Αγκάθια και αγκαλιάσματα

Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στη Γερμανία ως πρώτου επίσημου προσκεκλημένου του νέου καγκελαρίου σηματοδοτεί μια νέα φάση συνεργασίας μεταξύ των δύο μερών, που αρχίζει με πολλά χαμόγελα και καλές προοπτικές. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι σε προσωπικό και ενδεχομένως και κομματικό επίπεδο η συνεννόηση φαίνεται να γίνεται ευχερέστερη και πλέον εγκάρδια. Από την άλλη, είναι εξίσου σαφές ότι τα μικρά ή μικρότερα αγκάθια που υπάρχουν στο πεδίο παραμένουν απολύτως.

Πρώτο μεταξύ αυτών, το Μεταναστευτικό. Οι δυο κυβερνήσεις ταυτίζονται σε μια αυστηρότερη αντίληψη για τις μεταναστευτικές ροές με έμφαση στη νόμιμη μετανάστευση και στην προστασία των συνόρων. Ομως η γερμανική πλευρά επιμένει να γκρινιάζει καθώς η πλειονότητα των ανθρώπων που λαμβάνουν άσυλο στην Ελλάδα καταλήγουν στη Γερμανία. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να εμποδίσει ανθρώπους που έχουν, υπό όρους, δικαίωμα να ταξιδέψουν σε άλλες χώρες, αναζητώντας καλύτερη τύχη σε μια μεγαλύτερη αγορά με πρόσβαση σε καλύτερα επιδόματα. Θα μπορούσε ενδεχομένως να αστυνομεύσει καλύτερα δευτερογενείς ροές μεταξύ των αιτούντων άσυλο, που φεύγουν πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία στην Ελλάδα. Ως τώρα και με βάση την εμπειρία των δύσκολων χρόνων της κρίσης, τα γερμανικά δικαστήρια απαγόρευαν την επιστροφή αιτούντων στην Ελλάδα για λόγους ανθρωπιστικούς κατά τρόπο ήκιστα κολακευτικό για τη χώρα. Ηδη από τον Απρίλιο 2025 το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο και το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο διαπίστωσαν ότι οι συνθήκες στην Ελλάδα δεν είναι ίσως ιδανικές αλλά πάντως οι αιτούντες άσυλο θα βρουν ψωμί, κρεβάτι και σαπούνι κατά τρόπο που δεν παραβιάζει τα δικαιώματά τους. Αν σε αυτή τη δικαστική πίεση προστεθεί και η πολιτική πίεση να ανασταλεί το Σύμφωνο για το Ασυλο και τη Μετανάστευση πριν ακόμη καλά καλά αρχίσει η εφαρμογή του με προφανείς δυσμενείς επιπτώσεις για τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα, το θέμα γίνεται εκρηκτικό.

Το δεύτερο πρόβλημα είναι η ανάπτυξη της κοινής αμυντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που είναι σε πλήρη εξέλιξη. Η γερμανική πλευρά θα ήθελε να δει μεγαλύτερη ελληνική παρουσία στην Ουκρανία σε όπλα και ανθρώπους.

Η Ελλάδα δεν είναι καθόλου πρόθυμη να εμπλακεί περαιτέρω χωρίς να υπάρχει εκεχειρία καθώς και σαφές και προκαθορισμένο πλαίσιο, που να εμπλέκει και τις ΗΠΑ. Η εναλλακτική είναι η συμμετοχή της πρόθυμης Τουρκίας, που διαθέτει ετοιμοπόλεμο στρατό με εμπειρία πεδίου και χρόνο στις μπότες τους, τώρα που το κουρδικό μέτωπο φαίνεται να κλείνει. Είναι προφανής η ανησυχία της Ελλάδας για μια τέτοια συμμετοχή, η οποία ενισχύεται από το γεγονός ότι η Γερμανία έχει ήδη αποφασίσει να παραδώσει υποβρύχια στην Τουρκία (ανατρέποντας δυνητικά την ελληνική υπεροπλία στο Αιγαίο) και συζητά ήδη για την πώληση των Eurofighter. Και τι θα γίνει με νέες προμήθειες και ποθανές συμπαραγωγές, κατά το νέο ελληνικό δόγμα; Τα επάλληλα επίπεδα διμερών σχέσεων, συνεργασίας στο ΝΑΤΟ και διαπραγμάτευσης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο το τοπίο. Μήπως τελικά η συνεργασία να αρχίσει με τη μεταφορά καλών πρακτικών από το ελληνικό υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής Διακυβέρνησης στο νεοπαγές αντίστοιχο γερμανικό;

Η Μαρία Γαβουνέλη είναι καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου  στη Νομική Σχολή του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών  και γενική διευθύντρια του ΕΛΙΑΜΕΠ