Μια πολιτισμένη χώρα

Το περασμένο Σάββατο συνέβη κάτι που ενώ σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο θα έπρεπε να μην είναι είδηση εδώ είναι: διοργανώθηκε ένας άψογος τελικός του Κυπέλλου Ελλάδος. Το γεγονός έλαβε χώρα στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, βρέθηκαν στο γήπεδο πάνω από 50.000 άνθρωποι, δεν υπήρξε το παραμικρό επεισόδιο και ο Ολυμπιακός κέρδισε τον OΦΗ με 2-0. Αλλά αυτό για τα δεδομένα μας μετράει πολύ λιγότερο από τη διοργανωτική επιτυχία του αγώνα. Κάποιος κέρδισε το Κύπελλο και τα προηγούμενα χρόνια: Το θέμα δεν ήταν ο νικητής αλλά ολόκληρη η διαδικασία ντροπής που προηγούνταν του παιχνιδιού ή που το ακολουθούσε.

Ολα τα προηγούμενα χρόνια ήταν τεράστιο ζήτημα πρώτα απ’ όλα να βρεθεί ένα γήπεδο να φιλοξενήσει το παιχνίδι. Οποια πόλη ακουγόταν ότι θα πρέπει να δώσει στη διοργανώτρια ΕΠΟ το γήπεδό της το αρνούνταν κατηγορηματικά. Είχαμε φτάσει στο απίστευτο σημείο στην προκήρυξη του Κυπέλλου να υπάρχει πρόβλεψη ο τελικός να διοργανωθεί στο εξωτερικό, αλλά ούτε κι αυτό έμοιαζε εύκολο. Την προπέρσινη διοργάνωση αρνήθηκαν να τη φιλοξενήσουν οι Γερμανοί λέγοντας ότι δεν έχουν καμία δουλειά να το κάνουν. Την αρνήθηκαν επίσης οι Αλβανοί, οι οποίοι μάλιστα είχαν προτιμήσει να δώσουν το μεγάλο γήπεδο των Τιράνων για να διοργανώσει μια συναυλία ένας έλληνας τραγουδιστής, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι δεν είχαν κάποιο πρόβλημα με την Ελλάδα αλλά με την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της. Οταν κάποιος αναλάμβανε τελικά την ευθύνη της διοργάνωσης, το παιχνίδι γινόταν χωρίς θεατές, διότι αν υπήρχαν θεατές τίποτα δεν μας επέτρεπε να πιστεύουμε ότι δεν θα φτάσουμε ένα βήμα από το να θρηνήσουμε νεκρούς. Το 2017, στην περίφημη πεζογέφυρα του Πανθεσσαλικού Σταδίου του Βόλου, είχαμε μαχαιρώματα ανάμεσα σε οπαδούς της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ, στα οποία μάλιστα υπήρχε συμμετοχή και Σέρβων που είχαν έρθει για να πάρουν μέρος σε εκείνο το παιχνίδι που ήταν ένα είδος φεστιβάλ βαλκανικής οπαδικής βίας. Η διοργανωτική δυσκολία δεν ήταν κάτι που είχε προκύψει απλώς τα τελευταία χρόνια. Και παλιότερα, όταν με κάποιον μαγικό τρόπο το παιχνίδι γινόταν με κόσμο στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας, το τι ακολουθούσε μετά το τέλος του πραγματικά δεν περιγράφεται. Το Ολυμπιακό Στάδιο γινόταν ρημαδιό, αν όχι και πεδίο μάχης.

Οι ποδοσφαιρικές ομάδες που έπαιρναν μέρος στους τελικούς έμοιαζαν να μην μπορούν να κάνουν τίποτα για να αποφύγουν τις τιμωρίες: Εμοιαζαν μάλιστα αιχμάλωτες των οργανωμένων οπαδών που περίμεναν πώς και πώς αυτό το παιχνίδι για να δείξουν τις ικανότητές τους στο μπάχαλο. Το 2017 ο τότε υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης, ένας μετριοπαθής κατά τ’ άλλα πολιτικός, παρακολουθούσε από το γραφείο του τα μαχαιρώματα στην περίφημη πεζογέφυρα και δεν ήξερε τι να κάνει, καθώς αν αποφάσιζε τη μη διεξαγωγή του παιχνιδιού θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο το ματς, που τότε ήταν ανάμεσα στον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ, κάπου να γίνει – οπουδήποτε. Κάποτε ο υφυπουργός Αθλητισμού Σταύρος Κοντονής είχε ασχοληθεί ακόμα και με τους διαιτητές που έπρεπε να διευθύνουν ένα ματς, τότε ανάμεσα στον Ολυμπιακό και στην ΑΕΚ, που, περιττό να το πω, είχε γίνει στο ΟΑΚΑ με ελάχιστους θεατές, που μάλιστα είχαν τσακωθεί και μεταξύ τους, παρόλο που τα εισιτήρια ήταν ονομαστικά. Και ξαφνικά φέτος όλα κύλησαν καταπληκτικά. Πάνω από 20.000 οπαδοί του ΟΦΗ ήρθαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία από την Κρήτη και παρά την πίκρα τους αποχώρησαν από το γήπεδο πολιτισμένα και χωρίς να δημιουργηθεί το παραμικρό πρόβλημα.

Την ίδια στιγμή περίπου 30.000 οπαδοί του Ολυμπιακού έστησαν το δικό τους πανηγύρι – βοήθησε και ότι η ομάδα τους κατέκτησε το Κύπελλο. Πριν από το ματς είχαμε ένα τελετουργικό που θύμισε αυτά που διοργανώνει η UEFA πριν από τα μεγάλα παιχνίδια και μετά το ματς υπήρξε χειροκρότημα από την πλευρά των παικτών του Ολυμπιακού στους παίκτες του ΟΦΗ για την προσπάθεια και φυσικά ο δικός τους γύρος του θριάμβου – όλα αυτά χωρίς να πέφτουν φωτοβολίδες, χωρίς να πέφτουν κροτίδες, χωρίς να υπάρξει το παραμικρό πρόβλημα. Θέλω να πιστεύω πως αυτό που κυρίως μέτρησε είναι ότι έχουμε μπει σε μια φάση ωριμότητας. Κανείς δεν διασκεδάζει με ιστορίες βίας πλέον. Ο κόσμος θέλει να βλέπει την ομάδα του και δεν θέλει διακοπές αγώνων ή συνθήκες τρομοκρατίας. Βοήθησαν σίγουρα τα ονομαστικά εισιτήρια, αλλά αυτά υπάρχουν εδώ και αρκετά χρόνια. Εδώ και αρκετά χρόνια έχουμε και τιμωρίες έδρας. Δεν είναι το σκληρό πλαίσιο αυτό που άλλαξε τα πράγματα – είναι κυρίως μια νέα αντίληψη. Οι ομάδες μαθαίνουν σιγά σιγά να συνεργάζονται και συμβαίνει να καταλαβαίνουν ότι η αναβάθμιση του προϊόντος έρχεται όταν αλλάζουν γενικά οι συνθήκες. Του χρόνου την Ελλάδα στην Ευρώπη θα εκπροσωπήσουν οι πέντε ομάδες με τον περισσότερο κόσμο, δηλαδή ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ και ο Αρης. Θα βρέξει χρήματα για όλους.