Η Γενική Εισαγγελέας Πάμ Μπόντι ανακάλεσε την πολιτική Γκάρλαντ, επιτρέποντας ξανά την πρόσβαση σε αρχεία και μαρτυρίες δημοσιογράφων υπό προϋποθέσεις
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ παρουσίασε την Πέμπτη έναν αναθεωρημένο κανονισμό για τις έρευνες διαρροών, επαναφέροντας τη δυνατότητα των ομοσπονδιακών ανακριτών να χρησιμοποιούν εντάλματα, δικαστικές εντολές και κλητεύσεις για να αποκτούν πρόσβαση σε τηλεφωνικά αρχεία, σημειώσεις ή μαρτυρίες δημοσιογράφων υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Η κίνηση της Γενικής Εισαγγελέως Πάμ Μπόντι αναιρεί την πολιτική του προκατόχου της, Μέρικ Μπ. Γκάρλαντ, ο οποίος είχε διοριστεί από τον πρώην Πρόεδρο Μπάιντεν και είχε απαγορεύσει ρητά τη στόχευση πληροφοριών δημοσιογράφων σε έρευνες διαρροών.
Η πολιτική του κ. Γκάρλαντ αποτέλεσε σημαντική στροφή ύστερα από δύο δεκαετίες αυξανόμενης επιθετικότητας του Υπουργείου στη δίωξη διαρροών ως εγκλήματα — μια τακτική σπάνια στον 20ό αιώνα, αλλά συνηθισμένη στον 21ο υπό κυβερνήσεις και των δύο κομμάτων.
Ο κ. Γκάρλαντ τροποποίησε την πολιτική το 2021, μετά την αποκάλυψη ότι το Υπουργείο, υπό τον Γενικό Εισαγγελέα Ουίλιαμ Μπαρ, είχε «μυστικά» ζητήσει πρόσβαση σε ηλεκτρονικά αρχεία δημοσιογράφων των New York Times, Washington Post και CNN κατά την πρώτη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ. Ο κ. Γκάρλαντ είχε τονίσει τότε ότι η πλήρης απαγόρευση τέτοιων ενεργειών ήταν αναγκαία για να επιτραπεί στους δημοσιογράφους «να επιτελούν το κρίσιμο έργο της ενημέρωσης του κοινού χωρίς τον φόβο νομικών συνεπειών».
Η Μπόντι είχε προαναγγείλει την πρόθεσή της να ανακαλέσει τον κανονισμό Γκάρλαντ σε υπόμνημά της την περασμένη εβδομάδα, καταδικάζοντας τις διαρροές. Όπως έγραψε, το Υπουργείο «δεν θα ανεχτεί μη εξουσιοδοτημένες αποκαλύψεις που υπονομεύουν τις πολιτικές του Προέδρου Τραμπ, θυματοποιούν κυβερνητικούς οργανισμούς και προκαλούν βλάβη στον αμερικανικό λαό».
Έγγραφο με λεπτομέρειες του νέου κανονισμού αναφέρει ότι αποσκοπεί στην αντιμετώπιση «της αυξανόμενης ανησυχίας για ομοσπονδιακούς υπαλλήλους που σκοπίμως διανέμουν εμπιστευτικές, προνομιούχες ή άλλως προστατευόμενες πληροφορίες στα μέσα ενημέρωσης με σκοπό την υπονόμευση των νομικών υποχρεώσεων και των πολιτικών των εκτελεστικών υπηρεσιών».
Δικηγόροι μέσων ενημέρωσης μελετούσαν το έγγραφο από το πρωί της Πέμπτης. Με μια πρώτη ματιά, η γλώσσα του νέου κανονισμού φάνηκε σε πολλά σημεία να επανέρχεται στις κατευθυντήριες γραμμές της εποχής πριν από τον κανονισμό Γκάρλαντ, οι οποίες είχαν τεθεί σε ισχύ κατά την προεδρία Ομπάμα.
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, απαιτείται έγκριση από την ίδια την κ. Μπόντι πριν από τη χρήση νομικών διαδικασιών για την αναζήτηση πληροφοριών που σχετίζονται με δημοσιογραφική δραστηριότητα, όπως εντολές σε τηλεφωνικές εταιρείες για παροχή αρχείων επικοινωνιών ή κλητεύσεις για σημειώσεις ή καταθέσεις δημοσιογράφων.
Ο κανονισμός επαναφέρει μια προστατευτική διάταξη προ-Γκάρλαντ, σύμφωνα με την οποία οι αρχές πρέπει πρώτα να εξαντλήσουν άλλες δυνατές πηγές για τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων. Όπως αναφέρεται: «Η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να αποκτήσει τις πληροφορίες, τα αρχεία επικοινωνίας ή τα επιχειρηματικά αρχεία από εναλλακτικές πηγές».
Επιπλέον, ο κανονισμός προβλέπει ότι, κατά κανόνα, θα πρέπει να προηγούνται διαπραγματεύσεις με τον επηρεαζόμενο δημοσιογράφο πριν ζητηθούν στοιχεία από τρίτο μέρος, όπως μια τηλεφωνική εταιρεία. Ωστόσο, επιτρέπεται στην κ. Μπόντι να παρακάμψει αυτή τη διαδικασία εάν κρίνει ότι τέτοιες συνομιλίες «θα αποτελούσαν σοβαρή απειλή για την ακεραιότητα της έρευνας, θα ενείχαν σοβαρό κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή θα παρουσίαζαν άμεσο κίνδυνο θανάτου ή σοβαρού σωματικού τραυματισμού».
Πηγή: Πρώτο Θέμα
Το άρθρο Στο στόχαστρο Τράμπ δημοσιογράφοι, εντάλματα για διαρροές εμφανίστηκε πρώτα στο Cyprus Times.