
Αν κρατούσα αρχείο θα έβρισκα πάνω από εκατό άρθρα γραμμένα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, όπου περιγράφω την κατάσταση στην παιδεία και ζητώ αλλαγή πολιτικής. Σε ένα από αυτά, το 1996-7, όταν είχα διαμαρτυρηθεί επειδή 15χρονοι μαθητές μαζί με τους μπαμπαδομαμάδες και τους καθηγητές τους διαδήλωναν κατά του «νόμου Αρσένη» –τον οποίον η αριστερά κατήγγελλε όπως κάθε απόπειρα μεταρρύθμισης– έλαβα επιστολές από εξοργισμένους γονείς που υπερασπίζονταν το «δικαίωμα» των 15χρονων στη χάραξη της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτή ήταν η νοοτροπία στη δεκαετία του 1990. Αν παραμένει ίδια, όπως φαίνεται να πιστεύει η κυβέρνηση εφόσον δεν προχωρεί στις απαραίτητες ανατροπές, είμαστε θλιβερά τελματωμένοι. Πιθανότατα όμως να έχει αλλάξει.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο –στον κόσμο· όχι στην Ευρώπη, όχι στη «Δύση»– όπου στα πανεπιστήμια συνεχίζεται η βίαιη αναρχο-αριστερή δραστηριότητα, η τρομοκρατία, οι βανδαλισμοί και τα τοιαύτα. Κι όπου ένα μέρος του διδακτικού προσωπικού ανέχεται ή ενθαρρύνει τις δυνάμεις του αυταρχισμού, της ανοησίας και της διάλυσης. Είμαστε η μοναδική χώρα: κάπου κάπου, σπανίως, σημειώνονται βίαια επεισόδια στην Κολομβία· πουθενά αλλού. Ακόμα και στη Γαλλία, οι ασχημίες αποτελούν παρελθόν: σε όλα τα πανεπιστήμια, ακόμα και στα ακροαριστερά όπως το Saint-Denis (πρώην Vincennes) ή στις Sciences Po της Γκρενόμπλ έχει επανέλθει, με τη συναίνεση όλων, η ευταξία που υπήρχε πριν από το 1968. Όπου συναντάμε υπολείμματα της ασχήμιας, κραυγές, πανό και γκραφίτι, η μορφή καθορίζει το περιεχόμενο: οι σχολές έχουν χαμηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις· είναι φυτώρια αέργων που ξηλώνουν πεζοδρόμια μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. (Η εν λόγω ασθένεια ονομάζεται «ιδεολογική συνέπεια».)
Η παρεξήγηση γύρω από το πανεπιστημιακό άσυλο δεν έχει λυθεί ακόμα. Πάμε λοιπόν πάλι. Το άσυλο είναι η αρχή που προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών στα πανεπιστήμια· κάτι αυτονόητο εφόσον η διακίνηση των ιδεών είναι ελεύθερη παντού. Η ιδέα είχε νόημα επί χούντας –αλλά, ποιος θυμάται μια σκοτεινή επταετία στα βάθη του 20ού αιώνα; Μόνον όσοι τη χρησιμοποιούν ως επικείμενη απειλή, αναμασώντας το παρελθόν –όταν το έχουν ζήσει– ή φαντασιώνοντάς το, με τερατώδη άγνοια, όταν τους το έχουν αφηγηθεί οι ινστρούχτορες. Επιστρέφω όμως στο «άσυλο»: αφού κατοχυρώθηκε θεσμικά το 1982, εφαρμόστηκε για να νομιμοποιήσει ποινικές πράξεις –καταλήψεις, καταστροφές και βανδαλισμούς– και ταυτίστηκε με την αντίληψη ότι οι πανεπιστημιακοί χώροι είναι άβατο για τις αρχές ανεξαρτήτως περιστάσεων. Η αριστερά άλωσε τα πανεπιστήμια και διέδωσε ευρέως και με επιτυχία την έννοια του ασύλου ως προστασία της δικής της προπαγάνδας και των δικών της παιδιών. Έκτοτε, όπως θα περίμενε κανείς, τα ΑΕΙ φιλοξενούν παραβατικές δραστηριότητες από παρεμπόριο και ναρκωτικά μέχρι κουκουλοφόρους, αναρχικά γκρουπούσκουλα, ακτιβισμό ex cathedra –παρότι η «έδρα» έχει καταργηθεί.
Yποτίθεται ότι το άβατο απονομιμοποιήθηκε το 2011 επί υπουργίας Άννας Διαμαντοπούλου για να επανέλθει με εκδικητικότητα επί ΣΥΡΙΖΑ το 2017. Στη συνέχεια, το 2019, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ψήφισε τη δυνατότητα επέμβασης της αστυνομίας χωρίς έγκριση των πρυτανικών αρχών σε περίπτωση αξιόποινων πράξεων: ο νόμος τελεί εν αχρησία. Η πολιτική αγωγή και το αίσθημα δικαίου δεν μπορούν να πληρώσουν τα νομικά κενά: αδυνατούμε να ξεχωρίσουμε τις αξιόποινες από τις μη αξιόποινες πράξεις· το καλό από το κακό, το ωραίο από το άσχημο· κάτι που, φυσιολογικά, μαθαίνουμε στην παιδική μας ηλικία.
Το πρόβλημα των ελληνικών ΑΕΙ έχει απύθμενο βάθος· δεν αντιμετωπίζεται με μικρομεταρρυθμίσεις. Έχει παγιωθεί μια κατάσταση όπου συντελούν αναρίθμητοι αλληλοτροφοδοτούμενοι παράγοντες –κομματικοποίηση καθηγητών και φοιτητών, χαμηλό επίπεδο εισαγομένων που οδηγεί σε χαμηλό επίπεδο διδασκαλίας, κτιριακή εξαθλίωση, απώλεια διδακτικών ωρών, ακτιβιστική υστερία, χειραγώγηση από κομματικές νεολαίες, εκφοβισμός αντιφρονούντων, αντίσταση στην εντατικοποίηση και στην αναβάθμιση του επιπέδου σπουδών· η κατάσταση επιδεινώθηκε από το εξωφρενικό σύστημα της συνδιοίκησης. Όπως συνήθως, οι καλές προθέσεις οδηγούν κατευθείαν στα δόντια της κόλασης: η συμμετοχή των φοιτητών στις γενικές συνελεύσεις σχολών και τμημάτων και στα εκλεκτορικά σώματα (π.χ. για εκλογές καθηγητών) στελέχωσε τα πανεπιστήμια με προσωπικό φιλικό στις κομματικές νεολαίες και απαξίωσε την αυθεντία. Γίναμε όλοι ίσοι και όμοιοι· η γνώση έχασε τη λάμψη και τη χρησιμότητά της. Επί δεκαετίες, η φοιτητική συμμετοχή ελεγχόταν από εξωπανεπιστημιακά κέντρα· και παρότι από το 2011 η συνδιοίκηση περιορίστηκε, οι φοιτητές διατήρησαν τον συμβουλευτικό τους ρόλο, του οποίου καταχρώνται.
Με λίγα λόγια, το κατεστημένο είναι σκληρό: συντίθεται από κακοπληρωμένους καθηγητές, από πελαγωμένους διοικητικούς κι από σπουδαστές που μισούν τις σπουδές, την εργασία, την κοινωνία και τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν πρόκειται για νοσηρότητα που αφορά μόνο τη σημερινή γενιά: τέτοια ήταν η εικόνα όταν πρωτομπήκα στο ΕΚΠΑ το 1975· νέοι άνθρωποι που δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τη γνώση και που σπαταλούσαν τη ζωή τους ουρλιάζοντας υπέρ του Στάλιν και του Μάο. Η στάση των φοιτητών δεν είναι ζήτημα «γενιάς»· είναι απόρροια ιδεολογικής κατήχησης με τις ίδιες και τις ίδιες κοινοτοπίες, με τα ίδια ψέματα που οδηγούν σε ποικίλες μορφές αποκολοκύνθωσης.
Παρ’ όλ’ αυτά, για χάρη όσων νέων ανθρώπων θέλουν να μάθουν και να διαπρέψουν χωρίς να πάνε «στο εξωτερικό», αλλά και της ίδιας της επιβίωσής μας ως χώρας, είναι ανάγκη να εξετάσουμε με επιμέλεια μερικά πρότυπα δημοσίων πανεπιστημίων που λειτουργούν σωστά –π.χ. του Μπέργκεν, του Μάαστριχτ, του Γκρατς ή της Λιουμπλιάνα– και να τα μιμηθούμε. Όλα τα ελληνικά, εξαιρουμένων ίσως εκείνων της Κρήτης και των Ιωαννίνων, πρέπει να επανιδρυθούν. Εκτός αν τα εγκαταλείψουμε στη μελαγχολική τους τύχη με την προοπτική ότι στο μέλλον θα ξεφυτρώσουν (πώς όμως;) πανεπιστήμια κύρους με δίδακτρα και κανόνες. Η καταβολή διδάκτρων αλλάζει νοοτροπίες σαν τις προαναφερθείσες του 1996-97: όταν ο φοιτητής επιβαρύνεται με φοιτητικό δάνειο για να σπουδάσει, δεν βρομίζει το αμφιθέατρο, δεν λερώνει τους τοίχους, δεν βανδαλίζει το ασανσέρ, δεν σχίζει τα συγγράμματα και δεν επιτρέπει τη δράση κουκουλοφόρων και ροπαλοφόρων.