
Τη Δευτέρα, στις 5 Μαΐου, συμπληρώνονται δεκαπέντε χρόνια από τον εμπρησμό του τραπεζικού καταστήματος της Μαρφίν, στην οδό Σταδίου, και τον θάνατο τριών εργαζομένων σε αυτό. Η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η Παρασκευή Ζούλια και ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης ήταν τα τρία πρώτα θύματα της μισαλλοδοξίας που έσπειρε στη χώρα ο αριστερός λαϊκισμός, μετά την επιβεβαίωση της χρεοκοπίας της ελληνικής οικονομίας και την υπογραφή εκ μέρους της κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου του πρώτου Μνημονίου.
Οι άνθρωποι αυτοί, που από την Αριστερά έγινε προσπάθεια να ξεχαστούν, να σβήσει η μνήμη τους, επειδή διαφορετικά θα αμφισβητείται εσαεί η αριστερή καλοσύνη, υπήρξαν θύματα μιας μισαλλοδοξίας που επιβιώνει, επειδή έχει δήθεν προοδευτικό πρόσημο: της υπόθαλψης ή, έστω, της ανοχής της πολιτικής βίας. Τις τελευταίες ημέρες ζήσαμε μερικές ακόμα από τις πολλές μεταπολιτευτικές εκδοχές αυτής της στάσης. Η εισβολή κουκουλοφόρων τραμπούκων στο βιβλιοπωλείο Ιανός, επειδή δεν άρεσαν το περιεχόμενο και οι ομιλητές εκδήλωσης για τα Τέμπη, υποκινήθηκε από την ίδια λογική που υποκίνησε την επίθεση ακριβώς απέναντι, στη Μαρφίν: η εκδήλωση, το νόημά της και η δυναμική της δεν είχαν την έγκριση του ιερατείου του προοδευτισμού και της πολιτικής σκοπιμότητάς του. Και στη Μαρφίν οι εργαζόμενοι εργάζονταν αρνούμενοι αυτό που πλασαρίστηκε από το αντιμνημονιακό μέτωπο ως μονόδρομος, ότι δήθεν υπήρχε δυνατότητα να σκίσουμε τα Μνημόνια. Ωσπου η εξουσιαστική Αριστερά, με τους ΑΝΕΛ του Καμμένου, να αποφασίσει να εφαρμόσει Μνημόνιο, είχαμε φλερτάρει με την καταστροφή, είχαμε φάει την τοξικότητα με το κουτάλι και είχαμε υπογράψει δύο ακόμα Μνημόνια, βυθίζοντας κι άλλο την οικονομία και τις προοπτικές της χώρας.
Η μνήμη και η δικαιοσύνη
Οσο για το έγκλημα της Μαρφίν, οι φυσικοί αυτουργοί του δεν βρέθηκαν ποτέ. Παραπέμφθηκε ένας, κατά δήλωσή του αναρχικός, για τον οποίο δεν έγινε δυνατόν να τεκμηριωθεί η σχέση του, με αποτέλεσμα την αθώωσή του «ελλείψει ικανών ενδείξεων ενοχής». Η δίκη ήταν περιπετειώδης, οι μαρτυρίες ήταν συγκλονιστικές (αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν ότι η ομάδα που πυρπόλησε το τραπεζικό κατάστημα είχε στρατιωτική δομή και ιεραρχία, πυροσβέστες επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες ότι διαδηλωτές προσπάθησαν να τους εμποδίσουν να προσεγγίσουν το φλεγόμενο κτίριο), ωστόσο το δικαστήριο δεν μπόρεσε να ταυτοποιήσει με σιγουριά και να αποδώσει δικαιοσύνη.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, υπουργός Προστασίας του Πολίτη όταν πυρπολήθηκε η τράπεζα, στο ίδιο πόστο και σήμερα, διεκδίκησε και τη μνήμη και τη δικαιοσύνη. Επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ήταν από τους ελάχιστους που προσέρχονταν την ημέρα της επετείου του συμβάντος μπροστά από το καμένο κτίριο, σε μια προσπάθεια ολιγάριθμων δρώντων πολιτών να μην ξεχαστεί το έγκλημα. Το 2020, ως υπουργός, εξήγγειλε το εκ νέου άνοιγμα του φακέλου της Μαρφίν, καθώς, όπως είχε ανακοινώσει, είχαν προκύψει νέα στοιχεία που προσκομίστηκαν από την ΕΛ.ΑΣ. και θα μπορούσαν να φτάσουν στους δολοφόνους. Η διερεύνηση είχε ανατεθεί στην Υποδιεύθυνση Κρατικής Ασφαλείας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, ενώ η Εισαγγελία Αθηνών είχε διατάξει προκαταρκτική διερεύνηση αδικημάτων για την υπόθεση.
Κυκλοφορούν ελεύθεροι
Αλλά προφανώς δεν υπήρξαν στοιχεία ικανά να οδηγήσουν στους δολοφόνους, οι οποίοι κυκλοφορούν ακόμα ελεύθεροι. Οπως κυκλοφορούν ελεύθεροι όσοι έκαψαν, λίγους μήνες μετά, το Αττικόν, στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο. Οπως κυκλοφορούν ελεύθεροι οι τραμπούκοι που τις προάλλες έσπασαν στο ξύλο φοιτητή στη Νομική, ο οποίος προσπάθησε να εμποδίσει εισβολείς να διακόψουν εκδήλωση.
Η αριστερή βία είναι ένα βαθιά ριζωμένο ταμπού στην κοινωνία μας. Και δυστυχώς η δημοκρατία είναι ανίσχυρη να το αντιμετωπίσει.