Ανάλυση CT: Η Ρωσία δεν επιθυμεί τερματισμό του πολέμου, αλλά υποταγή της Ουκρανίας

Οι επιθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ κατά του Κίεβου, οδήγησαν σε ενίσχυση της ρωσικής επιθετικότητας, με στόχο άμαχους και πολιτικές υποδομές – Υπαρκτός ο κίνδυνος για άλλες ευρωπαϊκές χώρες καθώς η Μόσχα επιδιώκει επέκταση της επιρροής της στα όρια του ελέγχου που διατηρούσε η ΕΣΣΔ

Η αισιοδοξία- και σε αρκετές περιπτώσεις η βεβαιότητα – που εκφράζει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, δεν έχει κάποια λογική που να βασίζεται σε γεγονότα. Πρόκειται κυρίως για προσδοκία επιβεβαίωσης της προεκλογικής του «προφητείας», πως σε περίπτωση εκλογής του, θα μπορούσε να τελειώσει τον πόλεμο σε 24 ώρες.

Αντιλαμβανόμενος, πως όχι σε 24 ώρες, αλλά ούτε σε 24 μήνες, δεν θα μπορούσε να βάλει τέλος στην αιματοχυσία, επέλεξε να υιοθετήσει το αφήγημα της Μόσχας, φορτώνοντας την ευθύνη στην Ουκρανία και τον Ζελένσκι, επιχειρώντας έτσι να επιτύχει την συνθηκολόγηση της χώρας.

Η τακτική αυτή, ενθάρρυνε περαιτέρω την Μόσχα, η οποία όχι μόνο δεν έδειξε διάθεση τερματισμού των εχθροπραξιών, αλλά εξαπέλυσε πιο σκληρές επιθέσεις εναντίον αμάχων, επικροτώντας την στάση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος βρέθηκε απέναντί και από τους συμμάχους των ΗΠΑ στην Ευρώπη.

Η Μόσχα, τις δηλώσεις για ετοιμότητα επίτευξης ειρήνης δεν δείχνει καμία διάθεση να πείσει πως εννοεί όσα λέει τόσο ο Πούτιν όσο και άλλοι Ρώσοι αξιωματούχοι.

Αντιθέτως, η εικόνα που προκύπτει από το πολεμικό μέτωπο, τις γεωπολιτικές κινήσεις και την ρητορική του Κρεμλίνου υποδηλώνει όχι μόνο, έλλειψη διάθεσης για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, αλλά και μια ανησυχητική τάση για περαιτέρω επέκταση της επιθετικότητας, με ευρωπαϊκές χώρες να βρίσκονται στο στόχαστρο.

Η πραγματικότητα και η προπαγάνδα

Η ρωσική εισβολή πλήρους κλίμακας στην Ουκρανία, που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022, δεν αποτελεί μια αντίδραση σε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, καθώς χρειάστηκε σχεδιασμός και προετοιμασία χρόνων. Παράλληλα με αυτά γινόταν μεθοδικά μια επικοινωνιακή διαχείριση με διασπορά ψευδών ειδήσεων, παρεμβάσεων σε δυτικές χώρες και δημιουργίας αφηγημάτων που έδειχναν πως κάτι θα ακολουθούσε.

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, με τη ρητορική περί «αποναζιστικοποίησης» και «προστασίας» των ρωσόφωνων, επιχείρησε να προσδώσει στην επιθετικότητα της Ρωσίας, μια επίφαση «νομιμότητας». Το ίδιο ακριβώς είχε κάνει και ο Χίτλερ το 1939 και ο Ετζεβίτ το 1974 με την εισβολή στη Κύπρο.

Αυτό που εύκολα κάποιος μπορεί να διαπιστώσει είναι πως, οι ενέργειες της Μόσχας στο πεδίο της μάχης καταδεικνύουν ότι δεν επιδιώκει συμβιβασμό, αλλά υποταγή και συνθηκολόγηση της Ουκρανίας, με την μεθοδική καταστροφή των υποδομών της και την ισοπέδωση πόλεων.

Σύμφωνα με πρόσφατες εκθέσεις του ΟΗΕ και του γενικού επιτελείου των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, οι ρωσικές δυνάμεις εντείνουν τις επιθέσεις σε μέτωπα όπως το Ντονμπάς και η Χερσώνα, ενώ οι αεροπορικές επιδρομές σε μη στρατιωτικές υποδομές, όπως σταθμούς ηλεκτροδότησης, φράγματα ύδρευσης, νοσοκομεία και σχολεία, αποτελούν καθημερινότητα.

Παρά τις διεθνείς πιέσεις και τις κυρώσεις, η Ρωσία δεν έχει δείξει καμία διάθεση να αποσυρθεί από τα κατεχόμενα εδάφη, που σήμερα υπολογίζονται στο 20% περίπου της ουκρανικής επικράτειας. Αντιθέτως, η Μόσχα έχει ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στην κατεχόμενη Κριμαία και τις αυτοαποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, ενώ προχωρά σε εποικισμό με Ρώσους και σε μαζικές εκδόσεις ρωσικών διαβατηρίων στους κατοίκους αυτών των περιοχών, με εκβιασμούς για εκδίωξη από τα σπίτια τους. Αυτή η πρακτική, που η ΕΕ έχει καταδικάσει ως παράνομη, δεν είναι απλώς μια κίνηση επίλυσης πρακτικών ζητημάτων, αλλά για στρατηγική δημιουργίας τετελεσμένων και εδραίωσης της κατοχής. Άλλωστε δεν έκρυψε τις προθέσεις της, με την προσάρτηση των κατεχόμενων περιοχών στη Ρωσία, αλλά ακόμα και περιοχών που δεν κατάφερε να καταλάβει και παραμένουν ελεύθερες.

Διπλωματικός εμπαιγμός

Στο διπλωματικό πεδίο, η Ρωσία προσπαθεί με κάθε ευκαιρία να προβάλλει την εικόνα ενός κράτους που επιθυμεί ειρήνη, αλλά οι προτάσεις που υποβάλλει είναι στην ουσία τελεσίγραφα προς το Κίεβο, την ΕΕ και τις ΗΠΑ.

Τον Δεκέμβριο του 2021, μόλις δύο μήνες πριν από την εισβολή, η Μόσχα απαιτούσε από το ΝΑΤΟ να αποσύρει τις δυνάμεις του από την Ανατολική Ευρώπη Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Λετονία, Εσθονία, Λιθουανία, Ρουμανία) και να δεσμευτεί ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στη Συμμαχία. Αυτές οι απαιτήσεις, που τότε απορρίφθηκαν ως μη ρεαλιστικές, αλλά από τότε επανέρχονται μέσα από δηλώσεις, τόσο του Πούτιν, όσο του Λαβρόφ, του Πεσκόφ και της Ζαχάροβα. Θα πρέπει να σημειωθεί πως οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ όχι μόνο δεν αποσύρθηκαν αλλά η ρωσική επιθετικότητα ανάγκασε τις παραδοσιακά ουδέτερες, Σουηδία και Φινλανδία, να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.

Το αφήγημα πως η Δύση «υποκινεί» τον πόλεμο, μάλιστα υιοθετήθηκε και από κάποιους στη Δύση με αποκορύφωμα δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, οοποίος θέλησε να επιτεθεί στον προκάτοχο του Τζο Μπάιντεν.
Ωστόσο, οι συνομιλίες στο Λονδίνο πριν λίγες μέρες, όπου συμμετείχαν Ουκρανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, κατέδειξαν ότι η Ρωσία απορρίπτει κάθε πρόταση που δεν περιλαμβάνει την πλήρη υποταγή του Κιέβου.

Η στάση αυτή δεν είναι απλώς αδιαλλαξία, αλλά μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής. Ο Πούτιν, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένα, θεωρεί την Ουκρανία ως μην υπαρκτή κρατική οντότητα και «αναπόσπαστο μέρος της ρωσικής ιστορίας». Αυτή η ιδεολογική εμμονή, που συνοδεύεται από την άρνηση αναγνώρισης της ουκρανικής εθνικής ταυτότητας, δεν δείχνει διάθεση για συμβιβασμό και ειρήνη, αλλά πρόθεση κυριαρχίας.
Η χονδροειδής παραπληροφόρηση, με ψευδείς ισχυρισμούς περί «ναζιστικού καθεστώτος» στο Κίεβο, ενισχύει αυτή την αφήγηση, προετοιμάζοντας το έδαφος για παρατεταμένη σύγκρουση. Αν κάποιος λάβει υπόψη ότι, η μεγάλη εβραϊκή κοινότητα της Ουκρανίας, πολεμάει μέσα από τις τάξεις του ουκρανικού στρατού στα μέτωπα με τη Ρωσία, αντιλαμβάνεται πως το αφήγημα της Μόσχας, δεν στέκει καν στη λογική, αλλά και στις πραγματικότητες.

Θα σταματήσει στην Ουκρανία;

Πέρα από την Ουκρανία, η Ρωσία δείχνει πως η επιθετικότητά της δεν περιορίζεται σε αυτή την πρώην σοβιετική δημοκρατία, αλλά στοχεύει στην αναβίωση της σφαίρας επιρροής της Μόσχας στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης που κάποτε βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο της ΕΣΣΔ.

Οι ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα αυτές που συνορεύουν με τη Ρωσία ή ανήκουν στο πρώην σοβιετικό μπλοκ (με εξαίρεση την Ουγγαρία), βρίσκονται σε εγρήγορση. Η Μολδαβία, αντιμετωπίζει πρόβλημα από την δεκαετία του ’90, καθώς η Ρωσία ελέγχει μια λωρίδα γης (Υπερδνειστερία), για την οποία υπήξαν βλέψεις να ενωθεί με την Ρωσία με κατάληψη ουκρανικών εδαφών που παρεμβάλλονται.

Η υπογραφή συμφωνίας της ΕΕ με τη Μολδαβία για την ενίσχυση της συνοριακής ασφάλειας μέσω του Frontex, το 2022, αντανακλά αυτές τις ανησυχίες. Παράλληλα, οι ρωσικές στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στα σύνορα των Βαλτικών χωρών και η ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας στη Λευκορωσία στέλνουν σαφή μηνύματα εκφοβισμού.

Η Ρωσία έχει επίσης εντείνει τις υβριδικές απειλές κατά της Ευρώπης, με ενίσχυση της στήριξης σε ακροδεξιά και αριστερά φιλορωσικά κόμματα, κυβερνοεπιθέσεις, παραπληροφόρηση και χειραγώγηση των ενεργειακών αγορών, δείχνοντας σαφή πρόθεση αποσταθεροποίησης της ΕΕ. Η αναστολή της παροχής φυσικού αερίου σε χώρες της ΕΕ το 2022, ως αντίποινα για τις κυρώσεις, ήταν μια κίνηση που όχι μόνο προκάλεσε ενεργειακή κρίση, αλλά και κατέδειξε την πρόθεση της Μόσχας να χρησιμοποιήσει την οικονομική εξάρτηση ως όπλο. Επιπλέον, η ΕΕ έχει καταγγείλει τη Ρωσία για τη διάδοση ψευδών αφηγημάτων, όπως ο ισχυρισμός ότι η Ευρώπη προκάλεσε την παγκόσμια επισιτιστική κρίση, προκειμένου να υπονομεύσει τη διεθνή υποστήριξη προς την Ουκρανία.

Καθεστώς αυταρχισμού

Η αδιαλλαξία της Ρωσίας δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή αν δεν ληφθεί υπόψη και η πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας.
Ο Πούτιν, έχοντας εδραιώσει εδώ και δεκαετίες ένα αυταρχικό καθεστώς, βασίζεται στη διατήρηση της εικόνας του ισχυρού ηγέτη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελεί για αυτόν και θέμα πολιτικής επιβίωσης, καθώς τα πλήρως ελεγχόμενα ρωσικά ΜΜΕ, παρουσιάζουν την εισβολή στην Ουκρανία, πόλεμο άμυνας από επίθεση της Δύσης. Το κεντρικό αφήγημα είναι πως η Ρωσία μπήκε στην Ουκρανία για να προλάβει επίθεση από τις δυτικές χώρες!

Η καταστολή κάθε αντιπολεμικής φωνής στο εσωτερικό, με χιλιάδες συλλήψεις διαδηλωτών και τη φυλάκιση αντιφρονούντων, δείχνει ότι η Μόσχα δεν ανέχεται καμία αμφισβήτηση της επίσημης προπαγάνδας.

Παράλληλα, η οικονομία της Ρωσίας, λόγω των κυρώσεων παρουσιάζει ρωγμές που δημιουργούν ανησυχία για την ανθεκτικότητα της για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό εκ των πραγμάτων έχει επιπτώσεις στην καθημερινότητα των Ρώσων, οι οποίοι καλούνται να κάνουν υπομονή γιατί «η πατρίδα κινδυνεύει». Αυτό το πρόβλημα επιχειρεί να λύσει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, με την εισήγηση του για άμεση άρση των κυρώσεων, αν σταματήσει ο πόλεμος με τη Ρωσία να έχει κερδίσει εδάφη.

Υπαρκτή απειλή για την ΕΕ

Τα στοιχεία είναι αδιάψευστα. Η Ρωσία δεν επιδιώκει τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά την παράτασή του, με στόχο την εξάντληση του Κιέβου και τη διάβρωση της δυτικής ενότητας, κάτι που φαίνεται να επιτυγχάνει με την συμβολή του Ντόναλτ Τραμπ. Οι ενέργειές της, από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις μέχρι τις διπλωματικές της θέσεις, αποκαλύπτουν μια στρατηγική που δεν περιορίζεται στην Ουκρανία, αλλά εκτείνεται σε μια ευρύτερη αντιπαράθεση με την Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές χώρες, από τη Μολδαβία μέχρι τις Βαλτικές Δημοκρατίες, καλούνται να αντιμετωπίσουν μια Ρωσία που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη βία, την παραπληροφόρηση και την οικονομική πίεση για να επιβάλει τη θέλησή της.

Ο Πούτιν δεν θα σταματήσει από μόνος του, όσο βλέπει σημάδια υποχώρησης στη στήριξη προς την Ουκρανία.

Αν η Ρωσία επιτύχει τους στόχους της, θα ενθαρρυνθούν άλλα αυταρχικά καθεστώτα να χρησιμοποιήσουν βία για να επιβάλουν τη θέλησή τους, υπονομεύοντας το διεθνές δίκαιο και αυτό μας αφορά άμεσα στη Κύπρο. Η Ευρώπη, ιδιαίτερα οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία, θα βρεθούν στο στόχαστρο, καθώς η Ρωσία έχει ήδη δείξει την πρόθεσή της συρρικνώσει το ΝΑΤΟ, το οποίο όμως παραδόξως επέκτεινε η ίδια! . Η στήριξη της Ουκρανίας είναι, επομένως, και στήριξη της ευρωπαϊκής ασφάλειας.

Ο ισχυρισμός ότι η δυτική βοήθεια παρατείνει τον πόλεμο, είναι ένα ανόητο αφήγημα, που μεταφέρει την ευθύνη από τον θύτη στο θύμα. Η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να τερματίσει τον πόλεμο ανά πάσα στιγμή, αποσύροντας τις δυνάμεις της και σεβόμενη την κυριαρχία της Ουκρανίας. Αντ’ αυτού, η Μόσχα επιμένει σε όρους που ισοδυναμούν με ουκρανική παράδοση, όπως η παραχώρηση εδαφών και η εγκατάλειψη της ένταξης στο ΝΑΤΟ. Αυτή η στάση αποδεικνύει ότι η Μόσχα δεν επιθυμεί ειρήνη, αλλά υποταγή.

Το άρθρο Ανάλυση CT: Η Ρωσία δεν επιθυμεί τερματισμό του πολέμου, αλλά υποταγή της Ουκρανίας εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.