Χωρίς αστερίσκους: Με τη Γιαννακά

Ο τραγέλαφος που ζήσαμε ως κλάδος αυτή την εβδομάδα συμπυκνώνεται υπέροχα σε ένα παλιότερο σκίτσο του Αρκά: «Μπορούμε ελεύθερα να λέμε τη γνώμη τους». Το πειθαρχικό του συνδικαλιστικού οργάνου των δημοσιογράφων αντί να προστατεύει την ελευθερία του λόγου και την έκφραση άποψης (που δεν περιλαμβάνει συκοφαντίες ή ψευδείς ειδήσεις) στοχοποίησε τη δημοσιογράφο Σοφία Γιαννακά καλώντας την σε απολογία. Επισήμως επειδή κατά την κρίση του σε άρθρο της όπου αναφερόταν στη Μαρία Καρυστιανού «δεν λαμβάνει υπόψη τη γενική κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη». Ανεπισήμως επειδή διαφωνεί με την άποψή της. Και στις δύο περιπτώσεις – την επίσημη και την ανεπίσημη – το πειθαρχικό της ΕΣΗΕΑ (να σημειωθεί, όχι το ΔΣ) ασκεί ωμή λογοκρισία. Σε κανέναν δημοσιογραφικό κώδικα δεοντολογίας δεν προβλέπεται ο δημοσιογράφος να λαμβάνει υπόψη πάνδημα αιτήματα όταν αρθρογραφεί, αλλά να μη συκοφαντεί και να μη διασπείρει ψευδείς ειδήσεις. Ο καθένας μπορεί να πει τη γνώμη του. Λέγεται πλουραλισμός. Ταυτόχρονα, ουδείς έχει εξουσιοδοτηθεί να αποφαίνεται για το τι αποτελεί και τι δεν αποτελεί «κοινωνική απαίτηση». Αλλά ακόμα και αν κάποιος ήταν επιφορτισμένος να προσδιορίζει ο ίδιος ποια είναι η «γενική κοινωνική απαίτηση», στις δυτικές Δημοκρατίες ουδόλως αποτελεί υποχρέωση του δημοσιογράφου να ταυτίζεται με την πλειοψηφία. Και η αλήθεια είναι πως ευτυχώς.

Διότι στο πρόσφατο παρελθόν μια άλλη «γενική κοινωνική απαίτηση» ήταν να στηθούν κρεμάλες και να «καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή». Ευτυχώς τότε υπήρξαν κάποιοι σοβαροί δημοσιογράφοι, στάθηκαν απέναντι σε εκείνη τη «γενική κοινωνική απαίτηση». Με προσωπικό και επαγγελματικό κόστος, αντιστάθηκαν στις σειρήνες του λαϊκισμού και τα «πάνδημα αιτήματα». Η αντίδραση του πειθαρχικού της ΕΣΗΕΑ τότε ήταν να διαγράψει δημοσιογράφους επειδή υποστήριξαν το «Ναι» στο δημοψήφισμα. Εκείνο το «Ναι» που υποστήριξε μετά την «περήφανη διαπραγμάτευση» και η τότε κυβέρνηση, διεθνοποιώντας τη λέξη «κωλοτούμπα». Σε κάθε περίπτωση, ο δημοσιογράφος οφείλει να εκφράζει αδέσμευτα την άποψή του – και όχι να την εντάσσει στην περιρρέουσα  ατμόσφαιρα – και κρίνεται από τον αναγνώστη, τον ακροατή ή τον τηλεθεατή. Η Σοφία Γιαννακά είναι μία σοβαρή δημπσιογράφος που διευθύνει επί χρόνια το Iefimerida του Χρήστου Ράπτη, το οποίο με βάση τις μετρήσεις βρίσκεται διαρκώς στις πρώτες θέσεις επισκεψιμότητας. Συνεπώς, το ποια είναι η «γενική απαίτηση» και ποιος τελικά την εκφράζει ίσως θα πρέπει να αναθεωρηθεί.

Στην έκτακτη συνεδρίασή του το πειθαρχικό δεν αναίρεσε την παραπομπή. Σχολίασε πως «η πειθαρχική παρέμβαση οφείλεται σε διαμαρτυρίες πολιτών και αποφάσισε κατά πλειοψηφία τη διερεύνηση των καταγγελιών μέσω της αποδεικτικής διαδικασίας». Περίπου δηλαδή ό,τι συνέβαινε την περίοδο της πανδημίας, όταν αντιεμβολιαστές έσερναν στα δικαστήρια σοβαρούς επιστήμονες και γιατρούς που έχαναν εργατοώρες, χρήματα, ψυχικές δυνάμεις τρέχοντας στα δικαστήρια για να αποδείξουν ότι το εμβόλιο δεν έχει τσιπάκι.

Είχε στο μεταξύ ενδιαφέρον που σε μια προσπάθεια virtue signalling, κάποιοι έτρεξαν τάχα να στηρίξουν τη Γιαννακά με μία γραμμή, γράφοντας άλλες δέκα για το πόσο άθλιο ήταν το άρθρο της – προφανώς για να ταυτιστούν οι ίδιοι «με τη γενική κοινωνική απαίτηση». Ας είναι.. Τη στιγμή που δημοσιεύονται αναρίθμητα fake news και θεωρίες συνωμοσίας για εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα χωρίς ουδείς να αντιδρά, μια δημοσιογράφος εγκαλείται για άρθρο γνώμης – το οποίο επί της ουσίας επέκρινε την πολιτική εργαλειοποίηση της τραγωδίας. Στο μεταξύ, ουδείς έχει ενοχληθεί από τη συστηματική διάδοση θεωριών συνωμοσίας για το δυστύχημα, οι οποίες πέφτουν με κρότο η μία μετά την άλλη. Εν κατακλείδι, στη χώρα μας είναι κατοχυρωμένη η ελευθερία του Τύπου. Οχι αυτή που υπηρετεί τις απόψεις της πλειοψηφίας συνδικαλιστικών οργάνων. Συνεπώς, χωρίς αστερίσκους: Με τη Σοφία Γιαννακά!