Το ερώτημα επανήλθε: πώς επιλύουμε τελικά το μείζον πρόβλημα ασφάλειας και διασφαλίζουμε τελεσίδικα την κυριαρχία της χώρας όπως ορίζεται από το διεθνές δίκαιο και Συνθήκες (Λωζάνης, Παρισίων); Η κυβέρνηση φαίνεται να προτεραιοποιεί εμφανώς τη στρατηγική της ισχύος, των συνεχών εξοπλισμών σε μια λογική που περίπου λέγει «περισσότερα όπλα, περισσότερη ασφάλεια». Αρκεί να είμαστε ικανοί να προβάλλουμε δύναμη. Ετσι πριν καν αφομοιώσουμε την ανακοίνωση του νέου δωδεκαετούς εξοπλιστικού προγράμματος ύψους 25 δισ. ευρώ, προχωράμε σε πρόσθετες αγορές όπλων (Exocet, Belh@rra) εκατοντάδων εκατομμυρίων. Επιλύεται όμως έτσι το πρόβλημα ή απλώς στην προσπάθεια να μεγιστοποιήσουμε την ασφάλεια καταλήγουμε σε περισσότερη ανασφάλεια, όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις (O. Roy, Why War?) συντηρώντας ένα φαύλο κύκλο εξοπλισμών; Εχοντας όμως υιοθετήσει αυτή τη στρατηγική και με σταθερή την υπόκρουση πάντοτε ότι «η Τουρκία παραμένει η σταθερή απειλή»:
Πρώτον, στο κρίσιμο ερώτημα τι εξυπηρετεί τα πάγια και διαχρονικά συμφέροντα της χώρας, «μια Τουρκία εντός ή εκτός ευρωπαϊκής άμυνας» και ΕΕ γενικότερα (με ειδική σχέση), οι πρόσφατες διακηρυκτικές τοποθετήσεις υπονοούν αμφίσημη, μάλλον αρνητική απάντηση. Παραβλέποντας ότι ειδικά η σημερινή Τουρκία ως εκκολαπτόμενη υπερδύναμη θα πρέπει να κλειδώσει με την ΕΕ κάτω από αυστηρές αιρεσιμότητες / προϋποθέσεις (πολιτικές, διεθνούς δικαίου).
Δεύτερον, η ευρωπαϊκή άμυνα όπως διαμορφώνεται δεν καλύπτει το ελληνικό πρόβλημα ασφάλειας. Το είχαμε επισημάνει εδώ. Το επιβεβαίωσε σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» (14/4) ο κατ’ εξοχήν αρμόδιος, ο επίτροπος για την Αμυνα Αντ. Κουμπίλιους. Δεν καλύπτονται όλες οι απειλές είπε. Το αξιοπερίεργο είναι ότι η ελληνική πλευρά δεν θέτει το αίτημα για ολική αμυντική κάλυψη της Ευρώπης (συμπεριληπτική κοινή άμυνα). Με πρακτικές ρυθμίσεις που θα απαντούσαν στο πρόβλημα ασφάλειας / απειλών της χώρας όπως η παροχή εγγυήσεων για την ακεραιότητα των συνόρων (αξιοποιώντας και το άρθρο 21 ΣΕΕ), θα ελαχιστοποιούσαν σε σημαντικό βαθμό την ανάγκη αύξησης των εξοπλισμών και του πολλαπλού κόστους που συνεπάγονται.
Οι μεγάλοι πολιτικοί ηγέτες του παρελθόντος (που κυβέρνησαν μετά τη σύναψη της Συνθήκης της Λωζάνης – 1923) Ελ. Βενιζέλος, Κ. Καραμανλής, Κ. Σημίτης και που ασχολήθηκαν συστηματικά με το πρόβλημα ασφάλειας προσέγγισαν την επίλυση του προβλήματος αυτού όχι μέσα από την οπτική της ισχύος, των περισσότερων εξοπλισμών. Αλλά κυρίως μέσα από την επιδίωξη εγκαθίδρυσης συνεργατικών σχέσεων με την Τουρκία. Ελ. Βενιζέλος (Σύμφωνο Φιλίας 1930), Κ. Καραμανλής (πρόταση για Σύμφωνο μη επίθεσης 1976, διαδοχικές προσπάθειες επίλυσης προβλημάτων, ΔΔΧ, κ.λπ.), Κ. Σημίτης (1999 πακέτο Ελσίνκι, ένταξη Κύπρου σε ΕΕ, μελλοντική ένταξη Τουρκίας κ.λπ.). Η Ιστορία διδάσκει…
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ.