
Η γνωριμία μας με τον Νίκο Γαλανό έγινε στα γυρίσματα της «Γης της ελιάς» για το Mega. Ηταν ένας υπέροχος άνθρωπος με κοινωνική αντίληψη του σήμερα χωρίς καθόλου παρωπίδες. Ηταν ανοιχτός, γενναιόδωρος, καθόλου προσκολλημένος σε παλιά στερεότυπα παρότι προερχόταν από μία άλλη γενιά. Δεν είχε καμία έπαρση, παρά την τεράστια διαδρομή του. Ηταν ένας άνθρωπος ο οποίος διψούσε για τη ζωή κι ήθελε να ρουφάει κάθε δευτερόλεπτο και καθετί γύρω του.
Ηταν επίσης γενναιόδωρος και καθόλου απολυταρχικός, αν και θα μπορούσε λόγω καριέρας και ηλικίας. Είχε μία αριστοκρατία, ακόμα και στον κώδικα της υποκριτικής του.
Ηταν σαν να είναι βγαλμένος από κάποια δυναστεία, από μια εποχή η οποία σίγουρα παρέπεμπε σε πρίγκιπες. Αυτή η αίσθηση τον ακολουθούσε, χωρίς να στερείται αυθεντικότητας γιατί ήταν κάτι το οποίο πήγαζε από μέσα του, από τις καταβολές του, τα ερεθίσματα ζωής που είχε, τις ψυχικές αποσκευές που κουβαλούσε. Ηταν ένας χορτάτος άνθρωπος.
Από εκείνον θα θυμάμαι πάρα πολύ το χιούμορ του. Αλλά και το ανελέητο κουτσομπολιό μεταξύ μας, το οποίο απολάμβανα γιατί είχα το προνόμιο να περνάμε μαζί πολύ χρόνο όχι μόνο στα γυρίσματα αλλά και εκτός γιατί βγαίναμε αφού ήταν πολύ φίλος μου. Ακούγεται οξύμωρο γιατί προερχόμαστε από άλλες γενιές, αλλά πραγματικά δεν τον αντιμετώπισα ποτέ σαν έναν άνθρωπο ο οποίος ήταν μακριά από μένα ηλικιακά.
Συνήθιζα να του κάνω στενό μαρκάρισμα για να μου πει ανέκδοτες ιστορίες από όλα αυτά που έχει ζήσει. Τις κρατάω σαν επτασφράγιστο μυστικό αφού μου τις είχε εμπιστευθεί αν και περίκλειαν τεράστιες προσωπικότητες. Μάλιστα, ανάμεσά τους, ο Νίκος δεν ήταν κομπάρσος αλλά βασικός πρωταγωνιστής.
Από τα γυρίσματα θυμάμαι πολλές αστείες ιστορίες μαζί του. Ο Νίκος δεν σταματούσε ποτέ να έχει καλή διάθεση.
Είχε ταλέντο μεγάλο στο να βγάζει ένα ψευδώνυμο στους συνεργάτες του που να τους ταιριάζει απολύτως. Εμένα με φώναζε «υιέ μου, υιέ μου» και «Τασούλη μου», πάντα με ένα κτητικό.
Η σχέση μας ήταν πολύ αγαπησιάρα. Δέσαμε από την πρώτη στιγμή. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, το ταξίδι που κανονίσαμε και πήγαμε για διακοπές ένα καλοκαίρι στη Βενετία όπου περάσαμε πολύ ωραίες στιγμές. Είχαμε μια τέτοια σχέση που όταν τον ενοχλούσε κάτι που έκανα πάνω στον αυθορμητισμό μου, κατευθείαν μου το έλεγε, χωρίς να προσβάλει αλλά το έκανε για να με προστατεύσει.
Από τον Νίκο θα μου λείψουν πάρα πολύ οι συζητήσεις μας. Δεν κουραζόμουν να μιλάω μαζί του.
Του έλεγα μια ατάκα κι εκείνος δεν σταμάταγε μετά να μου λέει ιστορίες από το 1970 μέχρι το σήμερα. Επειδή έχω χάσει τον πατέρα μου στα 30 μου, κάποιους ανθρώπους που συνάντησα από εκεί μετά, ανάμεσα σε αυτούς κι ο Νίκος, μου αναπλήρωναν μεγάλο συναισθηματικό κενό.
Ως ηθοποιός, είχε ένα φλέγμα μαζί με την αριστοκρατικότητά του. Είχε ένα υποδόριο χιούμορ να ελλοχεύει ακόμα και στις πιο δραματικές σκηνές. Ενα ακόμα προσόν του ήταν η γοητεία του. Ηταν ένας από τους πέντε γόηδες που πέρασαν από τον ελληνικό κινηματογράφο κι αυτό φαινόταν ακόμα από τις αντιδράσεις των γυναικών.
Αν και το πέρασμα του χρόνου είχε κάνει έντονα τα σημάδια πάνω του, είχε όλο αυτό αντικατασταθεί από την απίστευτη γοητεία που διαχεόταν στον χώρο. Ηταν και πολύ καλοντυμένος.
Δεν φόραγε τίποτα ποτέ τυχαία, χωρίς να το κάνει επιτηδευμένα, του έβγαινε αβίαστα. Εμένα μου ασκούσε μόνιμα κριτική επειδή στην εμφάνισή μου ήμουν «χύμα».
Ο Νίκος ήταν ο ορισμός του αξιοπρεπούς ανθρώπου. Και από τους καλύτερους ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Ημουν τυχερός που συναντήθηκαν οι δρόμοι μας. Η απώλειά του αποτελεί άλλο ένα λιθαράκι προς το τέλος μιας πολύ ωραίας καλλιτεχνικά εποχής. Νομίζω ότι ήταν πράγματι από τους τελευταίους μεγάλους, αν όχι ο τελευταίος.
Μας συνέδεε με μία εποχή με την οποία όλοι εμείς που γεννηθήκαμε λίγο αργότερα, γαλουχηθήκαμε πολύ με τον απόηχό της και την έχουμε ψηλά.
Ο Τάσος Ιορδανίδης είναι ηθοποιός.