Η ισπανική εμπειρία έδειξε ότι τα επιδόματα επηρέασαν λίγους ενοικιαστές αλλά και πως οι εκμισθωτές συνήθως φροντίζουν να ενσωματώσουν το ποσό που πληρώνει το κράτος στο μίσθωμα. Για να το πούμε με μητσοτακικά λόγια, το πλεόνασμα της ανάπτυξης δεν επιστρέφεται σε όσους το έχουν πραγματικά ανάγκη αλλά δίνεται τελικά σε εκείνους που είναι τόσο προνομιούχοι ώστε να έχουν από δύο ακίνητα και πάνω. Η λογική της συγκεκριμένης παρέμβασης μοιάζει με αυτή του πολυδιαφημισμένου από κυβερνητικά χείλη προγράμματος «Σπίτι μου» (το οποίο οδήγησε σε εξωφρενικές αυξήσεις των τιμών των φθηνότερων διαμερισμάτων). Και η μεν και το δε εστιάζουν στην ενίσχυση της ζήτησης αντί να θέτουν τις βάσεις για να μειωθούν οι απαιτήσεις όποιων εκμισθώνουν ή πωλούν σπίτια – όποιων, δηλαδή, αντιμετωπίζουν τα ακίνητα ως επένδυση που πρέπει να αποδώσει το μέγιστο δυνατό κέρδος. Κανένα δεν ακουμπάει καν τον πυρήνα του στεγαστικού προβλήματος: το γεγονός ότι μέσα σε μια πενταετία έχουν διπλασιαστεί και τα ενοίκια και οι τιμές πώλησης. Δεν έχει λοιπόν σημασία πώς θα βαφτιστούν οι κυβερνητικές ανακοινώσεις για τη στέγαση, επιδοματικές ή αναπτυξιακές. Σημασία έχει ποιους ευνοούν στο τέλος της ημέρας. Γιατί οι πραγματικά ωφελούμενοι από αυτές αποκαλύπτουν το ιδεολογικό πρόσημο της κυβέρνησης.