
Να οριοθετηθεί ως ιστορικός τόπος η περιοχή που βρέθηκαν οι 33 σκελετοί των εκτελεσθέντων του Εμφυλίου Πολέμου, στον δήμο Νεάπολης – Συκεών, στη Θεσσαλονίκη, ζητεί ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Ειδικότερα, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων συμπυκνώνει το αίτημά του στο «να οριοθετηθεί ως ιστορικός τόπος η περιοχή των εκτελέσεων και να συνεχιστεί η έρευνα για τον εντοπισμό όλων των ανθρώπινων καταλοίπων που ενδέχεται να βρίσκονται στην περιοχή απόθεσης των ανεπιθύμητων νεκρών της Ιστορίας».
Επισημαίνει το ιστορικό των εκτελέσεων, αλλά και στην αγωνία των συγγενών των θυμάτων που αναζητούν την ταυτοποίησή τους και σημειώνουν πως τα υλικά τεκμήρια του Εμφυλίου Πολέμου «προσφέρουν μια μεγάλη ευκαιρία για την πραγματοποίηση νέων ιστορικών και ανθρωπολογικών μελετών, που θα επαναδιαπραγματευθούν το πρόσφατο παρελθόν».
Αντιδρά, επίσης, στη δήλωση της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, στη Βουλή, πως οι ομαδικοί τάφοι δεν συνιστούν αρχαιολογικό εύρημα, καθώς χρονολογούνται στον 20ο αιώνα και κάνουν λόγο για «σκανδαλώδη αποποίηση ευθυνών και συνακόλουθη μη προστασία του σημαντικού ευρήματος».
Ολόκληρη η ανακοίνωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων:
«Ένα συγκλονιστικό εύρημα ήρθε στο φως πριν από λίγες εβδομάδες: στο πλαίσιο των εκσκαφών για έργο του Δήμου Νεάπολης Συκεών στο Επταπύργιο εντοπίστηκαν τρεις ομαδικοί τάφοι με 33 ανθρώπινους σκελετούς· σύντομα, έγινε σαφές ότι πρόκειται για νεκρούς του Εμφυλίου πολέμου και συγκεκριμένα για 33 από τους πάνω από 400 κομμουνιστές που γνωρίζουμε ότι είχαν εκτελεστεί στην περιοχή, με αποφάσεις εκτάκτων στρατοδικείων. Η εικόνα των εκτελεσμένων -παρόμοια με αυτή των Δεσμωτών του Φαλήρου, σ’ένα ανατριχιαστικό παράλληλο- αλλά και οι εικόνες των ζωντανών που ακόμη αναζητούν τους χαμένους συγγενείς τους, πέρα από τη συγκίνηση που εύλογα προκαλούν, επανέφεραν στον δημόσιο διάλογο ένα από τα δυσκολότερα επεισόδια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Πρόκειται για τον εμφύλιο πόλεμο, τα υλικά τεκμήρια του οποίου, που σπάνια διατηρούνται, προσφέρουν μια μεγάλη ευκαιρία για την πραγματοποίηση νέων ιστορικών και ανθρωπολογικών μελετών, που θα επαναδιαπραγματευθούν το πρόσφατο παρελθόν.
Σε αυτό το πλαίσιο, αυτονοήτως περιμέναμε το ΥΠΠΟ να κινηθεί άμεσα και να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την προστασία του χώρου του ευρήματος και την περαιτέρω συνέχιση των ερευνών. Αντ’ αυτού, με έκπληξη διαβάσαμε την απάντηση της Υπουργού Πολιτισμού κ. Λ. Μενδώνη σε ερώτηση της βουλευτή κ. Κ. Μάλαμα, ότι οι ομαδικοί τάφοι που βρέθηκαν στην περιοχή του Επταπυργίου (Γεντί Κουλέ) Θεσσαλονίκης δεν συνιστούν αρχαιολογικό εύρημα αφού χρονολογούνται στον 20ο αι. Έτσι, το ίδιο το ΥΠΠΟ δια της πολιτικής του ηγεσίας αποποιήθηκε των αρμοδιοτήτων του, όπως ρητά προκύπτουν από τον ν. 4858/2021 «Κύρωση κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομιάς» και οι οποίες βέβαια δεν σταματούν στην αρχαιότητα ή στο 1830, εκεί δηλαδή όπου περατούται η αρμοδιότητα των Εφορειών Αρχαιοτήτων, αλλά εκτείνονται ως τη σύγχρονη εποχή. Η αναφορά στο άρθρο 2 εδάφιο δδ του νόμου είναι χαρακτηριστική: «Ως ιστορικοί τόποι νοούνται είτε εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς που αποτέλεσαν ή που υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν τον χώρο εξαίρετων ιστορικών ή μυθικών γεγονότων, ή εκτάσεις που περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται μνημεία μεταγενέστερα του 1830, είτε σύνθετα έργα του ανθρώπου και της φύσης μεταγενέστερα του 1830, τα οποία συνιστούν χαρακτηριστικούς και ομοιογενείς χώρους, που είναι δυνατόν να οριοθετηθούν τοπογραφικά, και των οποίων επιβάλλεται η προστασία λόγω της λαογραφικής, εθνολογικής, κοινωνικής, τεχνικής, αρχιτεκτονικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους.»
Η σκανδαλώδης αποποίηση ευθυνών και η συνακόλουθη μη προστασία του σημαντικού ευρήματος δεν είναι λοιπόν θέση που στηρίζεται στο νόμο: αντίθετα, είναι μια ξεκάθαρη γραφειοκρατική υπεκφυγή που υποκρύπτει τη συντηρητική στροφή του ΥΠΠΟ, παραπέμποντας στις πιο σκοτεινές εποχές της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Η υπουργική-κυβερνητική αυτή θέση δεν αγνοεί απλώς την έννοια του ιστορικού τόπου, τον οποίο προβλέπει ο ίδιος ο αρχαιολογικός νόμος· αγνοεί κυρίως την πρόοδο που έχει σημειωθεί κατά τη μεταπολίτευση στο κομμάτι της επίσημης πολιτικής αναγνώρισης των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και της αποκατάστασης των πολιτικά διωκόμενων Ελλήνων. Αγνοεί επίσης τις σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη της αρχαιολογίας, την ανάπτυξη της αρχαιολογίας του «σύγχρονου παρελθόντος» και την υπέρβαση της διχοτόμησης μεταξύ παρόντος και παρελθόντος που αυτή επέφερε διαμορφώνοντας νέες μορφές θεωρίας και πρακτικής.
Το Επταπύργιο, συμβολικός χώρος με βαρύ πολιτικό και συναισθηματικό φορτίο, δεν αποκαθάρθηκε κατά την κτηριακή αποκατάστασή του μετά τη μεταφορά των φυλακών το 1989 (τα κελιά, οι χώροι απομόνωσης, ο κεντρικός ναός του αγίου Ελευθερίου διατηρήθηκαν ύστερα και από σχετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου). Η απάντηση του ΥΠΠΟ -που δεν αναφέρει καν ότι οι νεκροί είναι εκτελεσμένοι του Εμφυλίου, τα σώματα των οποίων δεν δόθηκαν ποτέ στους συγγενείς τους- επιχειρεί να βάλει στο περιθώριο ένα ιστορικό κεφάλαιο της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας, συντασσόμενο με μια σκοτεινή ιστοριογραφικά και πολιτικά εποχή. Έχουμε όμως διανύσει πολύ δρόμο για να επιτρέψουμε την επιστροφή σε χαλεπούς καιρούς.
Διεκδικούμε σεβασμό στην ιστορική μνήμη με όσα θεσμικά και ηθικά προβλέπονται για τα κατάλοιπα των εκτελεσθέντων στο Επταπύργιο.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ζητά το αυτονόητο: να οριοθετηθεί ως ιστορικός τόπος η περιοχή των εκτελέσεων και να συνεχιστεί η έρευνα για τον εντοπισμό όλων των ανθρώπινων καταλοίπων που ενδέχεται να βρίσκονται στην περιοχή απόθεσης των ανεπιθύμητων νεκρών της Ιστορίας».