
Η ανθρωπότητα ζει τις επιπτώσεις από το σοκ των επιλογών του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, που απειλούν τις οικονομίες με μεγάλη και μεγάλης διάρκειας ύφεση. Μόλις χθες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο άλλαξε προς τα κάτω τις προβλέψεις του για τους ρυθμούς ανάπτυξης το 2025, θεωρώντας ότι η αύξηση των δασμών και η αβεβαιότητα θα οδηγήσουν σε «σημαντική επιβράδυνση».
Μέσα σε αυτό το κλίμα, είναι σχεδόν τρελό ότι η ελληνική οικονομία έχει καταφέρει να μην περιλαμβάνεται σε αυτή τη μεγάλη εικόνα. Οι θετικές οικονομικές ειδήσεις των τελευταίων εβδομάδων είναι κάτι πρωτοφανές για τη χώρα μας, ιδίως μετά τη χρεοκοπία και τα μνημόνια.
Ιδιαίτερα σημαντική για την ελληνική οικονομία είναι η αναβάθμισή της από τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor’s (για τρίτη φορά από το 2023). Η πιο σημαντική επισήμανση που οδήγησε στην αναβάθμιση είναι η διαπίστωση της «αταλάντευτης δημοσιονομικής πειθαρχίας» στην οικονομική πολιτική της χώρας, που συνοδεύεται με αναγνώριση των προσπαθειών για τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, σε συνδυασμό με την ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη. Γίνεται επίσης αναφορά σε βεβαιότητα για «περαιτέρω σταθερή μείωση του καθαρού χρέους προς το ΑΕΠ», που ο οίκος αναμένει να μειώνεται κατά 6 μονάδες τον χρόνο τα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Οι εκτιμήσεις αυτές επιβεβαιώνονται και από τα επικαιροποιημένα δημοσιονομικά στοιχεία της περιόδου 2021-24, που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ. Το 2024 καταγράφεται πλεόνασμα 3,18 δισ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε 1,3% του ΑΕΠ. Ταυτόχρονα, υποχωρεί το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια, στο 153,6% του ΑΕΠ, ενώ μειώνονται σημαντικά οι δαπάνες. Τέλος, αυξάνονται τα έσοδα, φτάνοντας τα 117,1 δισ. ευρώ.
Ολα αυτά δείχνουν ένα πράγμα: αναπτυξιακές πολιτικές που προσμετρώνται στο τελικό αποτέλεσμα (για 500.000 νέες θέσεις εργασίας μιλάει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης) και, ταυτόχρονα, δημοσιονομικό νοικοκύρεμα, που προήλθε κυρίως από την αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής χάρη στην εισαγωγή των ψηφιακών μέσων στις συναλλαγές αλλά και από την αύξηση του όγκου της οικονομίας.
Οι αριθμοί αυτοί είναι ουσιαστική απάντηση σε μια αντιπολίτευση καταστροφολογική, αλλά και σε όσους ισχυρίζονται ότι μόνο οι αριθμοί ευημερούν. Κι όμως. Εστω και αργά, οι φόροι μειώνονται (ΕΝΦΙΑ) ή έχουν καταργηθεί (εισφορά αλληλεγγύης), ενώ η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ και η αντοχή των ιδιωτικών επιχειρήσεων που μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτήν δείχνει ότι αλλάζει η καθημερινότητα. Η πασχαλινή έξοδος δείχνει ότι οι οικονομικές επιδόσεις του κράτους επηρεάζουν και την καθημερινότητά μας.
Με αυτές τις εξελίξεις, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση θα ανακοίνωνε επιδοματικού τύπου παροχές – στοχεύοντας τους συνταξιούχους, ένα target group που εκλογικά στηρίζει τις επιλογές της, και τους ενοικιαστές, εν μέσω της συνεχιζόμενης κρίσης στέγης. Η αντιπολίτευση θα προσπαθήσει να την πλήξει σε αυτές της τις επιλογές – αλλά δεν είναι εύκολο, επειδή η επιδοματική πολιτική είναι κοινή για όλα τα πολιτικά κόμματα.
Αυτό που δεν είναι κοινό είναι οι αναπτυξιακές πολιτικές σε συνδυασμό με το δημοσιονομικό νοικοκύρεμα. Μένει να βρεθεί η αντιπολίτευση που θα αφήσει την εύκολη δήθεν αντισυστημική ρητορική και θα εργαστεί για ακόμη καλύτερες επιδόσεις.