
Στον Πειραιά, οι σκιές των προπονητών περνούν και χάνονται, όμως κάποιες σφραγίζουν την ιστορία. Μία τέτοια μορφή υπήρξε και ο Ντούσαν Μπάγεβιτς. Εκείνος που έμελλε να λύσει τα… μάγια των πέτρινων χρόνων και να γκρεμίσει τη κατάρα μιας δεκαετίας. Ο άνθρωπος που επιβάλλοντας το περίφημο «ποδόσφαιρο από τα άκρα» έβαλε τον Ολυμπιακό σε άλλη τροχιά. Στο μονοπάτι για την κατάκτηση επτά σερί πρωταθλημάτων (1997-2003) κατά την πρώτη του θητεία. Στο μονοπάτι για άλλα πέντε (2005-2009) όταν επέστρεψε. Και αν στο συρτάρι του υπάρχουν τέσσερα μετάλλια πρωταθλητή από εκείνη την εποχή; Ποιος αμφιβάλλει ότι αυτός έχτισε τα θεμέλια; Και στην τριετία 1996-1999 και στη σεζόν 2004-2005 στη χρονιά της επιστροφής στο Γ. Καραϊσκάκης.
Πίσω στον χρόνο: ήταν καλοκαίρι του 1996 όταν αποχωρούσε από την ΑΕΚ ύστερα από έναν ένδοξο κύκλο. Και όλη η Ελλάδα συζητούσε την απόφαση του να συνεχίσει στον Ολυμπιακό. Για τους οπαδούς της ΑΕΚ, η πράξη αυτή έμοιαζε με προδοσία. Για τους φίλους του Ολυμπιακού, ήταν η άφιξη του στρατηγού που θα τους οδηγούσε στην επιστροφή στη δόξα. Και δεν άργησε να το κάνει.
Ο Ολυμπιακός είχε ήδη μπει στη δίνη της στέρησης τίτλων. Από το 1987 είχε να κατακτήσει πρωτάθλημα και ο κόσμος ζούσε με το βάρος της ανομβρίας. Η διοίκηση ήξερε ότι χρειαζόταν κάτι παραπάνω από καλούς παίκτες. Χρειαζόταν έναν άνθρωπο που να ξέρει να φτιάχνει ομάδες, να επιβάλλεται στα αποδυτήρια, να δίνει κατεύθυνση. Και ο Μπάγεβιτς έμοιαζε ιδανικός.
Κάτι που έμοιαζε αποκύημα της φαντασίας, πήρε σάρκα και οστά. Χρειάστηκε μόλις μερικούς μήνες, αλλά έγινε. Και το πρωταπριλιάτικο πρωτοσέλιδο αθλητικής εφημερίδας του 1995, βγήκε αληθινό τον Ιούνιο του 1996. Είχε γίνει το αδιανόητο. Ο «Πρίγκιπας του Νερέτβα» διέβη τον Ρουβίκωνα κι άλλαξε τον ρου της ιστορίας.
Δεν ήταν μόνο η κατάκτηση των τίτλων. Ηταν ο τρόπος: ένα ποδόσφαιρο κυριαρχικό, γρήγορο, με γεωμετρία και στρατηγική
Οι τίτλοι
Από την πρώτη σεζόν (1996-97), ο Ολυμπιακός κατέκτησε το πρωτάθλημα. Με παίκτες-ηγέτες όπως ο Καραπιάλης, ο Τζόρτζεβιτς, ο Αλεξανδρής, και με τον Μπάγεβιτς να ενορχηστρώνει με την ψυχρή του λογική και την εμμονή του στην πειθαρχία, οι Ερυθρόλευκοι ξέφυγαν από την κατάρα. Δεν ήταν μόνο η κατάκτηση του τίτλου. Ηταν ο τρόπος: ένα ποδόσφαιρο κυριαρχικό, γρήγορο, με γεωμετρία και στρατηγική.
Το 1997-98 ήρθε δεύτερος διαδοχικός τίτλος, αλλά και η πρώτη γεύση Ευρώπης. Ο Ολυμπιακός απέκλεισε την άσημη Μοζίρ και πήρε μέρος σε έναν δύσκολο όμιλο με Ρόζενμποργκ, Ρεάλ Μαδρίτης και Πόρτο. Η ομάδα είχε ταυτότητα, είχε ρυθμό, και ο Μπάγεβιτς απολάμβανε την αποδοχή. Την ίδια στιγμή οι συνεργασίες στα δύο άκρα γίνονταν ποδοσφαιρική σπουδή. Ο Γρηγόρης Γεωργάτος με τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς αριστερά. Ο Δημήτρης Μαυρογενίδης και ο Στέλιος Γιαννακόπουλος στα δεξιά. Ολυμπιακός γεμάτος από Ελληνες και ταλέντο.
Το 1998-99 ήταν η χρονιά της αποθέωσης. Η ομάδα έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του Champions League. Πέρασε τον όμιλο με Αγιαξ, Κροάσια Ζάγκρεμπ και Πόρτο, και στους «8» έφτασε μια ανάσα από το να αποκλείσει τη Γιουβέντους με μία από τις μεγαλύτερες εμφανίσεις ελληνικής ομάδας. Η 1-2 ήττα στο Τορίνο άφησε την πόρτα της πρόκρισης ανοιχτή. Το άγονο 1-1 στο ΟΑΚΑ εκείνο το βροχερό βράδυ και ο αέρας που άλλαξε την πορεία της μπάλας στέλνοντας την αντί στην αγκαλιά του Ελευθερόπουλου, στο πόδι του Κόντε έφερε σοκ. Ο ημιτελικός χάθηκε για μια ανάσα. Από τον αέρα που πήρε στυγνά τη μεγαλύτερη πρόκριση.
Τον χειμώνα του 1999 ο κύκλος έκλεισε απότομα. Ο Μπάγεβιτς απολύθηκε σε μια ακατανόητη απόφαση από την διοίκηση που ακόμη και σήμερα δεν βγάζει νόημα. Ο προπονητής που είχε φτιάξει μια ομάδα υπόδειγμα, έδινε τη θέση του στον απίθανο Αλμπέρτο Μπιγκόν. Τον… βοηθό του Ντιέγκο Μαραντόνα στη Νάπολι, τότε που ο θρυλικός Ντιέγκο ήταν και ποδοσφαιριστής και προπονητής και πρόεδρος και ο ίδιος ο Βεζούβιος στον ιταλικό νότο. Ο Ολυμπιακός είχε κατακτήσει τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα (1997, 1998, 1999). Είχε πάρει το νταμπλ (1999). Είχε φτάσει ως τους προημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ.
Σημείο κλειδί για το πρώτο αντίο; Οι μεταγραφές του καλοκαιριού. Ο μύθος λέει πως ήθελε τον Ζλάτκο Ζάχοβιτς αλλά όχι τον Τζιοβάνι μιας και οι δύο έπαιζαν πάνω-κάτω στα ίδια τετραγωνικά του γηπέδου. Τελικά ήρθαν και οι δύο. Και αν ο μέγας Βραζιλιάνος έγινε το απόλυτο σύμβολο μιας εποχής στο λιμάνι; Ο Σλοβένος πέρασε και δεν ακούμπησε ως ότι αναχωρήσει για την Ισπανία και τη Βαλένθια.
Πίσω στον Ντούσκο όμως: Αν ο Ολυμπιακός έφτασε να γίνει κυρίαρχος στα τέλη των 90s και μετά, μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας φέρει εκείνος. Ο κόουτς με τη χαμηλή φωνή και το βλέμμα του αρχιτέκτονα. Κι αυτό που οικοδόμησε στον Πειραιά κράτησε χρόνια. Εμεινε ο κορμός μιας ομάδας που έκλεισε τον κύκλο της χρόνια μετά στη Ριζούπολη όταν η νίκη επί του Παναθηναϊκού έφερνε το 7ο στη σειρά.

Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς κατά τη δεύτερη θητεία του στον Ολυμπιακό: Εδώ με τον μεγάλο Τζιοβάνι
Η επιστροφή
Το 2004, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς επέστρεψε στον Ολυμπιακό, έπειτα από μια επιτυχημένη παρουσία στον ΠΑΟΚ. Η επιστροφή του χαρακτηρίστηκε από προσδοκίες. Δεν κράτησε πολύ όμως. Η ομάδα, παρά την κατάκτηση του νταμπλ εκείνη τη σεζόν (πρωτάθλημα και Κύπελλο Ελλάδας) άργησε να αποκτήσει τη συνοχή και τη φρεσκάδα που ήταν σήμα κατατεθέν στη πρώτη θητείας του.
Ηταν μια εποχή που οι Ερυθρόλευκοι έψαχναν εναγωνίως μια εκτός έδρας νίκη στο Champions League. Που ήθελαν μια πρόκριση έπειτα από χρόνια στα νοκ άουτ της διοργάνωσης. Που με έναν τρόπο τα εγχώρια δεν έφταναν.
Η πίεση ήταν τεράστια. Και ο αποκλεισμός από τη Λίβερπουλ στο Ανφιλντ στο φινάλε των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ έφεραν τριγμούς. Εκείνο το βράδυ ο Ολυμπιακός άντεχε μέχρι ήττα με ένα γκολ. Προηγήθηκε με τον Ριβάλντο ως τα μισά του δρόμου. Εχασε τα πάντα στο δεύτερο ημίχρονο με το περίφημο γκολ του Στίβεν Τζέραρντ να υπογράφει την οδυνηρή 1-3 ήττα. Ποιος άραγε θυμάται ότι η Λίβερπουλ εκείνη τη χρονιά σήκωσε και το τρόπαιο; Το νταμπλ που ακολούθησε δεν άλλαξε τα πράγματα. Ο δεύτερος κύκλος έκλεινε. Ο έμπειρος κόουτς όμως είχε βάλει ξανά τις βάσεις για τη δημιουργία μιας καλής ομάδας που αργότερα με προπονητή τον Τροντ Σόλιντ έκανε ένα σωρό ρεκόρ στην Ελλάδα.
Η παρακαταθήκη
Αξιοσημείωτη παρακαταθήκη του Μπάγεβιτς στον Ολυμπιακό αποτέλεσε και η στήριξή του σε παίκτες-κλειδιά. Πίστεψε και εμπιστεύτηκε τον Τζόρτζεβιτς, στήριξε τον Καραπιάλη, έδωσε ρόλο στον Αλεξανδρή, ανέδειξε παίκτες όπως ο Γεωργάτος που εκείνος έκανε μπακ, ή τον Ελευθερόπουλο που βρήκε από την ακαδημία. Η επιρροή του στην ταυτότητα του σύγχρονου Ολυμπιακού υπήρξε καταλυτική.
Η παρουσία του αποτελεί ένα από τα παραγωγικά κεφάλαια. Στην καρδιά των Ερυθρολεύκων, ο Μπάγεβιτς δεν είναι βέβαιο ότι λατρεύτηκε – αλλά στο μυαλό κάθε αντικειμενικού παρατηρητή, είναι ένας από τους κορυφαίους προπονητές που πέρασαν ποτέ από τον σύλλογο. Και η συμβολή του στην αλλαγή σελίδας του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι αδιαμφισβήτητη.