Ανάποδη

Ο τελευταίος επιβεβαίωνε τη φήμη του απρόσιτου, ενώ αυτή παρέμενε η «flâneur», που κατά τον μποντλερικό ορισμό του λήμματος περιπλανιέται συνέχεια στην πόλη προκειμένου να την καταλάβει. Στις βόλτες της ακούει τις σκέψεις των πολιτών με τ΄αφτιά της, σύμφωνα με τη «Vogue» (συνήθεια που είχε κι ο Μιτεράν, ο οποίος περπατούσε στις όχθες του Σηκουάνα μαζί με έναν υπουργό ή έναν σύμβουλο).

Κάπως έτσι βρέθηκε να παίζει τον εαυτό της σε μια σκηνή του «Emily in Paris», ενισχύοντας το προφίλ της ακομπλεξάριστης. Ταυτόχρονα, πάντως, αρκετά φρύδια σηκώθηκαν επιτιμητικά, αφού για τον υπερτουρισμό που διαταράσσει την καθημερινότητά των Παριζιάνων φταίει κι η επιτυχία της σειράς του Netflix.

Τα πρώτα άσχημα σχόλια εις βάρος της ήταν μάλλον ανώδυνα. Η επιλογή του Οίκου Vuitton ως επίσημου «αμπιγέρ» της δεν άρεσε. Οι φούστες της ήταν κοντές. Το χτένισμά της θύμιζε τα 1960’s.

Ωστόσο, μόλις άρχισαν να κυκλοφορούν ειδήσεις για διάφορα έξοδα του Ελιζέ, τα οποία πληρώθηκαν κυρίως με χρήματα των φορολογουμένων – όπως η αγορά ενός πορσελάνινου σερβίτσιου στην «προνομιακή» τιμή των 50.000 ευρώ –, η κοινή γνώμη δεν είδε με καλό μάτι το ακριβό της γούστο.  

Ο δεσμός δασκάλας – μαθητή είναι το πιο δυσκολοχώνευτο στοιχείο της ιστορίας της. Οι μομφές που διατυπώνονται έχουν τόσο ηθική όσο και ψυχολογική διάσταση. Οποιοι εστιάζουν στην πρώτη ενοχλούνται από την έλλειψη σεβασμού στους συμφωνημένους κοινωνικούς κανόνες. Οσοι προκρίνουν τη δεύτερη, επιμένουν πως η δυναμική μιας τέτοιας σχέσης επηρεάζει και τον μακρονικό τρόπο διακυβέρνησης. Με άλλα λόγια: πιστεύουν ότι ο γάλλος ηγέτης έχει ανάγκη κάποια να τον καθοδηγεί ή να τον επαναφέρει στην τάξη.

Η Μπριζίτ έχει ομολογήσει πως στην τωρινή της θέση ενίοτε νιώθει πως «κάθε λέξη είναι μια λέξη παραπάνω». Πλέον, ίσως πρέπει να αναλογιστεί μήπως χρειάζεται να μετράει και τις χειρονομίες της προσεκτικότερα. Σε ρεπορτάζ της «Daily Mail» στα παριζιάνικα καρτιέ, άλλωστε, μια σοκαρισμένη κυρία δήλωσε ότι «οι Γαλλίδες δεν το κάνουν αυτό ον κάμερα».