
Παλιές αλλά και νέες πρακτικές υπονομεύουν την ελευθερία του Τύπου (ευρύτερα των μέσων ενημέρωσης) και της έκφρασης. Στόχος τους είναι ο αποκλεισμός και η αποσιώπηση των «ενοχλητικών» απόψεων ή εναλλακτικά η διαστρέβλωσή τους και, στην καλύτερη των περιπτώσεων, η υποεκπροσώπησή τους στον δημόσιο διάλογο. Οι βασικότερες πηγές υπονόμευσης της ελευθερίας του Τύπου είναι οι ακόλουθες.
¢ Πρώτο, κυβερνήσεις (στην Ελλάδα όπως και αλλού) ασκούν άμεσες αλλά πιο συχνά έμμεσες πιέσεις ή προβαίνουν σε αφανείς δοσοληψίες προκειμένου να εξασφαλίσουν τη φιλική στάση και τον έλεγχο επί των μέσων ενημέρωσης. Συμβαίνει όμως και το αντίστροφο: ισχυροί ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης επιτυγχάνουν με παρόμοια μέσα την επιρροή τους επί των κυβερνήσεων.
¢ Δεύτερο, παρατηρούνται ολοένα και συχνότερα φαινόμενα άσκησης πιέσεων σε δημοσιογράφους τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τις διευθύνσεις των κρατικών ή ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης. Οι πιέσεις μπορεί να φθάνουν μέχρι την απόλυση αλλά ακόμη να συνίστανται στην εξαγορά, στην άσκηση απειλών, εκβιασμών, βίας σε βάρος τους ή στην παράνομη παρακολούθηση των επικοινωνιών τους. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν οι ποινικές διώξεις και οι προσχηματικές αγωγές από ισχυρά οικονομικά συμφέροντα ή κρατικούς παράγοντες σε βάρος δημοσιογράφων με στόχο τη φίμωσή τους. Πρόκειται για τις λεγόμενες «στρατηγικές αγωγές προς αποθάρρυνση της δημόσιας συμμετοχής» (SLAPP).
¢ Τρίτο, δομικό πρόβλημα συνιστά το γεγονός ότι στη σύγχρονη κοινωνία απαιτούνται τεράστια ποσά για τη δημιουργία ενός μέσου ενημέρωσης. Ετσι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών τίθεται εκτός του πεδίου εφαρμογής του δικαιώματος.
¢ Τέταρτο, υπάρχουν οι επιρροές αλλοδαπών ισχυρών κρατικών ή επιχειρηματικών φορέων. Πολυεθνικές επιχειρήσεις στον τομέα των μέσων ενημέρωσης ή του Διαδικτύου δρουν σε πολλές χώρες, διαμορφώνουν με τον τρόπο αυτό την κοινή γνώμη. Παράλληλα, αξιοποιούνται πάντοτε οι αφανείς τρόποι επίδρασης, όπως μας υπενθύμισε το πρόσφατο άνοιγμα αρχείων των ΗΠΑ. Οι τελευταίες, όπως και άλλα ισχυρά κράτη, συνηθίζουν να χρηματοδοτούν μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους άλλων χωρών.
Η κατάσταση αυτή φαλκιδεύει τελικά την ίδια τη δημοκρατία. Για την υπέρβασή της απαιτείται καταρχάς η διεκδίκηση ώστε το κράτος να λάβει ουσιαστικά μέτρα (νομοθετικά, χρηματοδότηση κ.ά.) προκειμένου α. να γίνει δυνατή η ίδρυση μέσων ενημέρωσης από τις διάφορες συλλογικότητες των εργαζομένων και β. να διασφαλίζεται η ισότιμη προβολή όλων των ρευμάτων σκέψης.
Αλλωστε βάσει του άρθρου 14 του Συντάγματος το κράτος έχει υποχρέωση α. να απέχει από κάθε ενέργεια που μπορεί να παρακωλύσει την ελευθερία του Τύπου, β. να λαμβάνει τα αναγκαία θετικά, κατάλληλα μέτρα ώστε να διευκολύνει την άσκησή της, γ. να λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα ώστε να μπορούν όλα τα ρεύματα σκέψης να εκφράζονται ισότιμα στον δημόσιο διάλογο.
Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι καθηγητής Θεωρίας Κράτους και Δικαίου
στο Πάντειο Πανεπιστήμιο