Το όραμα του Ερντογάν για μία Συρία στα μέτρα του και οι επιδιώξεις Νετανιάχου για να αποφευχθεί η δημιουργία τζιχαντιστικού κράτους στα σύνορά του – Ποια κοινά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε βάση διαπραγμάτευσης για Τουρκία και Ισραήλ
Η κλιμακούμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στη Συρία και τα σχέδια εγκαθίδρυσης βάσεων και ελέγχου στρατηγικών υποδομών έχουν μετατρέψει τη Δαμασκό σε νέο πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ.
Όπως αναφέρει ο Economist σε ανάλυσή του, για εβδομάδες αξιωματούχοι του τουρκικού στρατού ταξίδευαν σε αεροπορικές βάσεις σε όλη τη Συρία και επεξεργάζονταν σχέδια για τον εξοπλισμό τουλάχιστον ορισμένων από αυτές με συστήματα αεράμυνας και οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Οι προετοιμασίες για την κατάληψη από την Τουρκία της αεροπορικής βάσης Τ4 κοντά στην Παλμύρα λέγεται ότι βρίσκονταν σε εξέλιξη.
Στις αρχές Απριλίου, η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία εξαπέλυσε συντονισμένα πλήγματα κατά στρατιωτικών βάσεων εντός της Συρίας, συμπεριλαμβανομένης της T4, σηματοδοτώντας έτσι την αποφασιστικότητα του Ισραήλ να μην επιτρέψει την τουρκική διείσδυση.
Οι δηλώσεις των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας του Ισραήλ, Γιδεόν Σαάρ και Ισραέλ Κατζ αντίστοιχα, ήταν αποκαλυπτικές: η Συρία κινδυνεύει να καταστεί τουρκικό προτεκτοράτο, και κάθε συνεργασία της Δαμασκού με δυνάμεις εχθρικές προς το Ισραήλ θα έχει σοβαρές συνέπειες.
Στην καρδιά της σύγκρουσης βρίσκεται η φιλοδοξία του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αναδείξει την Άγκυρα ως ρυθμιστή των εξελίξεων στη Συρία, και να επεκτείνει την επιρροή της μέσω στήριξης στον μεταβατικό πρόεδρο Αχμέντ αλ-Σάραα.
Ο Σάραα, τον οποίο το Ισραήλ απορρίπτει ως «τζιχαντιστή της σχολής Αλ Κάιντα», έχει δηλώσει ότι σκοπός του είναι η αποτροπή της μετατροπής της Συρίας σε βάση ξένων εξτρεμιστών.
Το Ισραήλ υπό τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, ωστόσο, εκφράζει φόβους πως πρόκειται για μια βιτρίνα που συγκαλύπτει σχέδια για φιλοξενία της Χαμάς και άλλων ριζοσπαστικών ομάδων.
Η διαφωνία φτάνει και στο πεδίο της εσωτερικής διακυβέρνησης: η Άγκυρα και ο Σάραα υποστηρίζουν ένα συγκεντρωτικό προεδρικό μοντέλο, ενώ το Ισραήλ επιθυμεί μια ομοσπονδιακή Συρία, με αυτονομία για μειονότητες όπως οι Κούρδοι και οι Αλαουίτες. Η πρόσφατη σφαγή εκατοντάδων Αλαουιτών από ένοπλες ομάδες πιστές στον Σάραα εντείνει την ανησυχία για το μέλλον των μειονοτήτων στη νέα Συρία.
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης, το κουρδικό ζήτημα λειτουργεί ως θρυαλλίδα. Η Άγκυρα κατηγορεί το Ισραήλ ότι ενισχύει τις κουρδικές δυνάμεις (SDF), τις οποίες θεωρεί παρακλάδι του PKK, και φοβάται πως το Τελ Αβίβ επιχειρεί να δημιουργήσει έναν φιλοϊσραηλινό κουρδικό θύλακα στα νότια τουρκικά σύνορα. Ο πρώην ΥΠΕΞ Σαάρ έχει αποκαλέσει τους Κούρδους «φυσικούς συμμάχους του Ισραήλ», γεγονός που εντείνει τις τουρκικές υποψίες περί αποσταθεροποιητικής συνεργασίας.
Ο φόβος ενός «κουρδικού προτεκτοράτου» προκάλεσε την έναρξη μυστικών συνομιλιών μεταξύ Άγκυρας και του φυλακισμένου ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, με αποτέλεσμα την κήρυξη προσωρινής κατάπαυσης πυρός τον περασμένο Μάρτιο. Οι Ισραηλινοί, από την άλλη, θεωρούν ότι η Άγκυρα μπορεί να χρησιμοποιήσει τη Συρία ως «γεωπολιτικό πολιορκητικό κριό» εναντίον του εβραϊκού κράτους.
Παρά την εχθρότητα, άμεση πολεμική σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών θεωρείται απίθανη. Ο Ερντογάν επιθυμεί αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ – ιδίως την επανενεργοποίηση της συμφωνίας για τα F-35 – και σταδιακή ομαλοποίηση των σχέσεων με την Ε.Ε. μέσω συνεργασίας για την Ουκρανία και περιφερειακή σταθερότητα. Τυχόν μετωπική σύγκρουση με το Ισραήλ θα ναρκοθετούσε αυτές τις προοπτικές.
Ταυτόχρονα, Τουρκία και Ισραήλ έχουν κοινό συμφέρον: να αποτραπεί η επαναφορά του Ιράν στη Συρία. Η κοινή αντίθεση στην ιρανική επιρροή, όπως και η ανάγκη για σταθεροποίηση της χώρας, ενδέχεται να λειτουργήσουν ως υποτυπώδης βάση συνεργασίας.
Όπως εκτιμά Ισραηλινός αξιωματούχος: «Αν ο Ερντογάν καταφέρει να σταθεροποιήσει τη Συρία και να αποτρέψει τη δημιουργία ενός τζιχαντιστικού κράτους, αυτό ενδεχομένως να εξυπηρετεί και τα δικά μας συμφέροντα».
Ωστόσο, με τις ισορροπίες εύθραυστες, η Συρία δεν αποτελεί μόνο πεδίο ανοικοδόμησης, αλλά και σκακιέρα γεωπολιτικών συγκρούσεων, όπου οι Ερντογάν και Νετανιάχου παίζουν πλέον ως ξεκάθαροι αντίπαλοι.
Πηγή: Πρώτο Θέμα