Κιτς αγώνας κατς

Ο Κασσελάκης (πάλι) σκίζει: αφού διέλυσε εύκολα και επιτυχώς τον ΣΥΡΙΖΑ, τώρα φαίνεται να ζαχαρώνει το κόμμα της Κωνσταντοπούλου, αν και μάλλον θα προλάβει να τον καταπιεί προηγουμένως η Ζωή και μάλιστα άνευ σιέλου. (Πάντως έχει τον νου της.) Θα είναι θεαματικές άραγε η λυκοφιλία και η αγαπητική πάλη αυτών των δύο βουλιμικών αμφίβιων που έχουν μετατρέψει την «Αριστερά» σε κιτς αγώνα κατς, αποδεικνύοντας πόσο σαθρές είναι οι δομές των κομμάτων και πόσο χλωμές, δυστυχώς, οι περσόνες που αθλούνται στον χώρο;

Εναν χώρο, για πρώτη η φορά στην Ιστορία, χωρίς διανοούμενους, χωρίς ηγέτες, χωρίς δικές τους εφημερίδες, χωρίς δικά τους περιοδικά, χωρίς ραδιόφωνα, χωρίς τίποτε – δεν μπορούν από το ΠΑΣΟΚ και κάτω να στήσουν ούτε καν μια νέα εφημερίδα που να διαβάζεται και να επιβιώνει. Μια ιστοσελίδα της προκοπής, έστω μισό κανάλι. Τίποτε. Πώς θα νικήσουν; Πώς θα επιβάλουν τα δικά τους ιδεολογήματα με χρεοκοπημένα ραδιόφωνα, με 500 αναγνώστες και με έντιμους, πλην περιθωριακούς, προικισμένους, έστω, γραφιάδες ή τετελεσμένους ζηλωτές που σκιαμαχούν μη αμειβόμενοι, ζώντας με παλιούς καημούς και νέες αυταπάτες;

Ολο αυτό το πράμα, όλο αυτό το τοπίο στην Αριστερά είναι πράγματι μελαγχολικό ακόμα και για εκείνους που δεν ψηφίζουν αντίστοιχα, αλλά που πονάνε βαθύτερα τη χώρα και που θα ήθελαν την ύπαρξη κάποιας αξιοπρέπειας και βασικού επιπέδου σε όλο το πολιτικό φάσμα, ώστε μέσα από τον νόμιμο ανταγωνισμό και τον υψηλό λόγο να ανέρχεται η γενική ποιότητα του διαλόγου και της αντιπαράθεσης. Το ερώτημα, βέβαια, επιμένει: πώς συνέβη και ήρθε, αίφνης, ένας Κασσελάκης και διέλυσε το σύμπαν ως σαλταρισμένος ρινόκερος σε κατάστημα με γυάλινα μπρίκια, πώς συνέβη – είναι απορίας άξιον. Ή, μήπως, δεν είναι; Μήπως και χωρίς τον Κασσελάκη πάλι θα κατέρρεε όλη η ευώνυμος πλευρά, αλλά πιο αργά και βασανιστικά, κυρίως λόγω έλλειψης ταλέντων, αλλά στην ουσία λόγω ανυπαρξίας πειστικού, εναλλακτικού λόγου; Λόγω έλλειψης θεωρίας και ρεαλιστικής ιδεολογίας που να ανταποκρίνονται στο δυναμικό και περίπλοκο μέλλον ενός νέου, ιλιγγιώδους κόσμου κι όχι πατώντας σε θεωρητικά, νοσοκομειακά απόβλητα άλλων εποχών αποτυχίας και καταστροφής που αρνούνται ακόμα να ιδούν οι ιδαλγοί τού «άσ’ τα τα μαλλάκια σου ανακατωμένα, άσ’ τα να ανεμίζουνε στην τρελή νοτιά»;

Δυστυχώς, ή όχι, ψόφησε ο κούρκος. Αλλαξαν η εποχή, τα κόζια και τα αζιμούθια. Ομως υπάρχουν ακόμα ουκ ολίγοι που πιστεύουν ότι μπορούν να συνεχίσουν να ζουν αμέριμνοι και να πείσουν απαγγέλλοντας απλώς παλιά, μονότονα, ληγμένα τροπάρια. Πως αυτό αρκεί για τον μισθό τους και για να πάει μπροστά η κατάσταση, να εξελιχθεί το κόμμα, να δούμε άσπρη μέρα. Πως για όλα φταίει το γκαζόν, κάποια αφηρημένη Δεξιά ή κάποιος συγκεκριμένος Μητσοτάκης, η κακιά Ευρώπη και ο τρελός Τραμπ. Πάντως οι ίδιοι νιώθουν μια χαρά, αισθάνονται επαρκείς και πως δεν φταίνε σε τίποτε, αν εξαιρέσεις το γεγονός ότι βόσκουν επί δύο τετραετίες εκτός εξουσίας και πραγματικότητας. Και πως αφήνουν πλέον να κάνουν παιχνίδι στον χώρο της αντιπολίτευσης δύο πολιτικοί γαμοκαμπουρόσαυροι (μέχρι να αλληλοφαγωθούν κι αυτοί, με βάση τα παλιά αριστερά ήθη), ενώ αυτοί τους βλέπουν, τους παρακολουθούν ως χάχες, κρυφοχαμογελώντας. Αλλά εις βάρος ποίων, τελικά, μειδιούν;

Ολοι γελούν με εμένα κι εγώ ξεκαρδίζομαι. Κλιμακωτά η Ζωή θα καταλήξει σε σούμο-κατς-κιτς με τον Κασσελάκη, αλλά αυτό όμως δεν σώζει κανέναν. Ούτε καν ο Πουλατζάς μπορεί να κάνει τίποτε, εφόσον, όσο ζούσε, ούτε κι εκείνος έδωσε τις απαντήσεις. Τι θα γίνει, λοιπόν, στον χώρο της αντιπολίτευσης; Μακροπρόθεσμα μόνο με από μηχανής θεό σώζεται η κατάσταση, κι αυτό πολύ δύσκολα, αφού οι ήδη υπάρχοντες θα παλεύουν πάντα και μέχρι τελευταίας ρανίδος για το μεροκάματο και τον ρόλο, οπότε θα έχουμε σκληρή άμυνα και το πολύ μια ανακύκλωση με τους προηγούμενους να τραβάνε πάλι το χαλί προς τα πίσω. Κάτι ολοκαίνουργιο δεν φαίνεται στο ωροσκόπιο, με απολύτως νέα και προικισμένα πρόσωπα και με πειστικό, συγκροτημένο, σύγχρονο λόγο – αλλά και πού να τον βρεις αυτόν; Δεν είναι κι εύκολο, δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία, οι «προφήται ητόνισαν» και οι παλιατσαρίες και τα κόμικς της νεότητας δύσκολα ανακαινίζονται για να γίνουν μελλοντικό εγκόλπιο.

Για κάποια χρόνια, και δεν ξέρουμε για πόσα, μάλλον το πράγμα θα σέρνεται ούτω πως. Μια στο καρφί και μια στο δάχτυλο. Εκτός και αν συμβούν απρόσμενα γεγονότα, κάτι όχι απολύτως απίθανο. Διότι εκεί που όλα φαίνονται ψόφια και πληκτικά και ξεπερασμένα από τον εαυτό τους, πάντα κάτι συμβαίνει (συνήθως όχι καλό) και ανακατεύονται τα χρώματα και ξανάρχεται το κακό μεταμφιεσμένο. Γι’ αυτό δεν χρειάζονται γκρίνιες που η κατάσταση είναι στάσιμη στην αντιπολίτευση – θα ήταν ευχής έργον, βέβαια, να αναδειχτεί ένας νέος άξιος πόλος, τώρα, σε καθεστώς κανονικότητας. Μακάρι να συνέβαινε. Είναι μια ευκαιρία, αλλά δεν φαίνεται να υπάρχουν τα υλικά. Η Ζωή και ο Στέφανος κι όσοι υπόσχονται κάποιο spettacolo θα απασχολήσουν κάπως τις κάμερες και την περιέργεια του πρωινού, άσπλαχνου πλήθους, αλλά μετά;

(Καλύτερα έτσι, θα πεις, παρά να εμφανιστούν πάλι καινούργια τέρατα με παλιά, λαϊκίστικα ψαλτήρια.)