λίγους μήνες μετά. Οι ομοιότητες όμως των δύο εποχών σταματούν εκεί. Σ’ αυτή τη φάση, στο ΠΑΣΟΚ έχουν αυξηθεί οι φωνές που «κόβουν» τις συζητήσεις για συνεργασίες («Στοιχεία που συνδέονται με αντιδραστικότητα και λαϊκισμό δεν συνάδουν με την πρόοδο της χώρας. Προσωπικά δεν θεωρώ ότι υπάρχει πεδίο συζήτησης», ανέφερε πριν από λίγες μέρες ο βουλευτής Μανώλης Χριστοδουλάκης λίγες ώρες προτού ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος μιλήσει για «μονοπρόσωπα κόμματα διαμαρτυρίας χωρίς πρόγραμμα»). Αναπόφευκτα, και η ίδια η Πλεύση Ελευθερίας θα κληθεί το επόμενο διάστημα να απαντήσει τα ερωτήματα με τα οποία κάθε κόμμα σε άνοδο έρχεται αντιμέτωπο: γιατί, πώς και με ποιους.