Ολο και πληθαίνουν αυτοί/ές που ξεχνούν τις αδυναμίες της κυβέρνησης εστιάζοντας σ’ αυτές της αντιπολίτευσης και στους λόγους που αυτή αδυνατεί να καταθέσει μια πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Είναι αλήθεια πως η εξ κεντροαριστερών και αριστερών αντιπολίτευση μια τέτοια δυσκολία την έχει. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ φαντάζει πλέον παμπάλαιο προϊόν, ενώ στη Νέα Αριστερά και στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ τρώγονται μεταξύ τους. Στην Κεντροαριστερά κάποιοι «υμνητές του Ανδρουλάκη/υβριστές του Δούκα» με χυδαίες εκφράσεις αντιμετωπίζουν την εσωκομματική αντιπολίτευση και κάποιοι «υμνητές του Δούκα/υβριστές του Ανδρουλάκη» ασκούν προσωπικές αντιπολιτικές επιθέσεις στον πρόεδρο του κόμματος. Ενα διαφορετικό παράδειγμα, αν περάσει και στις δυο πλευρές, θα μπορούσε να είναι η ομιλία του Χάρη Δούκα στους Πασπίτες της Κομοτηνής με θέμα «η Δημοκρατία σε κρίση». Εκεί αυτός έθεσε τον πήχη ψηλότερα και σε διαφορετικό σκάμμα από την αντιπαράθεση επιπέδου μειωτικών χαρακτηρισμών. Πάντως οι εντός του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ένθεν κακείθεν φανατικοί δεν συνθέτουν το μεγαλύτερο πρόβλημά του. Αυτό αφορά τ’ ότι το κόμμα, όπως και η αριστερή αντιπολίτευση, έχει υποτιμήσει το λεγόμενο Κοινωνικό Ζήτημα, το ζήτημα των τρόπων αναδιανομής δηλαδή. Στη Συνδιάσκεψη των Τομέων Πολιτικής δεν ακούστηκε καν ο όρος.
Πολλοί, πεπεισμένοι από «το πνεύμα της εποχής», θεωρούν πως το πρόβλημα του κόμματος είναι ότι σύρθηκε σε λαϊκίστικες πολιτικές αντιπαράθεσης με τη ΝΔ. Για να νικήσει τη ΝΔ, το καλούν να γίνει αυτό ΝΔ. Ισχυρίζονται πως η αντίθεση Αριστερά – Δεξιά, αν δεν έχει εξαφανιστεί, τουλάχιστον έχει αποδυναμωθεί. Και ενθουσιάζονται με την «ανακάλυψη», σύμφωνα με την οποία αυτή η διάκριση πλέον τέμνεται από αντιθέσεις του τύπου ορθολογισμός – ανορθολογισμός, φιλελεύθερη – αυταρχική δημοκρατία, αντιλαϊκισμός – λαϊκισμός, εκσυγχρονισμός – παράδοση, οικουμενικότητα – μερικότητα, εξωστρέφεια – εσωστρέφεια. Για να αποτελέσει εναλλακτική λύση, λες και γι’ αυτό ενδιαφέρονται, του προτείνουν να εκπροσωπεί το πρώτο σκέλος αυτών των αντιθέσεων και όχι το δίπολο Αριστερά – Δεξιά. Από αυτά τα δίπολα δήθεν συγκινούνται τα μεσαία στρώματα, τα οποία και περιστρέφονται «γύρω από το Κέντρο».
Υπάρχουν όμως μεσαία και μεσαία στρώματα. Σύμφωνα με τον Αντρέας Ρέκβιτς υπάρχει η «νέα μεσαία τάξη» που ανταποκρίνεται σ’ αυτήν την ανάλυση. Υπάρχει όμως και η «παλαιά μεσαία τάξη» που έχει χάσει το έδαφος της οικονομικής σταθερότητας κάτω από τα πόδια της και η οποία μαζί με την τάξη των «επισφαλών», μη βλέποντας κάτι στ’ αριστερά τους, στρέφονται στην Ακροδεξιά και όχι στο «Κέντρο». Αυτά τα στρώματα θέλουν απαντήσεις στο βασικό ερώτημα, στο οποίο μόνο η διάκριση Αριστερά – Δεξιά απαντά. Και αυτό είναι το κοινωνικό ζήτημα, το πώς δηλαδή επιτυγχάνεται η κοινωνική αναδιανομή. Με το κράτος ή με την αγορά; Και η Δεξιά, φιλελεύθερη, συντηρητική, νεοφιλελεύθερη, απαντά πως αυτό το επιτυγχάνει μόνο η αγορά. Η Κεντροαριστερά απαντά το κράτος. Κι αν το κράτος σήμερα δυσκολεύεται να ασκήσει αυτόν τον ρόλο, όπως τον ασκούσε πριν από την παγκοσμιοποίηση, τι μπορεί να το αντικαταστήσει; Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Το 1981 με την «Αλλαγή» και το 1996 με τον «εξευρωπαϊσμό-εκσυγχρονισμό», στο πλαίσιο του έθνους-κράτους, είχε απαντήσεις στο ερώτημα της αναδιανομής, σήμερα δεν έχει. Και γι’ αυτό δεν φταίει μόνο ο Ανδρουλάκης.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας