
Πώς να μη θεωρήσεις ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι γρουσούζηδες, όταν ούτε μια σκευωρία της προκοπής δεν μπορούν να διεκπεραιώσουν; Ούτε μια αξιοπρεπή Novartis να ξαναστήσουν, ούτε ένα σωστό ξυλόλιο να εφεύρουν, ούτε τρία βαγόνια να εξαφανίσουν με επιτυχία. Μόνο στις διαδηλώσεις τα καταφέρνουν κάπως (η παλιά μας τέχνη κόσκινο), αλλά ως εκεί. Πάντα το φουσκώνουν το πράγμα ως ένα σημείο και μετά εκείνο εκρήγνυται παταγωδώς. Απλώς εκτονώνουν, τελικά, και μετά επανερχόμαστε στη γνωστή, γλαφυρή πραγματικότητα. Τι είχες Γιάννη μ’, τι είχα πάντα.
Παρότι αυτή τη φορά η ιδέα ήταν απλή και το σχέδιο έπρεπε να δουλέψει: δαιμονοποίηση του Μητσοτάκη και αγιοποίηση μιας Μαμάς Τερέζας εναντίον του. Το Καλό εναντίον του Κακού. Το Φως ενάντια στο Σκότος. Αλλά και πάλι τζίφος. Διότι ανέθεσαν σε πρόθυμους πλην μη επαρκείς «τεχνικούς», τσαλαβούτες χωρίς καν δικαίωμα υπογραφής, να υποστηρίξουν επινοημένες ιστορίες, να κάνουν θόρυβο, να βάλουν πολιτικό περιτύλιγμα σε μια βαριά τραγωδία. Και όσοι κατεξοχήν απορρίπτουν ιδεολογικά την έννοια της οικογένειας και προφανώς της μητέρας, τους είδαμε ξαφνικά να θυμούνται τον ιερό ρόλο της μανούλας (με την αστική έννοια), ειδικότερα δε της χαροκαμένης που οφείλει να περιβάλλεται από μια νεφέλη μη-μου άπτου και δεν πρέπει να την κριτικάρουμε. Ακόμα και αν παρεμβαίνει να μας πει αν πρέπει να ψηφίσουμε τον Τασούλα ή όχι για Πρόεδρο, ποιον να βάλουμε ανακριτή και άλλες πολιτικές παπάντζες. Μούγκα! Εμείς, οι άθλιοι, πρέπει να το βουλώνουμε. Να μη μιλάμε, αν και δεν κρίνονται, βέβαια, η μάνα και η φρικτή απώλειά της (που τη σεβόμαστε απόλυτα), αλλά εκείνα που λέει και που εκφεύγουν του πένθους και της αυτονόητης διεκδίκησής της να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Διότι, συγγνωστή η οδύνη, όμως όχι τώρα να μας κανοναρχεί και πολιτικά και να φιλοδοξεί (σύνδρομο μεγαλείου;) να ανατρέψει την όποια εκλεγμένη κυβέρνηση. Αλλά και πώς όχι, όταν άλλοι του χώρου τη φαντασιώνονται (μετά τον ένδοξο Κασσελάκη) ως πρωθυπουργό; Ανθρωποι που μας ζάλισαν τόσα χρόνια με τον υποτίθεται μαρξισμό και την ταξική διεκδίκηση και τώρα κατέληξαν να ονειρεύονται (πάλι) την εξουσία με πολιτικώς παρένθετες μητέρες. Αραγε, έχουν περιέλθει σε τέτοια απελπισία που όποιον ή όποια βρούνε να ακούγεται κάπως τον (τη) μαγκώνουν και τον κάνουν φαντασιακό αρχηγό-Μπρανκαλεόνε που θα κατεβάσει τη μαϊμού απ’ το δέντρο ή θα νικήσει, αίφνης, τον όποιον Μητσοτάκη; Καημένε, Λένιν. Αλλά αυτοί τα λένε κι αυτοί τα κάνουν, και επιπλέον απαιτούν και να μη μιλούν οι άλλοι και όποιος πάει να πει το προφανώς αυτονόητο τον τραβολογούν στα πειθαρχικά. (Μην και καταρρεύσει ο πεποιημένος μύθος.) Ασε, καρντάσι, ουδείς τρομοκρατείται με κάτι τέτοια. Δεν ιδρώνει – πλέον – το αφτί κανενός. Διότι, πώς θα γίνει; Ζήσαμε πενήντα χρόνια Μεταπολίτευση για να έρχονται τώρα, πάλι, τρωγλοδύτες που «μυσαράν συνομωσίαν εκ της κοπρίας ανύψωσαν» και να λένε πως το ξυλόλιο βγήκε απ’ τον παράδεισο, ότι εξαφανίστηκαν βαγόνια στον ουρανό, ότι οι νεκροί είναι ογδόντα, ότι νοθεύτηκαν συνομιλίες σταθμαρχών, ότι η εμπορική αμαξοστοιχία ξεκίνησε με σούζα από τη Θεσσαλονίκη και ό,τι άλλο; Και στο όνομα της δικαιοσύνης; Και πως γίνεται ο κ. τεχνικός να ασφαλίζεται στο Ταμείο μας, τον ΕΔΟΕΑΠ – μπορεί άραγε και ένας παντοπώλης να ασφαλίζεται στο ταμείο των ιατρών ή ένας καρδιοχειρουργός στο ταμείο των υδραυλικών; (Και γιατί όχι – ας πούμε στη γειτονιά μας έχει ένα μαγαζί που γράφει στην ταμπέλα του «Υδραυλικόν Εργαστήριον “Ο Μπάρναντ”».)
Αν δεις το όλο πράγμα από κάποια απόσταση και ψύχραιμα, φαντάζει, από ένα σημείο και πέρα, ως ερασιτεχνικός τραγέλαφος, στηριγμένος σε μια φριχτή τραγωδία. Και η ελαφρότητα με την οποία εκσφενδονίστηκαν απόψεις και υποψίες δείχνει και το βάθος του κυνισμού – όπως για τον νεκρό μηχανοδηγό της εμπορικής αμαξοστοιχίας που δήθεν έκανε λαθρεμπόριο ή για το ότι η κυβέρνηση δολοφόνησε τον Καλογήρου γιο δικαστίνας για να την τρομοκρατήσει. Ποια, μάνα, ωρέ μακάριοι, τρομοκρατείται αν της σκοτώσεις το πολυτιμότερο, δηλαδή τον γιο της; Ισα ίσα, τότε γίνεται λέαινα και δεν καταλαβαίνει κανέναν και τίποτε, πια.
Αρα, ποιος ηλίθιος θα δολοφονούσε το παιδί της για να την… τρομοκρατήσει; (Προσέξτε, όμως, μην κάνετε μορφασμούς δυσαρέσκειας διότι σας βλέπει το πειθαρχικό ή απειλείστε και με άλλες συναυλίες «για τον άνθρωπο».)
Το πιο νόστιμο είναι πως το όλο πράγμα, η όλη τραγική ιστορία, εξελίσσεται μέχρι στιγμής ως ένα τσίρκο συγκαμένων, ιδιοτελών και ανίκανων. (Αδύνατον να κοιμηθώ και η ώρα είναι τρεισήμισι). Σκέψου να έμπλεκαν και οι βουλευτές της Προανακριτικής. Και πώς μετά να στήσεις έναν κοτζάμ ΟΣΕ, όταν δέκα επιστήμονες μιας επιτροπής τα κάνουν χειρότερα κι απ’ τον σταθμάρχη της Λάρισας; Και εξέθεσαν και τη Γάνδη και την Πίζα και πάρτε καμιά πίτσα μαργαρίτα και μία δώρο. Διότι, τελικά, κοντεύει να αποδειχτεί το αυτονόητο: πως εν Ελλάδι υπάρχει πλήρης ανικανότητα να στηθεί μια συγκάλυψη, μια συνωμοσία της προκοπής για τη δήθεν συγκάλυψη ή μια επιτροπή διερεύνησης και των δύο – χάος. Οπότε, όχι άλλο κάρβουνο, παίδες. Πήξαμε. Βρείτε τίποτε ξυλόλιο με γλυκάνισο.