Πρωτομαγιά με το σουγιά*

Τι σημαίνει λοιπόν Πρωτομαγιά, μία μέρα έπειτα από αυτήν; Το ερώτημα πάει σε όσους/ες από εμάς συνεχίζουμε να πιστεύουμε πως βασικά είναι εργατική και όχι αυτή η σαχλαμάρα με τα λουλούδια. Τι συμβολίζει αυτή η μεγάλη μέρα για τους εργαζόμενους; Τις μεγάλες τους θυσίες από το Σικάγο μέχρι τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης του 1936; Τι συνοψίζει πάντα; Μία μεγάλη απάντηση αυτών που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο και που θέλουν να ζουν ως άνθρωποι με ωράρια ανθρώπινα, με ελεύθερο χρόνο, με τις οικογένειές τους και τα σπίτια τους; Είναι μία μεγάλη υπενθύμιση πως τη δύναμη την έχουν αυτοί που παράγουν τον πλούτο και μόνο, αλλά και ταυτόχρονα πως οι διεκδικήσεις δεν είναι ποτέ εύκολες.

Και βέβαια ποτέ δεν είναι αποτέλεσμα ανάθεσης ή κάποιας διοικητικής απόφασης, αλλά μέρος μιας διαρκούς προσπάθειας μέσα στους αιώνες αυτών που έχουν τη δύναμη να διευθύνουν τις μηχανές – και σήμερα τις ψηφιακές και εταιρικές – και μπορούν με τη δουλειά τους να μετασχηματίζουν τους όρους της ζωής τους; Είναι η Πρωτομαγιά όλοι αυτοί που πάλεψαν, θυσιάστηκαν; Είναι. Σήμερα οι κόκκινες γραμμές έχουν ξεθωριάσει επικίνδυνα. Ο χρόνος ενοποιείται. Η παλιά μαρξιστική διάκριση ελεύθερου –  εργάσιμου φαίνεται πως έχει σχεδόν καταργηθεί. Κάτω από την ψηφιακή ομπρέλα όλοι οι χρόνοι είναι οι ίδιοι. Ο άνθρωπος της εταιρείας κοιτάει τα e-mail του Σάββατο και Κυριακή. Ο δημοσιογράφος το what’s up του. Αναζητείται το δικαίωμα ακόμα και μιας αποσύνδεσης. Η πρόσφατη επιδημία παρόξυνε και ρευστοποίησε τους χρόνους – εργάσιμους και ελεύθερους – κι άλλο και επικίνδυνα εις βάρος των εργαζομένων.

Οι άνθρωποι δουλεύουν ακόμα και όταν δεν δουλεύουν και αυτό είναι μία μεγάλη παραχώρηση, μία μεγάλη ήττα σήμερα για τις σύγχρονες βάρδιες των εργαζομένων είτε είναι σε εταιρείες, είτε είναι μικρομεσαίοι, είτε έχουν ένα μικρό μαγαζί ή δουλεύουν σε μία ξένη εταιρεία από το σπίτι τους μέσω του κινητού ή του laptop τους. Η Εργατική Πρωτομαγιά είναι όμως πάντα εκεί να υπενθυμίζει και να θυμίζει τις θυσίες και τους αγώνες. Το μεγάλο κόστος που πρέπει να πάρεις ακριβώς για να μπορέσεις να διεκδικήσεις αυτά που έχεις. Υπό αυτή την έννοια Εργατική Πρωτομαγιά δεν είναι μόνον μία ιστορική μνήμη. Είναι και μία εγρήγορση στον ενεστώτα χρόνο για όλα αυτά που πρέπει τώρα να διεκδικήσουμε στο αόρατο και περίεργο περιβάλλον το οποίο διαμορφώνεται με την τεχνητή νοημοσύνη, με τις νέες εργασιακές σχέσεις που όλο και περισσότερο συμπιέζονται εις βάρος των φορέων της.

Τώρα είναι που η Εργατική Πρωτομαγιά αποκτά ειδική αξία. Είναι ένα μεγάλο νήμα που διαπερνάει όλους αυτούς τους ανθρώπους που πρέπει να δουλέψουν για να ζήσουν και που τα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης είναι πολύ ορατά. Απομακρυνόμενη ακόμα και από τα κεκτημένα του ’90 ή των 00s, η νεότερη γενιά δείχνει όχι απλώς να μην έχει αφομοιώσει μία κουλτούρα διεκδίκησης αλλά και να στέκεται με έναν ιδιότυπο τρόπο σχεδόν σαν ξένη ακόμα και από στοιχειώδη συνδικαλιστικά κεκτημένα. Ο κακός συνδικαλισμός εντείνει τα φαινόμενα μαζί με ένα αίσθημα ήττας όλη την προηγούμενη εικοσαετία. Αυτό δεν σημαίνει ούτε πως η Εργατική Πρωτομαγιά έχει χάσει το νόημά της ούτε πως δεν υπάρχουν εκείνες οι στρατιές των ανθρώπων που θα της δώσουν εκ νέου νόημα και περιεχόμενο. Κατ’ αρχάς για τις ίδιες τις δικές τους ζωές, όχι κάποιων άλλων.

*Νίκος Γκάτσος («Νυν και Αεί»)