Δεν πληρώνω, reloaded

Είμαι ο άνθρωπος που έβλεπε τους υπουργούς Μεταφορών να περνούν. Τους έβλεπε από τα αστικά λεωφορεία, τα τρόλεϊ, τα μετρό και τα τραμ με τα οποία καθημερινά μετακινείται στην πρωτεύουσα. Ο άνθρωπος που ξέρει ότι αν δεν φτιάξουν οι συγκοινωνίες αυτής της πόλης, αυτή θα συνεχίσει να είναι δύσκολη και εχθρική προς τους κατοίκους και τους επισκέπτες της. Μαζί με τα σπασμένα πεζοδρόμια, τους χιλιοσκαμμένους και κακομπαλωμένους δρόμους, τη ρύπανση των λογής γκράφιτι, τον θόρυβο και την ανεξέλεγκτη κίνηση των αυτοκινήτων, είναι οι βασικές πληγές της καθημερινότητας, που ουδείς ενδιαφέρεται να διορθώσει, είτε επειδή δεν ξέρει είτε επειδή έχει πολιτικό κόστος – η χρυσή συνταγή «μην τα βάζεις με πολλούς» καθορίζει το όριο των πολιτικών παρεμβάσεων.

Αν στην ιεραρχία αυτών των προβλημάτων τοποθετώ τις αστικές συγκοινωνίες, το κάνω επειδή η διάλυσή τους είχε πάντα ιδεολογικό πρόσημο. Ολοι οι λαϊκιστές πολιτικοί βρήκαν την ευκαιρία να δείξουν πόσο νοιάζονται «για τον λαό» απλώς εκμεταλλευόμενοι τις υποδομές που τον εξυπηρετούν. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταργήσει το κόμιστρο τις πρωινές ώρες, την ώρα που ο λαός πήγαινε στη δουλειά. Οι συγγενείς συνδικαλιστές, αργότερα, στην πρωθυπουργική θητεία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ξεβράκωναν και διαπόμπευαν γυμνούς οδηγούς λεωφορείων που επένδυσαν χρήμα και δουλειά στην προσπάθεια ιδιωτικοποίησης των συγκοινωνιών, η οποία εγκαταλείφθηκε.

Τις αδιαμφισβήτητα δημόσιες συγκοινωνίες ξαναθυμήθηκαν οι λαϊκιστές του αντιμνημονίου, προεξαρχόντων των συριζαίων. Τα χρόνια της χρεοκοπίας καλλιέργησαν την «προοδευτική» ιδέα να μην πληρώνουν εισιτήριο, επειδή δεν είναι σωστό να πληρώνουμε τις υπηρεσίες του Δημοσίου, που είναι υποχρεωμένο να μας εξυπηρετεί. Η ιδέα αυτή, μαζί με τη βίαιη απόπειρα του κινήματος «Δεν πληρώνω» να αμφισβητήσει εμπράκτως την επί ανταλλάγματι λειτουργία των μαζικών μέσων μεταφοράς, συνέβαλε στο ξεχαρβάλωμα των λεωφορείων αλλά ακόμα και του μετρό. Αντί για ένας συρμός ανά τρία λεπτά, όταν ξεκίνησε, σήμερα περνάει ένας ανά πέντε ή ανά επτά λεπτά τις ώρες αιχμής και ανά 12 λεπτά τα Σαββατοκύριακα.

Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Κοινωνικά, επειδή εμπεδώθηκε η έννοια του δεν πληρώνω στην καθημερινότητά μας της προσωποκεντρικής αγένειας, που είναι η βασική αξιακή νοοτροπία της ζωής μας. Και στην πράξη, επειδή οι συγκοινωνίες χάνουν πολλά λεφτά από απώλειες εισιτηρίων, τα οποία αν υπήρχαν θα πήγαιναν στη βελτίωση υποδομών, σε επισκευές, συχνότητα δρομολογίων και ανανέωση του στόλου.

Προσωπικά, πίστευα ότι από το 2019 αυτά τα φαινόμενα θα τελείωναν. Κανένας υπουργός Μεταφορών, όμως, δεν τα αντιμετώπισε ως πρόβλημα. Ούτε ο Κώστας Καραμανλής ούτε ο Χρήστος Σταϊκούρας. Εξι χρόνια μετά τον ΣΥΡΙΖΑ, οι συγκοινωνίες παραμένουν άθλιες – και φυσικά περνούν απαρατήρητες οι όποιες βελτιώσεις, όπως τα νέα ηλεκτρικά λεωφορεία (που κι αυτά παλιώνουν) ή η δυνατότητα έκδοσης εισιτηρίου με την τραπεζική μας κάρτα.

Τα γράφω αυτά επειδή πέρασε ο καιρός της προσαρμογής για τον νέο υπουργό Μεταφορών, Χρίστο Δήμα, και οι τζαμπατζήδες (όπως βλέπω καθημερινά στις μετακινήσεις μου) συνεχίζουν να κάνουν πάρτι. Αν θέλει να συνδέσει το όνομά του με τη βελτίωση της ζωής της πόλης, ας αρχίσει από κει. Ας κάνουν κανονικούς ελέγχους κι ας βάλουν και τους οδηγούς των λεωφορείων να προστατεύουν τη δουλειά τους και τις δημόσιες συγκοινωνίες. Αν δεν θέλουν, θα τους θυμόμαστε στις επόμενες εκλογές.