
Η Μακρόνησος μοιάζει εγκαταλελειμμένο τοπίο με την Πολιτεία να αρκείται σε χαρακτηρισμούς, αλλά επί της ουσίας να μην κάνει τίποτα άλλο παρά να αποποιείται την αιματοβαμμένη κληρονομιά του ακατοίκητου κολαστηρίου.
Στη σύγχρονη ιστορία η Μακρόνησος ξεκίνησε να λειτουργεί από το 1947, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου.
Η Ελλάδα απέκτησε το δικό της στρατόπεδο «αναμόρφωσης», όπως το έλεγε η πλευρά των βασανιστών με την υποστήριξη του βασιλιά, πανεπιστημιακών, πολιτικών κ.ά. που επισκέπτονταν τη Μακρόνησο και εξήραν το έργο που γινόταν εκεί.
Το 1949 θα χαρακτηρίσει ως το ελληνικό Νταχάου.
Ο τόπος κατοικήθηκε αποκλειστικά από εξόριστους, πολίτες και οπλίτες (μέσα σε σκηνές) με σκοπό τη «μετάνοια» από τις κομμουνιστικές αντιλήψεις. Οι εξόριστοι βίωσαν ένα αδιανόητο σχέδιο προπαγάνδας, ψυχολογικού πολέμου και σωματικού και ψυχικού βασανισμού.
Υπολογίζεται ότι περίπου 120 στρατιώτες και πολίτες πέθαναν κατά τη διάρκεια της κράτησής τους στη Μακρόνησο, ενώ 60 έως 100 χιλιάδες πέρασαν από εκεί.
Ενώ το κολαστήριο της Μακρονήσου έκλεισε οριστικά το 1961, όταν έφυγαν και οι τελευταίοι φύλακες των στρατιωτικών πλέον φυλακών που λειτουργούσαν εκεί, χαρακτηρίστηκε ως ιστορικός τόπος και όλα τα κτίρια πάνω σε αυτόν διατηρητέα, μόλις το 1989, με την υπογραφή της τότε υπουργού Πολιτισμού, Μελίνας Μερκούρη.
Τότε είχε συγκροτηθεί και επιτροπή έρευνας και μελέτης… Πέρασαν σχεδόν 30 χρόνια, μέχρι τον Ιούλιο του 2019, για να κηρυχθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ως αρχαιολογικός χώρος ολόκληρη η Μακρόνησος.
Ελάχιστες δράσεις που θυμίζουν την ιστορία επιτόπου
Τα τελευταία χρόνια μετρημένες είναι οι δράσεις που έχουν γίνει επιτόπου με σκοπό την υπενθύμιση του ανθρώπινου παραλογισμού.
Το 2003 η ιστορική συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη, που επέστρεψε στον τόπο που βρέθηκε εξόριστος για να ανέβει ελεύθερος στη σκηνή. Δέκα χρόνια αργότερα, μπροστά από το κτίριο των αρτοκλιβάνων (από τα ελάχιστα που δεν έχουν καταρρεύσει) χιλιάδες κόσμου παρακολούθησε την παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη «Μίκης Θεοδωράκης – Ποιος τη ζωή μου».
Το καλοκαίρι του 2020 με πρωτοβουλία του ΚΚΕ έγινε μεγάλη συναυλία με τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου και τοποθετήθηκε εικαστικό έργο-μνημείο πάνω στο νησί, με αφορμή και τα 100 χρόνια από την ίδρυση το κόμματος, ενώ υπάρχει και το παλαιότερο εμβληματικό εικαστικό με τον άνθρωπο που σηκώνει το χέρι σφίγγοντας τη γροθιά την ώρα που τα πόδια του είναι τυλιγμένα με συρματοπλέγματα.
Στάνες, ετοιμόρροπα κτίρια και αυτοκίνητα εγκαταλελειμμένα
Τα τελευταία χρόνια το νησί, παρά τους χαρακτηρισμούς που το προστατεύουν – όπως αναφέρει η σελίδα του υπουργείου Πολιτισμού – απλώς ρημάζει.
Εχει αφεθεί στο έλεός του και καμία προσπάθεια αποκατάστασης και ανάδειξης του ιστορικού φορτίου που φέρει δεν είναι εμφανής. Αντιθέτως, είδαμε μαντριά με αυτοσχέδιες περιφράξεις και πεταμένα ψυγεία παγωτών σαν να ήμασταν σε βοσκότοπο.
Υλικά που καμία σχέση δεν έχουν με το τι συνέβη εκεί, παρατημένα μελίσσια, λάστιχα, κτίσματα ετοιμόρροπα… Ακόμα και εγκαταλελειμμένα αυτοκίνητα του ’90 δεν έχουν απομακρυνθεί από τον χώρο.
Το δέος που σου προκαλεί το τοπίο συνυπάρχει με την ντροπιαστική εικόνα για τη χώρα μας και τον τρόπο που αντιμετωπίζει την ιστορία της.
Αντίστοιχοι τόποι ή στρατόπεδα συγκέντρωσης σε όλο τον κόσμο, θα ήταν ήδη επισκέψιμοι μουσειακοί χώροι, οργανωμένα, με ό,τι έχει απομείνει συντηρημένο, έστω στοιχειωδώς.
Η Μακρόνησος, όμως, περνάει τη δική της εξορία. Αυτό που θυμίζει, σε πολλούς – ακόμη και σήμερα – δεν αρέσει. Δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τη σκέψη του τι συνέβη σε αυτό το άνυδρο, εκτεθειμένο στον καιρό μέρος που μυρίζει φρύγανα και κραυγές. Ή ακόμα χειρότερα θέλουν να διαγραφεί από τη συλλογική μνήμη.