
Στόχος του σημειώματος αυτού δεν είναι η διεξοδική ανάλυση της παρένθετης μητρότητας η οποία έχει πολλές διαστάσεις νομικές, ιατρικές, κοινωνικές και ψυχολογικές, που δεν μπορούν να εκτεθούν και πολύ λιγότερο να αναλυθούν σε ένα εκ των πραγμάτων σύντομο κείμενο. Αφορμή για τη συγκεκριμένη αυτή παρέμβαση υπήρξε η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης σχετικά με την παρένθετη μητρότητα και τα ομόφυλα ζευγάρια. Με δυο λόγια, ο υπουργός θεωρεί ότι αν επιτραπεί η παρένθετη μητρότητα για τα ομόφυλα ζευγάρια θα αναπτυχθεί το «trafficking» και έτσι απαγορεύει στα ομόφυλα ζευγάρια και στους μόνους άνδρες την απόκτηση παιδιών. Γνωρίζει άραγε ο κ. υπουργός τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η παρένθετη μητρότητα στη χώρα μας για τα ετερόφυλα ζευγάρια;
Μελετώ και ερευνώ την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή από τη δεκαετία του 1990. Εχω εντρυφήσει στις συνέπειες της εξωσωματικής γονιμοποίησης στα ζευγάρια και στα παιδιά, στη γονιμοποίηση με σπέρμα δότη και με ωάρια δότριας και έχω ιδιαίτερα ασχοληθεί με την παρένθετη μητρότητα. Επί πολλά χρόνια και σε συνεργασία με γιατρούς και βιολόγους επιχειρώ να μελετήσω τις προθέσεις, τις αντιδράσεις, τις επιπτώσεις για τις ίδιες τις παρένθετες μητέρες. Πιο συγκεκριμένα, τις συνέπειες της κυοφορίας ενός μωρού που προορίζεται για ένα άλλο ζευγάρι.
Τη στάση τους στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τις τυχόν δυσκολίες στην παράδοση του μωρού στους γονείς του, τα δικαιώματά τους στην επιλογή γυναικολόγου και μαιευτηρίου για τον τοκετό και πολλά άλλα συναφή και αλληλένδετα ζητήματα που απαιτούν επιστημονική έρευνα και μελέτη. Οσες προσεγγίζω, πάρα το γεγονός ότι γνωρίζουν τη δουλειά μου από τους γιατρούς με τους οποίους συνεργάζονται, γνωρίζουν ότι η έρευνα θα είναι ανώνυμη. Ωστόσο, καμία δεν δέχθηκε να συμμετάσχει στη μελέτη. Αντιθέτως μελέτησα πολλά ζευγάρια τα οποία απέκτησαν τα παιδιά τους με παρένθετη μητέρα, ενώ πρόσφατα μελετώ και το βίωμα των ίδιων των παιδιών. Η άρνηση των παρένθετων μητέρων μου προκάλεσε εύλογες απορίες για το πώς λειτουργεί ο θεσμός στη χώρα μας και τι μπορεί να φοβούνται τόσο ώστε να αρνούνται τη συμμετοχή τους στην ερευνητική αυτή προσπάθεια.
Η στάση μου απέναντι σε όλους τους τρόπους απόκτησης παιδιών με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είναι καταρχάς θετική, με την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζονται τα δικαιώματα όλων των συμμετεχόντων. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την παρένθετη μητρότητα, που είναι και το επίμαχο ζήτημα, ένας πρέπει να είναι ο επιδιωκόμενος στόχος: να εξασφαλίσουμε ότι δεν θα εξαναγκάζονται γυναίκες με οικονομικές δυσκολίες να γεννούν παιδιά για ζευγάρια με οικονομική ευχέρεια. Απέναντι στις εύκολες απαγορεύσεις, καλύτερα θα ήταν να φροντίζαμε ώστε να μην προωθούμε τον αναπαραγωγικό τουρισμό αλλάζοντας τον αρχικό νόμο 3089/2002 (ο οποίος εφαρμοζόταν μόνο στην περίπτωση που η αιτούσα και η κυοφόρος γυναίκα είχαν την κατοικία τους στην Ελλάδα). Με την άστοχη αντικατάσταση του άρθρου 8 του παραπάνω νόμου από τα άρθρα 1458 και 1464 του Αστικού Κώδικα, αρκεί μία εκ των δύο, είτε η αιτούσα είτε εκείνη που θα κυοφορήσει το τέκνο, να έχει την κατοικία της ή την προσωρινή της διαμονή στην Ελλάδα! Οι προφανείς συνέπειες δεν χρειάζονται περαιτέρω εξήγηση.
Η Ζαΐρα Παπαληγούρα είναι αφ. καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του ΑΠΘ