
Η αμερικανική οικονομία δείχνει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα παρά τις ασταθείς πολιτικές κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ.
Αν και ορισμένες από τις παρεμβάσεις του προκαλούν αβεβαιότητα και ένταση στις διεθνείς σχέσεις, η δυναμική των αγορών, η τεχνολογική καινοτομία και η ισχύς των θεσμών λειτουργούν ως ανάχωμα, εξασφαλίζοντας μια μακροπρόθεσμη πορεία ισχυρής ανάπτυξης, όπως υποστηρίζει ο Νουριέλ Ρουμπινί σε άρθρο του στο Social Europe.
Οι Αγορές ως δύναμη συγκράτησης
Η πειθαρχία των χρηματοοικονομικών αγορών έχει αποδειχθεί σημαντικός παράγοντας περιορισμού της πολιτικής αυθαιρεσίας.
Αντιδρώντας σε ακραίες εμπορικές πολιτικές και στην απειλή δασμών, οι αγορές ανάγκασαν τον πρόεδρο Τραμπ να επαναξιολογήσει τη στάση του.
Οι επενδυτές, μέσω μετοχών, ομολόγων και συναλλάγματος, έστειλαν σαφή σήματα, αποτρέποντας ενδεχόμενη περαιτέρω ζημιά στην παγκόσμια εμπιστοσύνη.
Η περίπτωση των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα είναι ενδεικτική: ενώ αρχικά κυριάρχησε η επιθετική ρητορική, η οικονομική πίεση οδήγησε την κυβέρνηση σε μετριοπαθή στροφή.
Τελικά, οι δασμοί αναθεωρήθηκαν, και οι ΗΠΑ επιδίωξαν τη διαπραγμάτευση.
Το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει τη δύναμη των αγορών να περιορίζουν τις επιπτώσεις των πολιτικών υπερβολών.
Ο Ρόλος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας
Η ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) αποτελεί έναν ακόμα πυλώνα σταθερότητας. Όταν ο πρόεδρος Τραμπ αμφισβήτησε την ηγεσία του προέδρου της Fed, Τζερόμ Πάουελ, οι αγορές αντέδρασαν έντονα.
Η απειλή αποπομπής του Πάουελ υποχώρησε γρήγορα, καθώς έγινε αντιληπτό πως ο πρόεδρος δεν έχει νομική εξουσία να τον απομακρύνει.
Ο θεσμικός χαρακτήρας της Fed προστάτεψε την ανεξαρτησία της νομισματικής πολιτικής, εξασφαλίζοντας σταθερότητα στους οικονομικούς κύκλους.
Οι εσωτερικοί περιορισμοί στην κυβέρνηση
Παρά το επιθετικό ύφος και την αποσπασματική λήψη αποφάσεων από τον Λευκό Οίκο, η επιρροή των τεχνοκρατών και των πολιτικών ισορροπιών φάνηκε καθοριστική.
Οι πιο μετριοπαθείς φωνές στην οικονομική ομάδα της κυβέρνησης, όπως ο υπουργός Οικονομικών και οι σύμβουλοι του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων, πέτυχαν να επιβάλουν ρεαλιστικότερους τόνους στην εμπορική πολιτική.
Παράλληλα, το αμερικανικό Κογκρέσο – και ιδιαίτερα η ισχνή ρεπουμπλικανική πλειοψηφία – έθεσε όρια στις πρωτοβουλίες του Τραμπ, προωθώντας νομοθετικές πρωτοβουλίες που περιόριζαν τις εξουσίες του.
Η τεχνολογία ως μοχλός ανάπτυξης
Ο πιο καθοριστικός παράγοντας στην αισιόδοξη πρόβλεψη για την αμερικανική οικονομία είναι η τεχνολογική πρόοδος.
Οι ΗΠΑ πρωτοστατούν στην καινοτομία σε τουλάχιστον δέκα από τους δώδεκα τομείς τεχνολογίας του μέλλοντος, ενώ η Κίνα υπερέχει μόνο στους τομείς των ηλεκτρικών οχημάτων και των πράσινων τεχνολογιών.
Οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη (AI), ιδιαίτερα μετά την κυκλοφορία του ChatGPT το 2022, έχουν ενισχύσει την αύξηση της παραγωγικότητας και τη δυνητική ανάπτυξη.
Η παραγωγικότητα στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά μέσο όρο 1,9% μετά το 2019, ενώ η συνολική ανάπτυξη διαμορφώθηκε γύρω στο 2,8% την περίοδο 2023-2024.
Η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύει τις κεφαλαιουχικές δαπάνες και οδηγεί σε μαζική ανακατανομή πόρων, προετοιμάζοντας το έδαφος για ανάπτυξη που θα μπορούσε να φτάσει έως και 4% έως το 2030 – ποσοστό υπερδιπλάσιο των εκτιμήσεων του ΔΝΤ.
Ο ιδιωτικός τομέας ως αντιστάθμισμα
Η καινοτομία του ιδιωτικού τομέα αποδεικνύεται ικανή να μετριάσει τις επιπτώσεις της πολιτικής αστάθειας.
Εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και επενδυτικά σχήματα συνεχίζουν να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους, ανεξάρτητα από τη ρητορική της εκτελεστικής εξουσίας.
Ακόμα και σε περιβάλλον προστατευτισμού, οι προσδοκίες για μελλοντικά κέρδη από τεχνολογικές εφαρμογές ωθούν σε νέα κύματα επενδύσεων.
Παρότι οι εμπορικοί περιορισμοί και η μείωση της μετανάστευσης μπορεί να μειώσουν το δυνητικό ΑΕΠ κατά 50 μονάδες βάσης, η τεχνολογία εκτιμάται ότι θα προσθέσει 200 μονάδες βάσης.
Η τετραπλάσια υπεροχή των θετικών έναντι των αρνητικών παραγόντων καταδεικνύει την ισχύ της τεχνολογίας ως βασικού κινητήρα ανάπτυξης.
Οι επιπτώσεις στην παγκόσμια ισορροπία
Η ενίσχυση της αμερικανικής οικονομίας έρχεται σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές προοπτικές.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει συστημικά προβλήματα, όπως η γήρανση του πληθυσμού, η ενεργειακή εξάρτηση, η χαμηλή καινοτομία και η εξάρτηση από την Κίνα.
Το χάσμα καινοτομίας με τις ΗΠΑ αναμένεται να διευρυνθεί, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη θα εισέλθει σε φάση εκθετικής ανάπτυξης.
Η πολιτική αστάθεια στην Ευρώπη, με την άνοδο ακροδεξιών λαϊκιστικών κινημάτων, μπορεί να ανατρέψει την εικόνα της ως προπύργιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Εάν η ευρωπαϊκή ηγεσία αγνοήσει τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις που έχουν κατατεθεί από πρώην ηγέτες όπως οι Λέτα και Ντράγκι, η ήπειρος κινδυνεύει να μείνει πίσω.
Ο πληθωρισμός και η ύφεση
Το 2025 προβλέπεται αύξηση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ άνω του 4%, με τους δασμούς να κυμαίνονται σε διαχειρίσιμα επίπεδα.
Η πιθανή αποκλιμάκωση των εντάσεων με την Κίνα αναμένεται να μειώσει τη συνολική επιβάρυνση, αν και ορισμένα νοικοκυριά θα υποστούν απώλεια αγοραστικής δύναμης. Η μείωση στα πραγματικά διαθέσιμα εισοδήματα ίσως οδηγήσει σε ήπια ύφεση διάρκειας δύο έως τριών τριμήνων.
Ωστόσο, η Fed παραμένει προσηλωμένη στη σταθερότητα. Εάν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί, θα υπάρξει προσαρμογή των επιτοκίων προς τα κάτω, επιτρέποντας σταδιακή ανάκαμψη.
Οι συνθήκες στην αγορά εργασίας και η υποχώρηση του πληθωρισμού θα υποστηρίξουν μια νέα φάση ανάπτυξης ήδη από τα μέσα του 2026.
Τι θα ακολουθήσει
Σύμφωνα με τον Ρουμπίνι, μέχρι τα μέσα του 2026, η ανάπτυξη στις ΗΠΑ θα σημειώσει ισχυρή ανάκαμψη, αλλά ο Τραμπ θα έχει υποστεί πολιτικό πλήγμα, προμηνύοντας ήττα του κόμματός του στις ενδιάμεσες εκλογές. Οι φόβοι για την κατάρρευση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ θα μετριαστούν.
Η αμερικανική δημοκρατία θα επιβιώσει από το σοκ Τραμπ και, μετά από μια αρχική περίοδο δυσκολιών, η οικονομία των ΗΠΑ θα ανακάμψει.