Οι χιλμπίληδες και η ύφεση

Η Αμερική έχει πρόβλημα. Βαθύ εσωτερικό πρόβλημα. Το περιγράφει σε ένα βαθμό καλά στο βιβλίο του «Το τραγούδι του χιλμπίλη» ο σημερινός αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς (ο χοντροκομμένος άνθρωπος που έκανε μπούλινγκ στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι): η βαθιά Αμερική είναι γεμάτη από χιλμπίληδες, λευκά σκουπίδια – άνδρες της εργατικής τάξης που τα τελευταία πολλά χρόνια δεν έχουν δουλειά, παραιτημένους και εγκαταλειμμένους ανθρώπους χωρίς προοπτικές, με οικογένειες βυθισμένες στη φτώχεια και την απαξίωση και τους ίδιους στα ναρκωτικά και στην κατάθλιψη.

Ο λόγος της παραίτησης της άλλοτε σίγουρης για τον εαυτό της εργατικής τάξης είναι πολύ γνωστός. Η μεταποίηση που, τα χρόνια κατά τα οποία η Αμερική στήριζε την ισχύ της στην παραγωγική της δύναμη, έδινε θέσεις εργασίας και αξιοπρεπείς αμοιβές στους ανθρώπους αυτούς, έχει εγκαταλειφθεί από τα τέλη του εικοστού αιώνα. Λόγω κόστους, έφυγε από την Αμερική. Εχοντας μάλιστα σε μεγάλο βαθμό μεταφερθεί στην Κίνα, συνέβαλε στην οικονομική ισχύ που στο μεταξύ η μεγάλη ασιατική χώρα απέκτησε.

Ηταν στρατηγική επιλογή στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, της οποίας η Αμερική ηγήθηκε. Η αμερικανική ηγεμονία εξυπηρετήθηκε από το παγκόσμιο σύστημα ελεύθερου εμπορίου, ο πλούτος όσων εξειδικευμένων κυρίως επαγγελματιών εργάστηκαν στις δουλειές που απορρέουν από τις συγκεκριμένες συνθήκες αυξήθηκε, ωστόσο το πλήγμα στην εργατική τάξη ήταν βαρύ.

Ο Τραμπ είχε υποσχεθεί σε αυτούς τους ανθρώπους ότι το κλίμα θα αναστρεφόταν, ότι θα ξαναδημιουργούνταν δουλειές στους τόπους όπου ζουν – κι η υπόσχεση αυτή ήταν ένας από τους λόγους της εκλογής του. Οι οικονομικές επιλογές του, λοιπόν, οι ταρίφες στις εισαγωγές, σε ένα βαθμό είναι η υπόσχεσή του στους ψηφοφόρους του που δεν ζουν ως στελέχη επιχειρήσεων στις μεγάλες πόλεις αλλά είναι βυθισμένοι στην κρίση της τάξης τους, στο ημίφως της σημερινής εκδοχής του αμερικανικού ονείρου: είναι η προσπάθεια να αναζωογονηθεί η αμερικανική παραγωγή, μια βίαιη απόπειρα να ξαναγίνει η Αμερική παραγωγική και εξαγωγική οικονομία.

Το πρόβλημα είναι πραγματικό και η εξαθλίωση της εργατικής τάξης στην Αμερική είναι μόνο η μία όψη του. Από τη στιγμή, μάλιστα, που η προεδρία Τραμπ αποφάσισε να την αντιμετωπίσει, παρεμβαίνοντας και θεσπίζοντας περιοριστικούς κανόνες στο έως χθες ελεύθερο εμπόριο, η αμερικανική κυβέρνηση όφειλε να δει και ορισμένες άλλες όψεις των επιλογών της. Μια απ’ αυτές, βεβαίως, είναι η επίσης επείγουσα ανάγκη δημιουργίας από την αρχή μιας νέας βάσης παραγωγής, ιδίως αν η Αμερική βρεθεί σε μεγάλο ανταγωνισμό ισχύος με τις ανερχόμενες παγκόσμιες δυνάμεις τις επόμενες δεκαετίες.

Αλλά είναι αδιανόητη η ισοπεδωτική επιβολή ταρίφας σε όλον τον κόσμο, χωρίς στρατηγική συμμαχιών. Είναι κατανοητή, π.χ., η επιβολή περιορισμών στην Κίνα ή στις χώρες που βρίσκονται στην τροχιά της. Αλλά ο παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος, χωρίς αρχές και χωρίς συμμαχίες, είναι ολέθριος, επειδή δεν οδηγεί σε μια νέα ρύθμιση αλλά σε ολική απορρύθμιση. Η Αμερική απομονώνεται, ενώ ούτε τα προβλήματά της λύνει.

Δεν αρκεί, π.χ., να επαναφέρεις στη χώρα σου τη μεταποίηση για να αποκαταστήσεις την κατεστραμμένη εργατική τάξη. Επειδή οι αυτοματισμοί και η τεχνολογία έχουν αλλάξει τον τρόπο παραγωγής, με αποτέλεσμα να χρειάζονται πολύ λιγότεροι ανειδίκευτοι εργάτες. Χρειάζονται άλλες πολιτικές, λιγότερο μονοδιάστατες, λιγότερο δογματικές, για να μην οδηγηθούν τα πράγματα σε αδιέξοδο.

Απλώς, το αδιέξοδο των επιλογών του Τραμπ, αυτή τη φορά, μπορεί να πλήξει όλον τον πλανήτη. Με άλλα λόγια, η ύφεση είναι όλο και πιο απειλητική. Και δεν είναι απλό πράγμα η διαχείριση των συνεπειών της.