Χούλιο Λοσάντα: «Στην μπάντα, στην μπάντα, περνάει…»

Ο Χούλιο Λοσάντα έχει καταλάβει τη θέση του με τρόπο που ξεπερνά τον χρόνο και τις γενιές. Ο χαρισματικός Ουρουγουανός δεν ήταν απλώς ένας ακόμη ξένος ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό. Ηταν ένας δημιουργός, ένας καλλιτέχνης των γηπέδων, ένας από τους παίκτες που ενσάρκωσαν το πάθος, τη φινέτσα και τη μαγεία που συνοδεύουν το όνομα της ομάδας του Πειραιά.

Εντάχθηκε στον Ολυμπιακό το 1972, κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Νίκου Γουλανδρή, τότε ως ομογενής παίκτης. Στη συνέχεια, υπηρέτησε και στον ελληνικό στρατό. Παρέμεινε στον σύλλογο του Πειραιά για μια ολόκληρη δεκαετία, μέχρι το 1982, αγωνιζόμενος με πάθος και αφοσίωση. Εζησε τα πάντα. Από τον θρίαμβο ως τις πιο δύσκολες στιγμές στα τέλη εκείνης της δεκαετίας. Εγινε Ελληνας και συνώνυμο του Ολυμπιακού.

Ηταν η εποχή που το ποδόσφαιρο στηριζόταν περισσότερο στην έμπνευση παρά στους αριθμούς και ο Λοσάντα ήταν η επιτομή αυτής της φιλοσοφίας. Mε βλέμμα γεμάτο σιγουριά, κουβαλούσε μια ιδιαίτερη ποδοσφαιρική ευφυΐα, μια αέρινη κίνηση και μια αίσθηση του παιχνιδιού που λίγοι μπορούσαν να μιμηθούν. Ο Ολυμπιακός της δεκαετίας του ’70 βρήκε στο πρόσωπό του τον μαέστρο που θα έδινε ρυθμό σε ένα από τα πιο εντυπωσιακά σύνολα που είχε δει το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Η φυσική του θέση ήταν στη δεξιά πλευρά του γηπέδου, όπου ξεχώριζε για την εξαιρετική τεχνική του κατάρτιση και την επιδεξιότητά του. Παρά το μικρό του ανάστημα (μόλις 1,62 μ.), η μαχητικότητά του τον έκανε ιδιαίτερα αγαπητό στους φιλάθλους του Ολυμπιακού, οι οποίοι τον αποθέωναν με το σύνθημα: «Στην μπάντα, στην μπάντα, περνάει ο Λοσάντα». Του το «κόλλησαν» από τα πρώτα του λεπτά με την ερυθρόλευκη, ένα φιλικό με τη Λιντς.

Μιλούν για αυτόν με δέος. Λες και πρόκειται για σπουδαίο μουσικό ή ζωγράφο. Ο Χούλιο Λοσάντα ήταν προφανώς καλλιτέχνης. Με μια μπάλα

Γκολ και θέαμα

Κατά τη θητεία του στον Ολυμπιακό έγραψε ιστορία με 314 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις, εκ των οποίων 151 στο πρωτάθλημα, σκοράροντας συνολικά 30 τέρματα. Κατάφερε να κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα Ελλάδας (1972-73, 1973-74, 1974-75, 1979-80, 1981-82) και δύο Κύπελλα Ελλάδας (1972-73, 1974-75). Στην ιστορία του συλλόγου, παραμένει ο δεύτερος ξένος παίκτης με τις περισσότερες συμμετοχές, με μόνο τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς να τον ξεπερνά.

Παιδί της θρυλικής Πενιαρόλ, ένα από τα μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά σχολεία της Νότιας Αμερικής έφερε το πάθος και τη δύναμη της Ουρουγουάης στο Καραϊσκάκη. Η ομάδα βρισκόταν σε μεταβατικό στάδιο, καθώς ο Νίκος Γουλανδρής είχε αναλάβει την προεδρία και στόχευε να δημιουργήσει έναν Ολυμπιακό αντάξιο των κορυφαίων ευρωπαϊκών ομάδων. Ο μουντιαλικός (είχε παίξει με την Ουρουγουάη στο Παγκόσμιο του 1970), Λοσάντα έφτασε μαζί με άλλες σπουδαίες μονάδες, όπως οι Τριαντάφυλλος, Αργυρούδης και Βιέρα και αμέσως έγινε ένα από τα βασικά κομμάτια της ποδοσφαιρικής «μηχανής» που έφτιαξε ο πρόεδρός της.

Ο Ολυμπιακός εκείνης της περιόδου δεν ήταν απλώς ένας πρωταθλητής, αλλά μια καλλιτεχνική έκφραση του ποδοσφαίρου. Ο Λοσάντα, ως το δημιουργικό μυαλό της ομάδας, έδινε ρυθμό, όραμα και φαντασία στο παιχνίδι. Ηταν ο παίκτης που μπορούσε να διαλύσει τις άμυνες με μια μαγική πάσα, μια εξαιρετική ντρίμπλα, να καθοδηγήσει το παιχνίδι με την ευφυΐα και την τεχνική του. Βασικό γρανάζι του Θρύλου έγινε ένα με τον κόσμο και την ιστορία τους. Γκολ και θέαμα με κάθε ματς να είναι ποδοσφαιρικό φεστιβάλ.

Σαν εκείνο με το μυθικό 11-0 κόντρα στον Φωστήρα. Το κορυφαίο σκορ στην Α’ Εθνική. Ο Λοσάντα και οι συμπαίκτες του δεν ξέχασαν ποτέ εκείνη τη μέρα που έμεινε για πάντα στο βιβλίο των ρεκόρ.

Κομψότητα με την μπάλα στα πόδια. Ικανός να διαλύσει τις άμυνες με μια μαγική πάσα, μια υπέροχη ντρίμπλα. Να καθοδηγήσει το παιχνίδι

Η… ντρίμπλα για το πριμ

Ο Νίκος Γουλανδρής είχε έναν ιδιαίτερο τρόπο να δίνει πριμ στους παίκτες του Ολυμπιακού, κάνοντάς τους συχνά… πλάκες με τα μπόνους που προσέφερε. Πριν από εκείνο το ματς είχε θέσει έναν πρωτότυπο όρο για το χρηματικό πριμ. Συγκεκριμένα, ανακοίνωσε στην ομάδα ότι θα έδινε ένα συγκεκριμένο ποσό αν κέρδιζαν με ένα γκολ διαφορά. Από εκεί και πέρα, για κάθε επιπλέον δύο γκολ που θα σημείωναν, το πριμ θα διπλασιαζόταν. Ωστόσο, υπήρχε και ένας ασυνήθιστος περιορισμός: αν το τελικό σκορ ήταν ζυγός αριθμός, τότε οι παίκτες δεν θα έπαιρναν τίποτα!

Για παράδειγμα, αν κέρδιζαν 1-0, θα έπαιρναν ένα συγκεκριμένο ποσό. Αν το σκορ έφτανε στο 2-0, δεν θα έπαιρναν τίποτα. Στο 3-0, το ποσό θα διπλασιαζόταν, στο 4-0 πάλι τίποτα, στο 5-0 τα διπλά και ούτω καθεξής. Το ίδιο μοτίβο συνεχιζόταν, με το πριμ να μεγαλώνει εκθετικά κάθε φορά που το σκορ ήταν περιττός αριθμός. Κατά τη διάρκεια του αγώνα, ο Ολυμπιακός προηγήθηκε 9-0 και οι παίκτες άρχισαν να συζητούν αν έπρεπε να προσπαθήσουν για ένα ακόμη γκολ ή να σταματήσουν εκεί, καθώς αν το σκορ γινόταν 10-0, θα έχαναν όλα τα χρήματα!

Τελικά, αποφάσισαν να συνεχίσουν και σημείωσαν 11 γκολ, εξασφαλίζοντας ένα εντυπωσιακά μεγάλο πριμ από τον Γουλανδρή, αλλά και μια θέση στην ιστορία για την κορυφαία επιθετική επίδοση σε αγώνα της μεγάλης κατηγορίας στην Ελλάδα.

Εκείνο το μεσημέρι της 3ης Μαρτίου του 1974 ο Λοσάντα δεν είχε παίξει αφού ο αείμνηστος Λάκης Πετρόπουλος δεν έκανε αλλαγές για να χωρέσει μερικούς από τους 19 διεθνείς που είχε τότε ο Ολυμπιακός. Τα πολυβόλα του Πειραιά τελείωσαν εκείνη τη χρονιά με 102 γκολ επίθεση και μόλις 14 παθητικό συν 58 σερί αήττητο. Μύθος με τον Λοσάντα πρωταγωνιστή.

Ευλογία

Ο Χούλιο δεν ήταν απλά ένας καλός μέσος. Ηταν ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του άξονα και της επίθεσης, ένας παίκτης που ήξερε να διαβάζει το παιχνίδι και να το διαμορφώνει όπως εκείνος ήθελε. Με μια απίστευτη άνεση στην υποδοχή της μπάλας, ένα μοναδικό άγγιγμα και την ικανότητα να προβλέπει την εξέλιξη της φάσης πριν ακόμα αυτή σχηματιστεί, ο Λοσάντα έμοιαζε να βλέπει το ποδόσφαιρο σε άλλη διάσταση.

Το όνομά του έγινε συνώνυμο με την επιτυχία και τη δημιουργικότητα και το στυλ του ήταν μια ευλογία για τους συμπαίκτες του και ένας εφιάλτης για τους αντιπάλους. Ο τρόπος που κινούνταν στον χώρο, η κομψότητά του με την μπάλα στα πόδια και η ευχέρειά του να εκτελεί με ακρίβεια φάουλ και μακρινές μπαλιές, τον έκαναν έναν ποδοσφαιριστή μπροστά από την εποχή του. Σε μια περίοδο που το ελληνικό ποδόσφαιρο στηριζόταν κυρίως στη δύναμη και την ένταση, ο Λοσάντα έφερε μια διαφορετική προσέγγιση, έναν ποδοσφαιρικό πολιτισμό που θύμιζε τα μεγάλα ταλέντα της Λατινικής Αμερικής.

314 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις. Στην ιστορία του συλλόγου, παραμένει ο δεύτερος ξένος παίκτης με τις περισσότερες συμμετοχές, με μόνο τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς να τον ξεπερνά

Καλλιτέχνης

Για τον κόσμο του Ολυμπιακού, ο Λοσάντα δεν ήταν ένας απλός παίκτης. Ηταν ένας ποδοσφαιρικός καλλιτέχνης που είχε τη στόφα των θρύλων, ένας δημιουργός που έκανε το ποδόσφαιρο να μοιάζει με τέχνη. Οταν μιλούν για αυτόν, μιλούν με δέος, σαν να πρόκειται για έναν σπουδαίο μουσικό ή ζωγράφο.

Δεν ήταν μόνο οι τίτλοι, ούτε τα γκολ. Ηταν ο τρόπος που έκανε το ποδόσφαιρο να φαίνεται εύκολο, ο τρόπος που χάριζε χαμόγελα στους φιλάθλους και έμπνευση στους συμπαίκτες του.

Η φιγούρα του Χούλιο Ντανιέλ Λοσάδα (η προφορά του επωνύμου του στα ισπανικά) μοιάζει με μια γλυκιά νοσταλγία. Ανήκει σε εκείνους τους παίκτες που έπαιζαν με καρδιά, με ένστικτο, με φαντασία. Ανήκει σε μια εποχή που οι παίκτες δεν ήταν απλά επαγγελματίες, αλλά ρομαντικοί εραστές της μπάλας.

Για τους νεότερους, ο Χούλιο Λοσάντα μπορεί να είναι ένα όνομα από το παρελθόν. Για τους παλιότερους, όμως, είναι ένας μύθος, ένα σύμβολο του Ολυμπιακού, ένας παίκτης που δεν έπαιξε απλώς ποδόσφαιρο, αλλά το ζωγράφισε με τις κινήσεις του.