Τρία εν θερμώ σχόλια για το αποτέλεσμα των εκλογών στην Αλβανία.
Πρώτον, η κυριαρχία του Εντι Ράμα είναι τέτοια που εξελίσσεται σε καθεστώς, αν δεν είναι ήδη τέτοιο εδώ και καιρό. Είναι προφανές ότι ο αλβανός ηγέτης δεν έχει αντίπαλο στο εσωτερικό και αυτό εξηγείται μάλλον εύκολα μετά και την τέταρτη εκλογική του επικράτηση. Ο πολιτικός διπολισμός τον ευνοεί, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο αντίπαλός του ερχόταν από τις χειρότερες στιγμές της μετακομμουνιστικής Αλβανίας, χωρίς να μπορεί να προσφέρει καμία ουσιαστική εναλλακτική. Σε ένα τέτοιο εκλογικό τοπίο, ο «κοσμοπολίτης» Ράμα είναι σχεδόν ανίκητος.
Δεύτερον, η καθεστωτική φυσιογνωμία της αλβανικής πολιτικής απολαμβάνει μιας παράδοξης δημοφιλίας στα μάτια τρίτων. Από τη μία, ο κ. Ράμα έχει τις δάφνες του μεταρρυθμιστή και από την άλλη η πρόοδος του αλβανικού εκδημοκρατισμού είναι σε μεγάλο βαθμό εικονική πραγματικότητα. Η μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης (το μεγάλο success story), με μια εντυπωσιακή παρέμβαση κάθαρσης τα προηγούμενα χρόνια, αποτελεί την εκσυγχρονιστική σημαία του σοσιαλιστικού κόμματος και τα δημοκρατικά διαπιστευτήριά του στο εσωτερικό αλλά κυρίως στο εξωτερικό. Για πολλούς, αυτή η παρέμβαση είναι ακόμη και σήμερα η βάση για την εκλογική κυριαρχία του.
Ομως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αυτή η μεγάλη μεταρρύθμιση δεν έχει ακόμη – κατά τις αξιολογήσεις αυτών που γνωρίζουν – οδηγήσει στην οικοδόμηση ενός κράτους δικαίου κοντά στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Τα θεσμικά αντίβαρα στην εκτελεστική εξουσία είναι εξαιρετικά αδύναμα (βλ. υπόθεση Μπελέρη). Οι μεταρρυθμίσεις είναι περισσότερο διαδικαστικές παρά ουσιαστικές – τουλάχιστον όχι ακόμη. Η έκθεση της Επιτροπής για το 2024 είναι αποκαλυπτική. Η αξιολόγηση της χώρας στους τομείς της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι στην καλύτερη περίπτωση μέτρια. Και αυτό έχει επίδραση και στις εκλογές. Η αναφορά της Διεθνούς Αποστολής Παρατηρητών του ΟΑΣΕ είναι σαφής: Κατάχρηση δημοσίων πόρων από το κυβερνών κόμμα, πίεση στους δημοσίους υπαλλήλους και άλλους ψηφοφόρους, εκφοβισμός και προσωπικές επιθέσεις κατά την προεκλογική εκστρατεία, περιορισμοί στην ελευθερία του Τύπου, κ.λπ.
Τρίτον, οι ελληνοαλβανικές σχέσεις δεν πρόκειται να μεταβληθούν δραματικά. Τα διμερή θέματα είναι γνωστά και για να φύγουν τα αγκάθια, το καθεστώς Ράμα θα πρέπει να κινηθεί. Ανθρώπινα δικαιώματα και ΑΟΖ είναι ζητήματα που η Αθήνα περιμένει συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες. Μέχρι τώρα, η Αλβανία δεν μπορούσε να πιεστεί καθώς η ένταξη στην ΕΕ ήταν μια μακρινή προοπτική. Σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση, μπήκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Ο κ. Ράμα υποσχέθηκε ότι μέχρι το 2030 η Αλβανία θα είναι πλήρες μέλος. Αυτή η ένταξη περνά από την Ελλάδα και δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί αν δεν κλείσουν οι εκκρεμότητες. Η Αθήνα δεν χρειάζεται ούτε να φωνάζει, ούτε να εγκλωβίζεται σε μια διμερή αντιπαράθεση. Τα θέματα θα τεθούν στην ευρωαλβανική διαπραγμάτευση ως αδιαπραγμάτευτα προαπαιτούμενα της ελληνικής συναίνεσης: Προσφυγή στη Χάγη και σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρόεδρος του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πναεπιστήμιο.