
Μια αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά τέσσερις βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα θα μπορούσε να μειώσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά περίπου 40% έως το 2100, σύμφωνα με νέα μελέτη. Πρόκειται για εκτίμηση πολύ πιο δραματική από προηγούμενες, που μιλούσαν για μείωση μόλις 11%.
Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Κλιματικού Κινδύνου και Απόκρισης (ICRR) του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία και δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Environmental Research Letters.
Οι ερευνητές αναφέρουν ότι το νέο μοντέλο διορθώνει σφάλματα προηγούμενων υπολογισμών, ιδίως σε ό,τι αφορά τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, και προτείνουν επιτάχυνση της απανθρακοποίησης για να περιοριστεί η υπερθέρμανση στους 1,7 βαθμούς, επίπεδο συμβατό με τη Συμφωνία του Παρισιού και πολύ κάτω από τους 2,7 βαθμούς που θεωρούσαν αποδεκτοί προηγούμενα μοντέλα.
Ο οικονομολόγος Τίμοθι Νιλ από το ICRR τονίζει ότι η προηγούμενη υποεκτίμηση του κινδύνου οφείλεται στο ότι τα περισσότερα μοντέλα βασίζονταν σε ιστορικά δεδομένα χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την παγκοσμιοποιημένη φύση της οικονομίας. «Οι αναλύσεις θεωρούσαν ότι οι επιπτώσεις του καιρού επηρεάζουν μόνο την εθνική οικονομία, αγνοώντας τις επιπτώσεις σε άλλες χώρες που διασυνδέονται μέσω εμπορίου», εξηγεί.
Ο Νιλ προσθέτει ότι σε έναν πιο θερμό πλανήτη, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα προκαλούν ταυτόχρονες διαταραχές σε διάφορες περιοχές του κόσμου, επηρεάζοντας σοβαρά την παραγωγή, τις μεταφορές και τη διανομή αγαθών, καθώς και την ικανότητα των κρατών να βοηθούν το ένα το άλλο μέσω εμπορικών συναλλαγών.
Παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Νότιας Αμερικής: στο παρελθόν, ακόμη και αν υπήρχε ξηρασία, άλλες περιοχές παρήγαν αρκετή αγροτική παραγωγή για να καλύψουν τις ανάγκες. Με την αύξηση της συχνότητας και έντασης των φαινομένων, αυτή η «αντισταθμιστική ασφάλεια» δεν θα υφίσταται πλέον.
Ο Νιλ επισημαίνει επίσης ότι η κλιματική αλλαγή προκαλεί πληθωρισμό στις τιμές των τροφίμων, μειώνει την παραγωγικότητα των εργαζομένων, επιδεινώνει την υγεία, ενισχύει τη μετάδοση ασθενειών και μπορεί να οδηγήσει σε μαζικές μεταναστεύσεις και συγκρούσεις.
Καταλήγει λέγοντας ότι η οικονομική ζημιά από την κλιματική αλλαγή είναι ήδη ορατή και ότι η νέα μελέτη αποδεικνύει πως καμία χώρα δεν είναι ασφαλής: ακόμη και εκείνες που θα μπορούσαν να ωφεληθούν προσωρινά από την υπερθέρμανση, όπως ο Καναδάς ή η Ρωσία, είναι εξαρτημένες από παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, γεγονός που τις καθιστά ευάλωτες.
Με σημερινό παγκόσμιο ΑΕΠ γύρω στα 105 τρισεκατομμύρια δολάρια, μια τέτοια πτώση σημαίνει απώλειες της τάξης των 42 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, μειώνοντας την παγκόσμια παραγωγή στα 63 τρισεκατομμύρια – επίπεδα δεκαετιών πίσω. Οι προηγούμενες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για απώλεια μόλις 11%, κάτι που καθιστά τη νέα πρόβλεψη 3,6 φορές πιο σοβαρή.