Ευκαιρία

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, γράφουν στο χθεσινό τους κύριο άρθρο οι «New York Times», ενσαρκώνει εδώ και πολλά χρόνια ένα δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ: το δίλημμα των σχέσεων που αναπτύσσουν με αυταρχικά καθεστώτα. Σε έναν επικίνδυνο κόσμο, όπως αυτός που ζούμε, οι δημοκρατίες – ακόμη και οι πιο ισχυρές, σαν την αμερικανική – δεν έχουν την πολυτέλεια να απομονώνουν κάθε μη δημοκρατικό καθεστώς. Ωστόσο, αυτού του είδους οι «συμμαχίες» προϋποθέτουν μια σειρά από ανταλλάγματα ώστε να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των δημοκρατικών κρατών.

Η Τουρκία έχει υπερβεί αρκετά όρια. Ο πρόεδρός της την οδηγεί προς την απολυταρχία και οι τούρκοι πολίτες φαίνεται πως έχουν κουραστεί από την πολυετή παραμονή του στην εξουσία και τις παρεμβάσεις του στους θεσμούς. Οι θιασώτες της ρεαλπολιτίκ, όμως, γνωρίζουν ότι η γειτονική χώρα συνεχίζει να αποτελεί μια σημαντική δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ οι Ευρωπαίοι τη χρειάζονται προκειμένου να αντιμετωπίσουν το σύνθετο πρόβλημα των μεταναστευτικών ροών.

Ο πολιτικός πραγματισμός έχει και ανάποδη ανάγνωση, βέβαια. Οπως η Δύση έχει ανάγκη την Αγκυρα, έτσι και η Αγκυρα έχει ανάγκη τη Δύση, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, είτε ως εμπορικούς εταίρους, είτε ως προμηθευτές στρατιωτικού εξοπλισμού. Το νόμισμα έχει δύο όψεις.

Σε αυτή τη δεύτερη όψη οφείλει να ποντάρει η Ελλάδα. Να αδράξει την ευκαιρία για να υπογραμμίσει σε όλους τους συμμάχους της, εντός ευρωπαϊκών συνόρων αλλά και στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, πως εκείνη αποτελεί αληθινό – και κυρίως αξιόπιστο – παράγοντα σταθερότητας σε μια ταραγμένη περιοχή.