Η στάση του συνδικαλισμού των ταξιτζήδων, που με επικεφαλής τον περίφημο Θύμιο Λυμπερόπουλο επιχείρησαν χθες να μπουν με τη βία στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, είναι γνωστή και αναμενόμενη. Οι άνθρωποι αυτοί νομίζουν ότι η πόλη τους ανήκει, ότι βρίσκονται υπεράνω του νόμου κι ότι μπορούν ακόμα να συμπεριφέρονται πειρατικά. Το ευτύχημα είναι ότι οι πειρατές έχουν περιθωριοποιηθεί από μόνοι τους. Η δράση τους έχει περιοριστεί χάρη στις εφαρμογές και τα ραδιοταξί, που δεν έχουν χώρο για κακούς επαγγελματίες, επειδή ο έλεγχος και ο ανταγωνισμός δημιούργησαν μια καινούργια κουλτούρα.
Αυτοί που συνεχίζουν να ουρλιάζουν και να κάνουν επίδειξη πυγμής είναι οι ταξιτζήδες-πειρατές, και είναι εύλογο ότι αυτούς καλύπτει το συνδικάτο – επειδή χάρη σ’ αυτούς υπάρχει η διοίκησή του. Οι επαγγελματίες αυτοί είναι εκείνοι που αντέδρασαν σε οποιαδήποτε προσπάθεια τακτοποίησης ενός άναρχου επαγγέλματος – τελευταία, στην επιβολή πληρωμής με κάρτα. Το ότι τώρα προσπαθούν να ακυρώσουν τον έλεγχο στις λεωφορειολωρίδες είναι συνεπές με τη στάση τους – και είναι εύλογη η καχυποψία του αναπληρωτή υπουργού Μεταφορών, Κωνσταντίνου Κυρανάκη.
Σε τι συνίσταται αυτή η στάση; Παραβιάζουν όπως και όσο μπορούν τον νόμο. Τα αυτοκίνητά τους είναι βρώμικα και κακοσυντηρημένα. Είναι αγενείς και περιφρονούν τον πελάτη. Ακούνε όποια μουσική θέλουν και έχουν γνώμη για τα πάντα, με την οποία ο πελάτης πρέπει να συμφωνεί. Συγκαταλέγονται σε εκείνους που χρησιμοποιούν πειραγμένα ταξίμετρα ή, ακόμα καλύτερα, εφαρμογές εκτός συστήματος που παίζουν τον ρόλο ταξίμετρου για να κλέψουν και για να φοροδιαφύγουν. Παριστάνουν ότι δεν έχει σήμα η ταμειακή μηχανή τους ή ότι θέλει χρόνο «να φορτώσει» για να πληρωθούν με μετρητά, δηλαδή για να μην κόψουν απόδειξη. Είναι έτοιμοι να κλέψουν όποιον μπορούν και ειδικά τον τουρίστα…
Μη μου χρεώσετε προκατάληψη και παράδοση σε στερεότυπα. Ετσι συμπεριφέρονται στους δρόμους πολλοί. Προφανώς, η κακή συμπεριφορά δεν χαρακτηρίζει όλον τον κλάδο – αλλά η έμφαση της διαμαρτυρίας τους στη συντήρηση του χάους στους δρόμους αποδεικνύει ότι ο συνδικαλισμός του ΣΑΤΑ και του Θύμιου Λυμπερόπουλου διεκδικεί, ακριβώς, καθεστώς ασυδοσίας.
Η αλήθεια πάντως είναι ότι η διήμερη απεργία των ταξί έδωσε στην Αθήνα μια ανάσα, αφού κυκλοφοριακά η πόλη ήταν καλύτερα. Αυτή η διαπίστωση, ότι η απεργία τους δεν είναι αποτελεσματική, οδηγεί τους φανατικούς συνδικαλιστές σε πιο ριζοσπαστικές λύσεις, για τις οποίες η κυβέρνηση οφείλει να προετοιμαστεί.
Ας γνωρίζουν, πάντως, στο υπουργείο Συγκοινωνιών, ότι η Αθήνα θέλει πολλά ακόμα για να βελτιωθεί η κυκλοφορία στους δρόμους. Ολα όσα χρειάζεται είναι θέμα υποδομών και νομιμότητας. Καταρχήν, κάτι πρέπει να γίνει με τους δρόμους, που είναι ρημαγμένοι και χιλιομπαλωμένοι. Δεν γίνεται ο κάθε εργολάβος να σκάβει όποτε θέλει όπου θέλει ανενόχλητος χωρίς να τον ενοχλεί κανείς και, φεύγοντας, να αφήνει πίσω του συντρίμμια. Χρειάζονται ακόμα διαγραμμίσεις, σωστή σηματοδότηση, καθάρισμα των σημάτων από κάθε είδους ρύπανση. Απαιτείται, επίσης, επιβολή της νομιμότητας στην καθημερινή κυκλοφοριακή ζούγκλα – έλεγχος και ποινές των παραβάσεων, και ιδίως της παράβασης των σηματοδοτών και του αντικοινωνικού παρκαρίσματος.
Και για να έχουν κάποια ελπίδα να βελτιωθούν τα πράγματα, βελτίωση των ρημαγμένων σήμερα συγκοινωνιών – που προφανώς απαιτεί χρήματα, τα οποία θα μπορούσαν να εισπράττουν από το εισιτήριο, γι’ αυτό πρέπει να ενταθούν κι άλλο οι έλεγχοι.
Με τα ταξί, από τη στιγμή που ιδιωτικές εταιρείες κατανόησαν ότι πρέπει να βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους, τα πράγματα έγιναν καλύτερα. Αντίθετα, ο δημόσιος χώρος και οι δημόσιες συγκοινωνίες χειροτερεύουν. Κάτι σημαίνει αυτή η σύγκριση.