
Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου του 1999, στις εγκαταστάσεις του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου στο Θησείο, ένας νέος ερευνητής ετοιμαζόταν να ξεκινήσει την πρώτη του βάρδια. Δεν είχε προλάβει να καθίσει στην καρέκλα του, ώστε να ενημερωθεί για τα νέα του καθήκοντα, όταν η γη άρχισε να σείεται: Ο μεγάλος σεισμός της Πάρνηθας ταρακουνούσε την Αθήνα. Δυόμισι δεκαετίες αργότερα, ο ερευνητής εκείνος θα γινόταν διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, ο Βασίλης Καραστάθης, που ανέλαβε επισήμως τα καθήκοντά του τον περασμένο Φεβρουάριο. Δεν ήταν μόνο η έναρξη της καριέρας του στο μεγαλύτερο σεισμολογικό ινστιτούτο της χώρας επεισοδιακή αλλά και η έναρξη της θητείας του ως διευθυντή: Με το που ανέλαβε ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες σεισμικές κρίσεις στην Ελλάδα, η σεισμική έξαρση μεταξύ Σαντορίνης και Αμοργού, που προκάλεσε τεράστια ανησυχία στη χώρα και προσέλκυσε τα βλέμματα της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας. Πώς να μη νιώθει το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο «σαν το δεύτερο σπίτι του», όπως μου λέει, έπειτα από όσα έχει ζήσει εκεί μέσα;
Η συζήτηση δεν θα μπορούσε παρά να ξεκινήσει από εκεί, από τη Σαντορίνη, καθώς η απόσταση του χρόνου ευνοεί να ειπωθούν όλα όσα την ώρα της κρίσης πρέπει να παραλείπονται. «Αυτό που ζήσαμε στη Σαντορίνη ήταν όχι μόνο πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα, ήταν μια εξαιρετικά σπάνια κρίση σε διεθνές επίπεδο», λέει. «Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης ακολουθίας ήταν ο τεράστιος αριθμός ισχυρών σεισμικών δονήσεων με μέγεθος άνω των 4 ρίχτερ. Σκεφτείτε ότι το 2024 σε ολόκληρη την επικράτεια είχαμε 90 σεισμούς μεγαλύτερους του 4 και μέσα σε δέκα μέρες, από τις 2 ως τις 12 Φεβρουαρίου 2025, μόνο μεταξύ Σαντορίνης και Αμοργού είχαμε 213 σεισμούς που ξεπέρασαν το μέγεθος 4 στην κλίμακα Ρίχτερ. Συνολικά μιλάμε για δεκάδες χιλιάδες σεισμούς. Είναι μια κρίση που θα μπορούσε να συγκριθεί με αυτό που συνέβη στο Αφάρ της Αιθιοπίας, πριν από μερικούς μήνες, όπου είχαμε επίσης ένα τεράστιο σμήνος σεισμών, μια παρόμοια μαγματοτεκτονική σμηνοσειρά. Επειδή αυτές οι σμηνοσειρές συχνά κάνουν κύκλους δεν αποκλείεται κάποια στιγμή να μας ξαναθυμηθεί».
Τις μέρες εκείνες το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο κλήθηκε να διαχειριστεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία του. «Εκλήθη να αντεπεξέλθει σε μια κρίση που όμοιά της δεν είχε ξαναδεί. Συζητήσαμε την κατάσταση με όλο το προσωπικό και ήταν έτοιμο να βοηθήσει. Εκαναν υπεράνθρωπη προσπάθεια, βάλαμε διπλές και τριπλές βάρδιες για να αναλύουμε τους σεισμούς και αυτό εκ των ενόντων, χωρίς να αυξηθεί το προσωπικό», λέει ο Βασίλης Καραστάθης.
Αξιόπιστα στοιχεία
«Ο ρόλος του Γεωδυναμικού δεν είναι απλώς ερευνητικός, είναι και επιχειρησιακός. Οταν ενημερώνουμε τους πολίτες πρέπει να έχουμε αξιόπιστα στοιχεία και πάντα να λέμε την αλήθεια. Από την πρώτη στιγμή εγώ ο ίδιος επικοινώνησα στον κόσμο ότι αυτή την φορά δεν μπορώ να είμαι καθησυχαστικός. Είπαμε με ειλικρίνεια ότι θα πρέπει να περιμένουμε και κάναμε τις εκτιμήσεις μας τις οποίες καταθέσαμε επισήμως. Επικοινωνήσαμε πρώτοι τον χαρακτήρα της «σμηνοσειράς» που είχε η σεισμική ακολουθία, αναφέροντας μάλιστα το παράδειγμα της Αιθιοπίας. Ακόμα και όταν άρχισε να βελτιώνεται η κατάσταση ήμασταν αυτοί που δώσαμε πρώτοι την αισιόδοξη είδηση».
Συζητώντας με θέα την απελπιστική εικόνα της καμένης Πεντέλης, η ερώτηση έρχεται αναπόδραστα: «Στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο βρίσκεστε καθημερινά σε επαφή με την τρομακτική δύναμη της φύσης. Τελικά η φύση είναι πιο επικίνδυνη ή ο άνθρωπος;» – «Η φύση κάνει τη δουλειά της. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι προετοιμασμένος», απαντά. Και ξεδιπλώνει το όραμά του για όσα μπορούν να επιτευχθούν στη χώρα με τη συμβολή του Ινστιτούτου. Συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για επερχόμενο σεισμό, δίκτυα που εντοπίζουν τις περιοχές με τις μεγαλύτερες βλάβες αμέσως μετά την εκδήλωση μιας καταστροφικής δόνησης, οπτικές ίνες που «μετατρέπονται» σε σεισμογράφους, καινοτομίες που εφαρμόζονται στην Ιαπωνία ή στην Αμερική αλλά στην Ελλάδα ακούγονται ως σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Και όμως, στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο έχουν ήδη γίνει μετρήσιμα βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, εξηγεί ο Βασίλης Καραστάθης.
«Στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν κάποιες συγκεκριμένες ενέργειες. Το στοίχημα που έχω βάλει ως διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου είναι να εφαρμοστούν οι νέες τεχνολογίες στην αντισεισμική προστασία και να συμβάλω όσο το δυνατόν στην εμπέδωση αυτών των νέων τεχνολογιών. Το πρώτο βήμα είναι ότι παγκοσμίως υπάρχει η τάση για εφαρμογή συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης τα οποία μπορούν μέσω αυτοματοποιημένων εφαρμογών να προλάβουν σημαντικές καταστροφές. Μερικές φορές ο κόσμος, όταν ακούει ότι η προειδοποίηση που μπορούν να δώσουν αυτά τα συστήματα είναι μόλις μερικά δευτερόλεπτα, όπως για παράδειγμα 15 ή 20 δευτερόλεπτα, έχει την άποψη ότι «τι μπορώ να κάνω εγώ μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα;» Αυτό είναι λάθος! Τα αυτοματοποιημένα συστήματα μπορούν μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα να επιβραδύνουν αμαξοστοιχίες, να σταματήσουν ανελκυστήρες, μπορούν να προλάβουν φωτιές, διαρροές τοξικών αερίων κ.λπ. Εχουμε ήδη ξεκινήσει σε πειραματική λειτουργία στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο ένα τέτοιο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης σεισμού, ένα σύστημα για το οποίο πήραμε τους κώδικες από το Πανεπιστήμιο του Berkley, το αναπτύξαμε και το συμπληρώσαμε. Είναι το σύστημα ARIS που βρίσκεται στον ανατολικό Κορινθιακό και τώρα το έχουμε επεκτείνει σε όλη την Αττική. Με το που γίνεται ο σεισμός, από τα πρώτα κύματα που φτάνουν στους πιο κοντινούς σταθμούς του δικτύου αισθητήρων, εντοπίζουμε άμεσα το επίκεντρο, το μέγεθος αλλά και το πόσο καταστροφική μπορεί να είναι δόνηση στις γύρω περιοχές. Πριν φτάσει το σεισμικό κύμα σε εμάς και μάλιστα το «δεύτερο» σεισμικό κύμα που έρχεται πιο αργά αλλά με πολύ μεγαλύτερη ενέργεια, έχουμε ειδοποιηθεί για το φαινόμενο και λαμβάνουμε τα κατάλληλα μέτρα. Αυτή τη στιγμή το σύστημά μας είναι ώριμο για να περάσει στην εφαρμογή, ώστε να υιοθετηθεί κάποια στιγμή από τις αρμόδιες Αρχές για να λειτουργήσει επιχειρησιακά. Και γιατί όχι τελικά να ενημερώνει απευθείας τον κόσμο, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Ιαπωνία, όπου ένα ειδικό σήμα φτάνει στην τηλεόραση και στα κινητά τηλέφωνα ενημερώνοντας ότι σε τόσα δευτερόλεπτα αναμένεται σεισμός».
Δίκτυο επιταχυνσιογράφων
Εχοντας διευθύνει έναν μεγάλο αριθμό ερευνητικών έργων, 40 έργα στην Ελλάδα και την Ευρώπη, ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου τονίζει πως βασική του πεποίθηση είναι ότι η έρευνα πρέπει να περνάει στην εφαρμογή και να φτάνει μέχρι τον απλό πολίτη. «Εχουμε κουραστεί να βλέπουμε μελέτες στα συρτάρια. Αυτός που φορολογείται για την έρευνα πρέπει στο τέλος να επωφελείται από αυτήν», λέει ο Βασίλης Καραστάθης καθώς εξηγεί τη δεύτερη τεχνολογία στην οποία επενδύει το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο. «Με τη βοήθεια της Περιφέρειας στην Αττική και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα τοποθετούμε ένα πυκνό δίκτυο επιταχυνσιογράφων – οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν παράλληλα και σε ένα πιθανό μελλοντικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης – και οι οποίοι μας δίνουν άμεσα την εικόνα της καταστροφής και των πιθανών βλαβών, δηλαδή το τι επιβάρυνση δέχτηκε μια περιοχή από ένα μεγάλο σεισμό. Ξέρετε τι συμβαίνει; Πολλές φορές σε έναν ισχυρό σεισμό έχουμε καταρρεύσεις κτιρίων σε μία περιοχή και οι ειδοποιήσεις που έρχονται στις αρμόδιες υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας είναι από γειτονικές περιοχές – άρα μέχρι να καταλάβουμε πού είναι πραγματικά το πρόβλημα χάνονται ώρες. Μας ενδιαφέρει να σπεύσουν τα σωστικά συνεργεία όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στο σημείο της καταστροφής. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να ξέρουμε σε άμεσο χρόνο ποιες περιοχές έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να έχουν καταρρεύσεις και όχι να περιμένουμε στα τηλέφωνα για να το μάθουμε. Σε αυτήν την προσπάθεια έχουμε πολύ μεγάλη συμπαράσταση από τους δημάρχους και ειλικρινά τους ευχαριστώ», προσθέτει ο ίδιος.
«Τρίτος πυλώνας που θέτω ως προτεραιότητα είναι η προσοχή στους παραδοσιακούς οικισμούς. Υπάρχουν στην Πελοπόννησο, στη Θεσσαλία, στην Ηπειρο πολύ όμορφοι παραδοσιακοί οικισμοί οι οποίοι, όμως, δεν ξέρουμε πώς θα αντιδράσουν αν δεχτούν ισχυρό σεισμό. Το δόγμα της αντισεισμικής προστασίας στην Ελλάδα εστιάζει στο να φτιάχνουμε ανθεκτικές νέες κατασκευές. Σε μια χώρα, όμως, που έχουμε τεράστιο ποσοστό γηρασμένων κτιρίων, θα πρέπει να ενδιαφερθούμε και για τις παλαιές κατασκευές, για τα μνημεία αλλά και για τους παραδοσιακούς οικισμούς. Χρειάζονται έλεγχοι ακόμη και κανονισμοί που να διέπουν τις συντηρήσεις αυτών των οικισμών. Τέλος, υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της χώρας μας που δεν μπορούμε να καλυφθεί με σεισμογράφους: Η θάλασσα. Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο δεν έχει υποθαλάσσιους σεισμογράφους που να λειτουργούν σε πραγματικό χρόνο. Τώρα αγοράζουμε, όμως είναι πολύ δύσκολη η συντήρησή τους. Υπάρχει λύση γι’ αυτό και έχουμε ήδη προχωρήσει. Οι οπτικές ίνες που διατρέχουν όλο το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Μυρτώο Πέλαγος θα μπορούσαν εύκολα με τη νέα τεχνολογία να μετατραπούν σε διατάξεις σεισμικών αισθητήρων και να στέλνουν πίσω τα σήματα όπως τα σεισμόμετρα. Εχουμε αρχίζει να το εφαρμόζουμε αυτό και ευτυχώς υπάρχουν ευήκοα ώτα στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους», λέει ο Καραστάθης.
Οταν, πριν από τρία χρόνια, ο ίδιος ως αναπληρωτής διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, είχε εντοπίσει μια παράλειψη στις υποδομές του, την έλλειψη σύγχρονου εξοπλισμού παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο των ηφαιστείων του ελληνικού χώρου, ενέταξε στα προγράμματα υποδομών την προμήθεια βαρυτομέτρων, μαγνητομέτρων, σεισμογράφων και άλλων οργάνων για αυτό τον σκοπό. «Δυστυχώς μας πρόλαβε για μερικούς μόνο μήνες το ηφαίστειο της Σαντορίνης πριν έρθουν αυτά τα όργανα», λέει, «όμως είμαστε σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας ώστε αυτή η υποδομή να αποτελέσει τη βάση για μια εθνική προσπάθεια, που θα συμβάλει στην πολιτική προστασία αλλά και στην έρευνα. Θα γίνουν διδακτορικά, σύγχρονες μελέτες και ώσμωση μεταξύ των ερευνητικών κέντρων».
Ερευνα και ανάπτυξη
Η έρευνα, άλλωστε, αποτελεί για εκείνον το ζητούμενο. «Η επιστήμη πρέπει να βασίζεται σε δεδομένα πάρα πολύ έγκυρα. Μας έχει καταλάβει όλους τους επιστήμονες μια τάση υπερδημοσίευσης σε βάρος της ποιότητας. Αυτή τη στιγμή έχουν ανοίξει εκδοτικοί οίκοι για να κάνεις εύκολες δημοσιεύσεις χωρίς επαρκή έλεγχο της ορθότητας και της καινοτομίας. Ομως πρέπει να κοιτάμε και το τελικό αποτέλεσμα. Το πόσο προωθεί η έρευνα την καινοτομία και την ανάπτυξη. Οι Ελληνες, ξέρετε, τα πάμε αρκετά καλά σε αριθμούς δημοσιεύσεων αλλά χωρίς αυτό να μεταφράζεται σε τεχνολογική πρόοδο. Χρειάζεται τομή στην ελληνική κοινωνία, πρέπει να κοιτάξουμε κατάματα τη θέση μας, τι παράγουμε και να ξεκινήσουμε να χτίζουμε όχι να ξεγελάμε τους ίδιους μας τους εαυτούς».
Μια έρευνα που θα συνδέεται με τον άνθρωπο. «Επειδή έχω εξειδικευτεί στη διερεύνηση του υπεδάφους με σεισμικά κύματα, έχω γυρίσει την Ελλάδα απ’ άκρη σε άκρη. Εχω κάνει ακόμη και παράτολμα, ακραία πράγματα, στα βουνά με γεωφυσικές διατάξεις με χιλιόμετρα καλωδίων και αναρίθμητους σεισμογράφους, μια κατάσταση μεταξύ κινηματογραφικής περιπέτειας και επιστήμης. Ανθρωποι που έχουν φύγει από δίπλα μου λόγω συνταξιοδότησης διατηρούν μέχρι και τώρα ζωντανές τις μνήμες από όλα αυτά τα ταξίδια και με έχουν ακολουθήσει και μετά σε κάποιες αποστολές. Είναι τόσο δυνατές οι στιγμές που ζούμε μέσα στην έρευνα που ίσως να μην αλλάζουν με τίποτα», λέει ο Βασίλης Καραστάθης.