
Το προσεχές διάστημα αναμένεται να «ξεκλειδώσουν» τα χρονικά ορόσημα για τον νέο γύρο δομημένου διαλόγου Ελλάδας – Τουρκίας, με τον Πολιτικό Διάλογο, τη Θετική Ατζέντα και το 6o Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας στην Αγκυρα και τη νέα συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Οι δύο ηγέτες θα συμπέσουν – εκτός απροόπτου – και στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη (24-25/6) όπου καμιά πλευρά προς το παρόν δεν αποκλείει κάποια συνάντηση στο περιθώριο των εργασιών της συνόδου, προκειμένου να διερευνηθεί εκ του σύνεγγυς η ατζέντα που θα τεθεί επί τάπητος στο ΑΣΣ, το οποίο προς το παρόν τοποθετείται «εντός του θέρους», με αρμόδιες πηγές να το προσδιορίζουν κατά πάσα πιθανότητα έως τα μέσα Ιουλίου.
Αναγκαίο βήμα, πάντως, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, είναι να έχουν προηγηθεί οι επαφές των υφυπουργών Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου και Τάσου Χατζηβασιλείου με τον τούρκο ομόλογό τους Μεχμέτ Κεμάλ Μποζάι στην Αγκυρα για τον Πολιτικό Διάλογο και τη Θετική Ατζέντα, από όπου και θα προκύψουν τα απολύτως αναγκαία για το ΑΣΣ παραδοτέα, προς επεξεργασία και χάραξη νέων τομέων συνεργασίας. Από επικείμενη επικοινωνία των δύο ΥΠΕΞ Ελλάδας – Τουρκίας θα «κλειδώσει» και η ημερομηνία του ΑΣΣ στο πλαίσιο του οποίου αναμένεται η επόμενη επίσημη συνάντηση κορυφής Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Ακ Σαράι, στην εξίσωση της οποίας έχουν μπει πλέον και άλλοι παράγοντες, όπως είναι ο ευρωπαϊκός χρηματοδοτικός μηχανισμός άμυνας SAFE, καθώς και η ανάκληση του casus belli, την οποία έθεσε ανοιχτά προς τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Με την ελληνική κυβέρνηση να βάλλεται από την αντιπολίτευση για τον μηχανισμό SAFE και τους επαπειλούμενους κινδύνους από το «παράθυρο» συμμετοχής τρίτων χωρών όπως η Τουρκία, που απειλεί την Ελλάδα εδώ και τριάντα χρόνια με casus belli σε περίπτωση άσκησης του νόμιμου και κυριαρχικού δικαιώματός της να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη στο Αιγαίο από τα 6 ν.μ. στα 12, κι έπειτα από τις πρώτες αντιδράσεις των τουρκικών ΜΜΕ που περιέγραφαν το αίτημα του έλληνα πρωθυπουργού ως «σκανδαλώδες» και «αδιανόητο», ήρθε προ ημερών και η πρώτη ανεπίσημη αντίδραση μέσω πηγών του τουρκικού ΥΠΕΞ. Μετά τις διαβεβαιώσεις της Κομισιόν πως η συμμετοχή μιας τρίτης χώρας στο SAFE μπορεί να αποκλειστεί αν αυτή η χώρα θέτει άμεση απειλή στην ασφάλεια ενός κράτους – μέλους και την ώρα που ο Νίκος Δένδιας εφιστούσε την προσοχή στην περίπτωση της Τουρκίας προτείνοντας τη μετονομασία του SAFE σε «κανονισμό της κερκόπορτας» εφόσον επιχειρηθεί να εφαρμοστεί «με τεχνάσματα» ώστε να παρακαμφθεί η ομοφωνία των μελών της ΕΕ για διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες, η Αγκυρα μέσω πηγών του ΥΠΕΞ της ασκούσε πιέσεις στην ΕΕ για βελτίωση των όρων του μηχανισμού προκειμένου να επιτύχει ευνοϊκότερες συνθήκες σε κοινά έργα προμηθειών, κάνοντας λόγο για «τεστ ειλικρίνειας» για την ΕΕ αναλόγως της έκβασης των διαπραγματεύσεων και της ικανοποιητικής συμπερίληψής της στον μηχανισμό.
Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα, ταυτόχρονα, σε μια προσπάθεια να αποσαφηνίσουν τι ισχύει και τι δεν ισχύει από όσα δημοσίως ακούγονται, τόνιζαν, μεταξύ άλλων, πως ο κανονισμός αφορά σε πρόγραμμα περιορισμένης (τετραετούς) διάρκειας και πως η Ελλάδα κατάφερε να περιληφθεί στο άρθρο 16 του κανονισμού ως προϋπόθεση, σχετικά με τους κανόνες επιλεξιμότητας εταιρειών και οντοτήτων τρίτων χωρών, η συνεκτίμηση των συμφερόντων άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ και των κρατών – μελών.
Η στάση της Τουρκίας
Από αυτές τις αφετηρίες και με τα εν λόγω αιτήματα τοποθετημένα στο τραπέζι από την κάθε πλευρά σχεδιάζεται επί του παρόντος η επόμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν όπου θα επιχειρηθεί από ελληνικής πλευράς ένας ειλικρινής διάλογος, όπως αναφέρεται, με πυξίδα πάντα τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Και με απώτερο στόχο την προσπάθεια θεμελίωσης μιας νέας εποχής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, η οποία θα χαρακτηρίζεται από περισσότερη συνεργασία, κατανόηση και εμπιστοσύνη, χωρίς το χρόνια «αγκάθια» της απειλής πολέμου που επικρέμεται πάνω από τα νησιά του Αιγαίου από το 1995. Μένει να φανεί αν θα υπάρξει διάθεση διαλόγου στην πράξη από πλευράς Αγκυρας καθώς δεν αποκλείεται, παρά τα «ήρεμα νερά», τα ελληνικά αιτήματα να πέσουν στο κενό και να προβάλλει η Αγκυρα ενστάσεις και για άλλα ζητήματα που στο παρελθόν έχουν επιφέρει «τριγμούς» – μεγαλύτερους ή μικρότερους – στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.