Με συνταγή «Ελσίνκι» το μοντέλο άρσης του casus belli

Καμία επίσημη αντίδραση δεν έχει υπάρξει προσώρας από την Αγκυρα αναφορικά με τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη πως έχει έρθει η ώρα να ζητήσει η Αθήνα άρση του casus belli – με τον Πρωθυπουργό, μάλιστα, να προαναγγέλλει πως προτίθεται να το θέσει ο ίδιος απευθείας στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Τα τουρκικά ΜΜΕ χαρακτήρισαν τη δήλωση Μητσοτάκη «σκανδαλώδη», περιγράφοντάς την ως μια «αυθάδη» και «αδιανόητη απαίτηση» από πλευράς Ελλάδας, που στρέφεται κατά της συμμετοχής της Τουρκίας σε νέα αμυντικά έργα της ΕΕ. Η εν λόγω δήλωση του Πρωθυπουργού έγινε στο πλαίσιο ερώτησης για τον νέο ευρωπαϊκό χρηματοδοτικό μηχανισμό «SAFE» που στοχεύει στη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας των κρατών-μελών μέσω δανείων ύψους 150 δισ. ευρώ και ο οποίος προβλέπει τη δυνατότητα συμφωνίας με τρίτο κράτος, υποψήφιο προς ένταξη, όπως είναι η Τουρκία. Οπως εξήγησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης – συνδέοντας ουσιαστικά την άρση του casus belli με την απόφαση του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων στις 27 Μαΐου που θα κληθεί να επικυρώσει τον «SAFE» – δεν είναι δυνατόν μια χώρα να διεκδικεί πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία της ΕΕ και ταυτόχρονα να απειλεί με πόλεμο ένα κράτος-μέλος της ΕΕ, σε περίπτωση που αυτό κάνει πράξη κάτι που δικαιούται, όπως είναι η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Αιγαίο στα 12 ναυτικά μίλια.

Στο οπλοστάσιο της Ελλάδας, ενόψει της νέας πραγματικότητας στην ευρωπαϊκή άμυνα, είναι φανερό πως όσον αφορά τον «SAFE» υπονοείται ξεκάθαρα το δικαίωμα «βέτο», καθώς υπάρχει πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, για οποιαδήποτε συμφωνία με τρίτο κράτος, υποψήφιο προς ένταξη, απαιτείται ομόφωνη απόφαση. Τη συγκεκριμένη δικλίδα ασφαλείας, που παραπέμπει σε συνταγή Ελσίνκι με απώτερο στόχο την άρση του casus belli και την προσφυγή στη Χάγη για τη διευθέτηση οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, η Αθήνα δείχνει αποφασισμένη να την ενεργοποιήσει. Είναι πάγια, εξάλλου, η ελληνική θέση υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας ως επωφελούς εξέλιξης για την ευρύτερη περιοχή, με την άρση του casus belli να συμπεριλαμβάνεται ρητά στα βασικά κριτήρια για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, στο πλαίσιο της υποχρέωσής της για πλήρη σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.

Το «αγκάθι»

της απειλής πολέμου

Σε αυτήν την «αυτονόητη» κίνηση που αναμένει η Ελλάδα από την Τουρκία είχε αναφερθεί πρόσφατα και ο Γιώργος Γεραπετρίτης. Κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Κωνσταντινούπολη και συζητώντας με τούρκους εκδότες, ο έλληνας ΥΠΕΞ φέρεται, σύμφωνα με τουρκικά ΜΜΕ, να επεσήμανε πως «το γεγονός ότι η Τουρκία εξακολουθεί να απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα» κατ’ ουσίαν εμποδίζει την εμπλοκή «σε μια μεγαλύτερη στρατιωτική συνεργασία».

Με το επικείμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας να μην έχει ακόμη «κλειδώσει» ακόμη στο ημερολόγιο, η Αθήνα δείχνει έτοιμη να πλοηγηθεί εντός της συγκυρίας που και η ίδια συνδιαμόρφωσε στο πλαίσιο της συζήτησης για λύσεις στο πεδίο της ευρωπαϊκής άμυνας, κάνοντας χρήση των «όπλων» που διαθέτει προκειμένου να προσπαθήσει να βγάλει από το τραπέζι του ελληνοτουρκικού διαλόγου διά παντός το «αγκάθι» της απειλής πολέμου. Ενός casus belli που εμφανίστηκε ως ψήφισμα της τουρκικής εθνοσυνέλευσης στις 8 Ιουνίου 1995 και το οποίο εξουσιοδοτούσε την Αγκυρα να χρησιμοποιήσει ακόμα και στρατιωτικά μέσα εναντίον της Ελλάδας σε περίπτωση που η τελευταία επέκτεινε από τα 6 στα 12 ν.μ. τα χωρικά της ύδατα, αμφισβητώντας έτσι ευθέως ένα νόμιμο και κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας όπως αυτό είχε κυρωθεί τον Ιούνιο του 1995 από την ελληνική Βουλή, βάσει της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. Οπως επισημαίνουν, δε, αναλυτές, η άρση του casus belli, εφόσον τεθεί και συζητηθεί, δεν νοείται να συνοδεύεται από ελληνικά «ανταλλάγματα», καθώς δεν πρόκειται για παραχώρηση αλλά για υποχρέωση της Τουρκίας στο πλαίσιο της ενταξιακής πορείας της προς την ΕΕ.