Λαδώματα και διαφθορά και στο Κτηματολόγιο

Τουλάχιστον 150 υποθέσεις «γρηγορόσημων» – μέσα σε ένα εξάμηνο – σε αιτήματα μεταγραφών και άλλων συναλλαγών ακινήτων σε οκτώ κτηματολογικά γραφεία της Αττικής (Αθήνας, Πειραιά, Καλλιθέας, Ν. Ιωνίας, Χαλανδρίου, Ηλιούπολης, Περιστερίου, Κορωπίου) ανέδειξε η νέα έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. που ασχολείται με την πάταξη της διαφθοράς και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Η ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε σε έξι συλλήψεις υπαλλήλων – εκ των οποίων μία διευθύντρια – στα κτηματολογικά γραφεία Αθήνας, Πειραιά, Καλλιθέας, Χαλανδρίου, καθώς και τριών ιδιωτών. Μάλιστα αρχηγός του κυκλώματος είναι μια αλλοδαπή από την Ουκρανία, περίπου 50 ετών, η οποία με τους συνεργούς της ήταν σε διαρκή επαφή με δικηγορικά γραφεία και συμβολαιογράφους για την προσέλκυση «πελατείας», και ταυτόχρονα σε διαρκείς συνεννοήσεις με τους επίορκους υπαλλήλους.

Σχηματίστηκε επίσης δικογραφία σε βάρος 56 ατόμων (40 εκ των οποίων ταυτοποιήθηκαν) για δωροδοκία υπαλλήλου, οι οποίοι δεν συνελήφθησαν λόγω παρέλευσης του Αυτοφώρου. Επιπλέον συνελήφθη και ένας υπάλληλος της ΔΟΥ Καλλιθέας για παράβαση του νόμου περί υπηρεσιακού απορρήτου.

Πρόκειται για την πέμπτη υπόθεση – μετά από αυτές των Εφοριών Χαλκίδας και Κέρκυρας και των Πολεοδομιών Χαλκιδικής και Ρόδου – δράσης κυκλωμάτων επίορκων υπαλλήλων, που αποκαλύπτουν μέσα σε λίγους μήνες τα στελέχη των Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., σε ένα δείγμα της έκτασης που έχουν οι παράνομες συναλλαγές κρατικών υπαλλήλων και ιδιωτών.

Η έρευνα

Η έρευνα των «αδιάφθορων» της ΕΛ.ΑΣ. ξεκίνησε στα μέσα Σεπτεμβρίου 2024 ύστερα από ανώνυμη καταγγελία στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της συγκεκριμένης υπηρεσίας σύμφωνα με την οποία «υπάλληλοι του Κτηματολογικού Γραφείου Αττικής χρηματίζονται, προκειμένου να φέρουν εις πέρας εκκρεμείς αιτήσεις των ενδιαφερομένων, μέσω του ιδιώτη που ενεργεί ως διακανονιστής». Σύμφωνα με τις ίδιες καταγγελίες «οι ενδιαφερόμενοι πληρώνουν το χρηματικό ποσό των 500 έως 1.000 ευρώ στον ανωτέρω ιδιώτη ανάλογα με την περίπτωση».

Ετσι ξεκίνησε κύκλος ερευνών από τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. με τηλεφωνική και «φυσική» παρακολούθηση των υπόπτων.

Από την έρευνα προέκυψε ότι υπάλληλοι εκμεταλλευόμενοι τον αργό ρυθμό της διαδικασίας έκδοσης εγγράφων-πιστοποιητικών, λόγω του πλήθους των αιτήσεων που κατατίθεντο καθημερινά στις υπηρεσίες τους, λάμβαναν, μέσω ιδιωτών διεκπεραιωτών και ενδιάμεσων, χρηματικά ποσά για την «επίσπευση» έκδοσης – εντός διμήνου και όχι εντός έξι μηνών, όπως είναι η νόμιμη διαδικασία – των εγγράφων-πιστοποιητικών (αιτήσεις εξωδικαστικών διορθώσεων, αιτήσεις άρσης βαρών ακινήτων, μετεγγραφές ακινήτων κ.λπ.). Και αυτό μάλιστα παρότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα της έρευνας το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης προχώρησε στην εφαρμογή συστήματος τεχνητής νοημοσύνης στο Κτηματολόγιο, το οποίο επιτάχυνε τις διαδικασίες ελέγχου, καταχώρισης και έκδοσης των εγγράφων-πιστοποιητικών.

Οπως σημειώνεται στα σχετικά έγγραφα της ΕΛ.ΑΣ., η καταβολή των χρηματικών ποσών γινόταν τμηματικά, λάμβαναν δηλαδή ένα μέρος του χρηματικού αντιτίμου ως προκαταβολή και η «εξόφλησή» τους πραγματοποιούνταν μετά την έκδοση του εγγράφου-πιστοποιητικού. Σε περίπτωση που το έγγραφο-πιστοποιητικό εκδιδόταν κανονικά, το κόστος της «επίσπευσης» κυμαινόταν μεταξύ 300 και 800 ευρώ, ανάλογα με το Κτηματολογικό Γραφείο που αναλάμβανε τη διεκπεραίωση, ενώ σε περίπτωση που αυτό απορριπτόταν, η αμοιβή του υπαλλήλου ήταν 100 ευρώ. Η παραλαβή των χρημάτων γινόταν εκτός των κτηματολογικών γραφείων.